Translate

Μαρίνος Γερουλάνος

Ο Μαρίνος Γερουλάνος (21 Φεβρουαρίου 1867 – 8 Ιουνίου 1960) υπήρξε μια από τις πλέον εξέχουσες φυσιογνωμίες της ελληνικής ιατρικής επιστήμης κατά τον 20ό αιώνα, διατελώντας, μεταξύ άλλων, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και βουλευτής Κεφαλληνίας.

Ήταν παντρεμένος με τη Μαργαρίτα Μίτζλαφ και απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Ιωάννη, την Κλειώ, τη Μαριάνθη, την Έρικα και την Ειρήνη. Εγγονός του είναι ο Μαρίνος Ι. Γερουλάνος, ενώ δισέγγονός του είναι ο Παύλος Μ. Γερουλάνος.

Γεννήθηκε στην Πάτρα, όπου είχε προσωρινά εγκατασταθεί η οικογένειά του λόγω των σεισμών που έπληξαν την Κεφαλονιά. Ήταν γιος του Ιωάννη Γερουλάνου, εγγονού του Νικολάου Γερουλάνου και της Ελένης Δελλαπόρτα, που ανήκε σε εύπορη και ιστορική οικογένεια του νησιού. Από τη μητέρα του καταγόταν από τον Άγιο Παναγή Τυπάλδο Μπασιά, καθότι ήταν πρώτος εξάδελφός της εκ μητρός· ο Άγιος υπήρξε υιός του Μιχαήλ Τυπάλδου Μπασιά και της Ρεγγίνας Δελλαπόρτα.

Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε ανάμεσα στην Πάτρα, το Ληξούρι και το Αργοστόλι, τόπους που επηρέασαν καθοριστικά τη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της ευρύτερης παιδείας του, θέτοντας τις βάσεις για μια πνευματική και επιστημονική πορεία που θα άφηνε έντονο αποτύπωμα στη νεότερη ελληνική ιστορία.

Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου το 1892 ανακηρύχθηκε διδάκτορας με την αξιόλογη διατριβή του με τίτλο Περί των μεταστάσεων κακοηθών νεοπλασιών εν τω εγκεφάλω. Στη συνέχεια, και για δύο ακόμη έτη, συνέχισε την επιστημονική του κατάρτιση στο Βερολίνο.

Η πορεία του εξελίχθηκε στον ακαδημαϊκό χώρο· το 1897 κατέλαβε θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Γκράιφσβαλντ της Γερμανίας, ενώ το 1902 εξελέγη έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου. Την ίδια χρονιά, κατόπιν προσκλήσεως της βασίλισσας Όλγας, ανέλαβε διευθυντής του Χειρουργικού Τμήματος στον Ευαγγελισμό.

Το 1911 διορίστηκε καθηγητής Χειρουργικής Παθολογίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο, και το 1922 προήχθη σε τακτικό καθηγητή Χειρουργικής. Από το 1922 έως το 1939 υπηρέτησε ως διευθυντής στη Χειρουργική Κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου. Υπήρξε, επίσης, ένας από τους θεράποντες ιατρούς του Ιωάννη Μεταξά κατά τον χρόνο του θανάτου του.

Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας και διετέλεσε πρώτος πρόεδρός της το 1929. Παράλληλα, είχε διατελέσει πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών κατά τις περιόδους 1906–1914 και το 1917. Η επιστημονική του δραστηριότητα ξεπέρασε τα ελληνικά όρια, καθώς ήταν και μέλος της Γερμανικής Εταιρείας Φυσιοδιφών και Ιατρών. Στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό ανέλαβε τη θέση του αντιπροέδρου από το 1907 έως και το 1943, ενώ από το 1933 ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας εκλέχθηκε πρόεδρος το 1940. Το 1935 το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης τον ανακήρυξε επίτιμο διδάκτορα, ενώ για τη συνολική του προσφορά τιμήθηκε και με τον Μεγαλόσταυρο.

Στο πεδίο της δημόσιας ζωής, εξελέγη για ένα διάστημα βουλευτής Κεφαλληνίας, ωστόσο παραιτήθηκε από το αξίωμα για να συμμετάσχει ενεργά στη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Εξίσου σημαντικό υπήρξε το φιλανθρωπικό του έργο. Προχώρησε σε σειρά γενναιόδωρων δωρεών: παραχώρησε δωρεάν εκτάσεις γης για την εγκατάσταση προσφύγων, ενώ προσέφερε μεγάλα χρηματικά ποσά στο Πολεμικό Ναυτικό και στην Εκκλησία, η οποία τον ανακήρυξε μέγα ευεργέτη της. Επιπλέον, δώρισε την ιδιωτική του κλινική, με αποτέλεσμα να ιδρυθεί το Γερουλάνειο Ίδρυμα. Ενδεικτικό του μεγέθους της περιουσίας που διέθετε και πρόσφερε είναι το γεγονός ότι οι εκτάσεις στις οποίες σήμερα βρίσκονται η Αργυρούπολη και τμήμα της λεωφόρου Βουλιαγμένης ανήκαν κάποτε στην ιδιοκτησία του.

Απεβίωσε το 1960 στην Αθήνα και ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο της εκκλησίας που βρισκόταν εντός του κτήματός του, στους Τράχωνες της Αργυρούπολης.

Σχόλια