Χρύσανθος Βοσταντζόγλου (Μποστ)
Ο Χρύσανθος Βοσταντζόγλου, γνωστότερος στο πανελλήνιο με το όνομα Μέντης Μποσταντζόγλου και το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μποστ, υπήρξε μία από τις πλέον ιδιοσυγκρασιακές και πολυπρισματικές φυσιογνωμίες του ελληνικού πνευματικού και καλλιτεχνικού βίου του 20ού αιώνα. Γεννημένος στις 23 Μαΐου 1918 στην Κωνσταντινούπολη, ανέπτυξε πολυσχιδή δραστηριότητα ως σκιτσογράφος, γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του στον χώρο της σάτιρας, της τέχνης και του θεάτρου.
Τα πρώτα χρόνια και η οικογένεια
Ο Βοσταντζόγλου εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα κατά τα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου, φέρνοντας μαζί του το αστικό ήθος και τη σαφήνεια λόγου της Πόλης, τα οποία αργότερα θα συνδυάσει με μια ευφάνταστη, σχεδόν αναρχική καλλιτεχνική έκφραση. Το 1948 παντρεύτηκε τη Μαρία Παπαγιαννακοπούλου, με την οποία έζησε έως το τέλος της ζωής του. Η σύντροφός του απεβίωσε το 2014. Από τον γάμο αυτόν απέκτησε δύο γιους: τον Κώστα Μποσταντζόγλου (1949–2021), διακεκριμένο γραφίστα, και τον Γιάννη Μποσταντζόγλου (1951), γνωστό ηθοποιό της θεατρικής και τηλεοπτικής σκηνής.
Καλλιτεχνική και επαγγελματική διαδρομή
Το καλλιτεχνικό έργο του Βοσταντζόγλου είναι ευρύτατο και χαρακτηρίζεται από την ειρωνική, συχνά ανατρεπτική του ματιά στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα. Μέσα από τα σκίτσα του –συχνά με ήρωες όπως η Πιπίτσα, η Μαμά Ελλάς και ο Πειναλέων– καυτηρίασε με ασύλληπτο χιούμορ τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Το ιδιαίτερο ύφος του –με την εκούσια ανορθογραφία και την παιγνιώδη χρήση της καθαρεύουσας– του εξασφάλισε διακριτή θέση στη νεοελληνική σάτιρα, αποδεικνύοντας πως η γελοιογραφία μπορεί να αγγίξει τα όρια της υψηλής τέχνης.
Εκτός των σκίτσων, υπήρξε παραγωγικότατος και στο θέατρο, συγγράφοντας δέκα θεατρικά έργα, ενώ η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική οδήγησε σε πληθώρα συνθέσεων που συνδυάζουν τη λαϊκή εικονογραφία με τη μοντέρνα θεματολογία. Παράλληλα, εργάστηκε για ένα διάστημα στον τομέα της διαφήμισης, αφήνοντας εποχή με την πρωτοτυπία και τη σατιρική ευρηματικότητα των έντυπων καταχωρίσεών του. Ενδεικτικές είναι οι εμβληματικές του φράσεις όπως «Ντοφίν εστί φιλοσοφείν» (για τα αυτοκίνητα RENAULT) ή το πολυθρύλητο «βάφεν ζι γκουντ πιλοτ;» (για τις βαφές Flow Coat/Dupont), που αποτύπωσαν την τολμηρή του φαντασία και τον εξευγενισμένο του σαρκασμό.
Ο Βοσταντζόγλου έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα στις 13 Δεκεμβρίου 1995. Η κληρονομιά του, ωστόσο, παραμένει ζωντανή· όχι μόνο ως αρχείο ενός ανεπανάληπτου σκιτσογράφου, αλλά ως ζώσα μαρτυρία της δύναμης του χιούμορ να εγείρει συνειδήσεις, να επικρίνει την εξουσία και να γεφυρώνει με λεπτότητα τα όρια μεταξύ τέχνης και καθημερινότητας.
Η βιογραφική διαδρομή του, φωτίζει με ξεχωριστό τρόπο τις περιπέτειες του ελληνικού 20ού αιώνα, καθώς το έργο και η στάση ζωής του αντανακλούν τις ιδεολογικές, πολιτισμικές και αισθητικές αναζητήσεις μιας ολόκληρης εποχής. Η ζωή του εκτυλίσσεται παράλληλα με τις μεταβολές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, από την προσφυγική εμπειρία και την Αντίσταση, έως τη Δικτατορία και τη Μεταπολίτευση, και διαποτίζεται από την άρρηκτη συνύφανση τέχνης, σάτιρας και πολιτικής συνείδησης.
Εκπατρισμός, νεανικά χρόνια και αντιστασιακή δράση
Μετά την παραμονή της οικογένειάς του στη Ρουμανία από το 1920 έως το 1926, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Από νεαρή ηλικία εκδήλωσε την κλίση του στο σχέδιο, ενώ φοιτητής του Γυμνασίου ήδη υπέγραφε τα πρώτα του σκίτσα με το ψευδώνυμο "Μέντης". Το 1939 εισήχθη στη Σχολή Καλών Τεχνών, την οποία όμως εγκατέλειψε έπειτα από μόλις έξι μήνες, απογοητευμένος, ίσως, από τις συμβατικότητες της ακαδημαϊκής παιδείας.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής εντάχθηκε στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), το 1942, συμμετέχοντας ενεργά στην Εθνική Αντίσταση. Η εμπειρία αυτή σφράγισε για πάντα την πολιτική του συνείδηση και το σατιρικό του οπλοστάσιο, τα οποία διατήρησε έως το τέλος της ζωής του.
Επαγγελματική σταδιοδρομία και καλλιτεχνική ακμή
Η ενασχόλησή του με την εικονογράφηση περιοδικών και παιδικών βιβλίων αποτέλεσε την αφετηρία της καλλιτεχνικής του διαδρομής. Το πρώτο του προσωπικό βιβλίο κυκλοφόρησε το 1945 με ιδία έξοδα και τον χαρακτηριστικό τίτλο: Ο Άγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασσικών: Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι — απόδειξη ήδη του λεπταίσθητου χιούμορ και της διακειμενικής του παιγνιώδους πρόθεσης.
Το 1952 εντάχθηκε στο επιτελείο της εφημερίδας Καθημερινή, υπό τη διεύθυνση της Ελένης Βλάχου, ξεκινώντας ως ταμίας και βιβλιοθηκάριος, για να εξελιχθεί σε τακτικό συνεργάτη. Από το 1955 εργάστηκε στο περιοδικό Εικόνες ως εικονογράφος και χαρτογράφος, και εν συνεχεία στο περιοδικό Ταχυδρόμος ως σκιτσογράφος.
Το 1959 εγκαινίασε τη στήλη του με τίτλο Το μποστάνι του Μποστ, μέσα από την οποία παρουσίασε τους διασημότερους ήρωές του: τη Μαμά-Ελλάς, τον Πειναλέοντα και την Ανεργίτσα – συμβολικές φιγούρες που ενσάρκωναν την ταλαιπωρημένη, φτωχοποιημένη και απελπισμένη κοινωνία της εποχής. Η συνεργασία του με την Ελένη Βλάχου έλαβε τέλος το 1961, ύστερα από τη δημοσίευση του χρονογραφήματος Το επάγγελμα της μητρός μου, το οποίο θεωρήθηκε πως υπερέβη τα όρια της δεοντολογικής ευπρέπειας.
Πολιτική σάτιρα, διώξεις και εικαστικό έργο
Από το 1960 έως το 1966 συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Ελευθερία και Αυγή, με τακτικές σατιρικές στήλες και σκίτσα, αναπτύσσοντας διαρκώς το οξύ πολιτικό του σχόλιο. Παράλληλα, υπέστη διώξεις και μηνύσεις εξαιτίας των τολμηρών του γελοιογραφιών, ιδιαίτερα κατά την περίοδο πριν από τη δικτατορία. Από το 1966 στράφηκε πιο εντατικά στη ζωγραφική, ενώ εγκαινίασε και το κατάστημά του με τίτλο Λαϊκαί Εικόναι, διακοσμώντας χιλιάδες είδη δώρων με χιουμοριστικά σκίτσα, στιχάκια και ανορθόγραφες επιγραφές — ένα είδος λαϊκής μικρογραφίας τέχνης που τον κατέστησε πρωτοπόρο στην αισθητική της καθημερινότητας.
Το 1973 δημοσίευσε αντιδικτατορικά κείμενα και σκίτσα στα περιοδικά Αντί και Ταχυδρόμος, συμβάλλοντας έτσι ενεργά στη διαμόρφωση του κλίματος αντίστασης. Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, συνέχισε να συνεργάζεται με πληθώρα εντύπων, μεταξύ αυτών ο Ριζοσπάστης, η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, το Men's Look, ο Θούριος και άλλοι. Πραγματοποίησε δεκαέξι ατομικές εκθέσεις, εδραιώνοντας και στον χώρο των εικαστικών τεχνών τη θέση του.
Πολιτική δράση και ύστερα χρόνια
Η πολιτική του στράτευση υπήρξε σταθερή και φανερή. Θέτοντας υποψηφιότητα με την ΕΔΑ το 1964, και με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας το 1981 και το 1985, δεν κατάφερε ποτέ να εκλεγεί, όμως η παρουσία του στο δημόσιο λόγο παρέμεινε δραστήρια. Σε μια στροφή που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, μετά τις εκλογές του 1990 εξέφρασε τη στήριξή του προς την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Απεβίωσε στις 13 Δεκεμβρίου του 1995 σε ηλικία 77 ετών. Ετάφη στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών. Η πολυσχιδής του δημιουργία, η καυστική του σάτιρα και η αισθητική του τόλμη παραμένουν μέχρι σήμερα ζωντανή παρακαταθήκη ενός δημιουργού που συνδύασε το λαϊκό με το λόγιο, το γελοιογραφικό με το πολιτικό, το ευτράπελο με το στοχαστικό.
Ο καλλιτεχνικός κόσμος του
Ο καλλιτεχνικός κόσμος του αποτελεί ένα πολυσύνθετο και εξόχως πρωτότυπο σύμπαν όπου η γλώσσα, το χιούμορ, η σάτιρα και η πολιτική συνείδηση συνυπάρχουν με τρόπο ιδιοφυή, μοναδικό και εντελώς προσωπικό. Ο Μποστ ανέπτυξε ένα ύφος αναγνωρίσιμο και ευδιάκριτο σε κάθε έκφανση του έργου του, είτε πρόκειται για γελοιογραφίες και κείμενα είτε για θεατρικά και εικαστικά έργα. Η γλωσσική του ιδιοπροσωπία, η πολιτικοκοινωνική του ματιά και η αισθητική του τόλμη καθιστούν το έργο του ένα διαρκώς επίκαιρο και ταυτόχρονα ιστορικό σχόλιο της νεοελληνικής ταυτότητας.
1. Γλωσσική παρωδία και δημιουργική ανορθογραφία
Ένα από τα πλέον εμβληματικά χαρακτηριστικά της τέχνης του είναι η εσκεμμένη ανορθογραφία και η γλωσσική παρωδία. Στοχεύοντας στην αποδόμηση της καθαρεύουσας, τη γελοιοποιεί συστηματικά μέσα από ένα ετερόκλητο μίγμα λόγιων, λαϊκών και ξενικών εκφράσεων, ενώ συγχρόνως σατιρίζει τον ημιμαθή και καθωσπρέπει μικροαστό που προσπαθεί αδέξια να μιμηθεί το "ύφος" της επίσημης γλώσσας. Η γλωσσική του σάτιρα λειτουργεί ως μέσο κοινωνικής και πολιτισμικής κριτικής: με τις παραφθορές του και τα ανορθόγραφα στιχάκια του δεν προκαλεί μόνο γέλιο αλλά και στοχασμό γύρω από την ταυτότητα της γλώσσας και του ομιλητή.
2. Μικροαστισμός, ξενόδουλη πολιτική και κοινωνική κριτική
Η σάτιρα του στρέφεται κυρίως κατά του μικροαστισμού, του καθωσπρεπισμού, της ξενομανίας, της ημιμάθειας και της πολιτικής εξάρτησης. Μέσα από τους διαλόγους των ηρώων του, που μοιάζουν με παιδικά σκίτσα και μιλούν με απολαυστικά ανορθόγραφα στιχάκια, αναδεικνύεται μια σφοδρή και πολυεπίπεδη κοινωνική και πολιτική κριτική. Η “Μαμά Ελλάς” – μια αρχαιοπρεπής αλλά ρακένδυτη μορφή – και τα παιδιά της, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, λειτουργούν ως καθρέφτης της κοινωνικής και εθνικής μιζέριας της μετεμφυλιακής και μεταπολεμικής Ελλάδας.
Ιδιαίτερη θέση στην πολιτική του κριτική έχει η καυστική αναφορά στον θεσμό της Βασιλείας, η καταγγελία της πολιτικής εξάρτησης από τον ξένο παράγοντα, αλλά και – χωρίς καμία “ασυλία” – η σάτιρα της ίδιας της Αριστεράς, στην οποία ιδεολογικά ανήκε. Χαρακτηριστική είναι η στάση του στον Εμφύλιο, όπου, σε αντίθεση με τις μετέπειτα τοποθετήσεις του, σατίριζε τους αντάρτες με τη μορφή του "συμμορίτη" καρικατούρα.
3. Χρονικός και υφολογικός συμφυρμός
Το έργο του διακρίνεται για τον διαχρονικό συμφυρμό ιστορικών φάσεων, ιδεολογιών και αισθητικών προτύπων. Ήρωες από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την Επανάσταση του 1821, το έπος του 1940 ή σύγχρονες πολιτικές μορφές – όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ή ο Αριστοτέλης Ωνάσης – συνυπάρχουν στα έργα του με τρόπο ανιστορικό και ταυτόχρονα αποκαλυπτικό. Με αυτό το διακειμενικό παιχνίδι ο Βοσταντζόγλου διαμορφώνει έναν ιστορικά φορτισμένο παραλογισμό, όπου η επίσημη Ιστορία διαρρηγνύεται και απογυμνώνεται, μετατρεπόμενη σε πεδίο σάτιρας.
4. Ζωγραφική: ναΐφ έκφραση και λαϊκή εικονοποιία
Αυτοδίδακτος ζωγράφος, κινήθηκε στο ύφος της λαϊκής τέχνης, ιδιαίτερα επηρεασμένος από τον Θεόφιλο και τις φιγούρες του θεάτρου σκιών. Στους πίνακές του συναντάμε ήρωες της αρχαιότητας και του ’21, ζευγάρια της Ιστορίας ή της φαντασίας, φιγούρες που κουβαλούν υπερρεαλιστικές, γκροτέσκες ή ποιητικές ποιότητες. Το ύφος του είναι απλό αλλά όχι απλοϊκό, ναΐφ αλλά βαθιά στοχαστικό, με έντονη χρωματικότητα και σχηματική λιτότητα.
5. Θέατρο: Σάτιρα σε δεκαπεντασύλλαβο
Στα θεατρικά του έργα αναδεικνύεται ως ένας λαϊκός ποιητής της σκηνής. Έγραψε έργα σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο, συνδυάζοντας πομπώδεις καθαρευουσιάνικες φράσεις με λαϊκές και ξένες εκφράσεις, δημιουργώντας έτσι ένα ιδιότυπο γλωσσικό ύφος. Συχνά εμφάνιζε ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα να μιλούν και να δρουν σε σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, με σαφή παρωδιακή διάθεση.
6. Άλλες καλλιτεχνικές εκφράσεις
Ο Βοσταντζόγλου έγραψε και στίχους για τραγούδια που έγιναν επιτυχίες: Οι Νεκροθάφτες (σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου), Η νήσος των Αζορών και Ρομβία (σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη). Σχεδίασε και το εξώφυλλο του δίσκου Το θαλασσινό τριφύλλι (1972), με μουσική Λίνου Κόκοτου και ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, επιβεβαιώνοντας την ευρύτητα της καλλιτεχνικής του γκάμας.
Το έργο του αποτελεί ένα σπάνιο φαινόμενο ενότητας λόγου και εικόνας, ύφους και περιεχομένου, σάτιρας και πολιτικής θέσης. Με όχημα την ανορθογραφία, την καρικατούρα, τον σαρκασμό και τον ιδιότυπο λαϊκό καθαρευουσιανισμό του, έφτιαξε ένα καλλιτεχνικό σύμπαν που δεν αποτυπώνει απλώς την ελληνική κοινωνία του 20ού αιώνα — τη σκιαγραφεί με ανεξίτηλες γραμμές, την αποκαλύπτει και τη σατιρίζει με αφοπλιστική ευφυΐα.
Κατάλογος έργων του Μποστ
Ο Αγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασσικών..Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι (1944)
Σκίτσα του Μποστ (1959)
Το λέφκομα μου (1960)
Σκίτσα και κείμενα (Πρώτη επιλογή Δεκέμβριος 1961)
Σκίτσα και κείμενα (Δεύτερη επιλογή Απρίλιος 1972)
Σκίτσα 73-74 (1975)
Αλληλογραφεια με τον Κοστα (Χρονογραφήματα από την Αυγή, Θεμέλιο, 1964)
Το Ημερολόγιο μιας χήρας. Δοκίμιον δια έργον "δύο εφχάριστων ορών" (1972)
18 Αντικείμενα ή Υπέρ Δικτατορείας Λόγος (1975)
Καλειδοσκόπιο (Gutenberg, 1975)
Σταυροφορίες (Γράμματα, 1992)
Κλασσικά Εικονογραφημένα : Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (κείμενο: Ειρήνη Φωτεινού, εικόνες: Μποστ) (1953)
Δον Κιχώτης (θεατρικό, 1961)
Όμορφη Πόλη (θεατρικό, 1962)
Φαύστα (θεατρικό, 1964)
Τα χρυσά φτερά (θεατρικό, 1973)
Οι εκλογές του Μποστ (θεατρική επιθεώρηση,1973)
Μαρία Πενταγιώτισσα (θεατρικό, 1982)
Κάνε το ΠΑΣΟΚ σου παξιμάδι (θεατρική επιθεώρηση, 1985)
Ιστιρικέ Ιστορίαι (θεατρικό, 1985)
40 χρόνια Μπόστ (θεατρικό, 1987)
Μήδεια (θεατρικό, 1993)
Το γελοίον του πράγματος: Ο ήρωας της Κολομβίας
Το γελοίον του πράγματος: Ο εφευρέτης
Ρωμαίος και Ιουλιέτα (θεατρικό, 1995)
Σχόλια