Λεωνίδας Βασιλικόπουλος
Ο Λεωνίδας Βασιλικόπουλος (21 Μαΐου 1932 – 30 Μαΐου 2014) υπήρξε εξέχων αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, με τον βαθμό του αντιναυάρχου εν αποστρατεία. Διετέλεσε επίτιμος Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΓΕΝ) και ανέλαβε, επίσης, τη διοίκηση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ).
Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών (1967–1974), ο Βασιλικόπουλος αναδείχθηκε σε μία από τις πλέον ενοχλητικές μορφές για το καθεστώς, με τη δράση του να περιλαμβάνει συμμετοχή σε βομβιστικές ενέργειες και ουσιαστικό ρόλο στο Κίνημα του Ναυτικού, που στόχευε στην ανατροπή της χούντας και την επαναφορά της δημοκρατικής νομιμότητας.
Ως Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (1986–1989), διαχειρίστηκε επιτυχώς την ελληνοτουρκική κρίση του Μαρτίου 1987. Η ταχεία κινητοποίηση των ναυτικών δυνάμεων υπό τη διοίκησή του συνέβαλε καθοριστικά στην αποτροπή των τουρκικών σχεδίων για έρευνες υδρογονανθράκων στο Αιγαίο.
Κατά την περίοδο διοίκησής του στην ΕΥΠ (1993–1996), ενίσχυσε τη συνεργασία των υπηρεσιών πληροφοριών Ελλάδας και Κύπρου, ενώ υιοθέτησε φιλοσερβική στάση στο ζήτημα της Βοσνίας. Στην κρίση των Ιμίων (1996), παρείχε έγκαιρες και τεκμηριωμένες πληροφορίες· ωστόσο, οι εισηγήσεις του αγνοήθηκαν από τον τότε Πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, ο οποίος φέρεται να αρνήθηκε να τον συναντήσει. Επιπλέον, συγκρούστηκε με τους συνδικαλιστές εντός της Υπηρεσίας, επιβάλλοντάς τους κυρώσεις, καθώς θεωρούσε επιζήμια τη δράση τους για την αποτελεσματική λειτουργία του οργανισμού.
Σταδιοδρομία
Εισήλθε στη Σ.Ν.Δ. το 1949 και αποφοίτησε ως Μάχιμος Σημαιοφόρος το 1954.
Υπηρέτησε σε πλοία επιφανείας, σε επιτελικές και διοικητικές θέσεις, ενώ διετέλεσε Κυβερνήτης των Ο/Γ ΜΕΡΛΙΝ (1961-62), ΔΑΝΙΟΛΟΣ (1962) και ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ (1962-63).
Στις 19 Αυγούστου 1966, αποστρατεύθηκε με αίτησή του ως Υποπλοίαρχος ε.α. Ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση ενώ το 1969, συνελήφθη και κρατήθηκε στο ΕΑΤ/ΕΣΑ για τη συμμετοχή του στην Οργάνωση «Φιλική Εταιρεία», τέθηκε σε απομόνωση σε ξενοδοχείο της Δροσιάς μέχρι την 21η Απριλίου 1970 και, στη συνέχεια εκτοπίστηκε στη Σαμοθράκη όπου και κρατήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού για τη συμμετοχή του στην οργάνωση «Ελεύθεροι Έλληνες». Στις 21 Μαΐου 1973, συνελήφθη και πάλι για τη συμμετοχή του στην οργάνωση «Αντιδικτατορική Νεολαία-ΕΑΝ», καταδικάστηκε σε 2 έτη φυλάκισης για συμμορία κατ’ εξακολούθηση και αποφυλακίστηκε στις 21 Αυγούστου 1973 με αμνηστία. Στις 5 Απριλίου 1974, αποβλήθηκε από τα στελέχη της εφεδρείας. Στις 03 Δεκεμβρίου 1974, μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας τον Ιούλιο του 1974, ακυρώθηκε η διαγραφή του από τα στελέχη της εφεδρείας και στις 24 Φεβρουαρίου 1975 ανακλήθηκε στην ενέργεια με το βαθμό του Υποπλοιάρχου. Στις 14 Αυγούστου 1976,επαναφέρθηκε στη μόνιμη υπηρεσία ως μηδέποτε απομακρυνθείς ανακτώντας παράλληλα την θέση του στην επετηρίδα του Π.Ν .
Μετά την επάνοδό του στο Ναυτικό, υπηρέτησε εκ νέου ως Κυβερνήτης του Ο/Γ ΔΑΝΙΟΛΟΣ (1975-76), ενώ στην συνέχεια ως Κυβερνήτης του Α/Τ ΛΕΩΝ παράλληλα και ως Διοικητής 3ης Μοίρας Αντιτορπιλικών (1977) και στο Α/Τ ΒΕΛΟΣ (1977-78).
Μετεκπαιδεύθηκε στις ΗΠΑ στη Ναυτιλία/ Κατεύθυνση και φοίτησε στη Ναυτική Σχολή Πολέμου (1976), στη Σχολή Άμυνας του ΝΑΤΟ (1980-1981), και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας. Έλαβε Πτυχίο Εξειδίκευσης Ναυτιλίας/Κατεύθυνσης και Επιτελούς Εθνικής Άμυνας.
Επίσης, εκτός από άλλες μονάδες του Στόλου, υπηρέτησε στο Επιτελείο της 1ης Διοίκησης Πλοίων Αποβάσεως, τη Ν.Δ.Α, τη Ν.Δ.Ι, τον Ν/Σ καθώς και σε επιτελείο NATO (MEDCENT, 1979-80). Στη συνέχεια, διατέλεσε Διοικητής Ναρκοπολέμου (1981-82), Διευθυντής του Β’ Κλάδου του ΓΕΝ (1982-84), Διοικητής ΔΝΕ(1984-86) και Αρχηγός Στόλου (1986).
Διετέλεσε Αρχηγός ΓΕΝ και COMEDEAST από 22 Δεκεμβρίου 1986 μέχρι 17 Ιουλίου 1989 οπότε και αποστρατεύτηκε ως Ναύαρχος ε.α. ενώ παράλληλα, του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Αρχηγού ΓΕΝ.
Τιμήθηκε με όλα τα παράσημα, μετάλλια και τις δια μνημονεύσεις που προβλέπονται για Αξιωματικό του βαθμού και της θέσης του.
Μετά την αποστρατεία του, τον Οκτώβριο του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου διόρισε τον Λεωνίδα Βασιλικόπουλο Διοικητή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ). Α’ Υποδιοικητής ανέλαβε ο Υποστράτηγος Χρήστος Δενδραμής. Ο Βασιλικόπουλος ανέπτυξε εκτεταμένο δίκτυο πληροφοριών και, στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του στα Βαλκάνια, στήριξε τους Σέρβους στη Βοσνία. Επιδείκνυε σκληρή αντιτουρκική στάση και ενίσχυσε τη συνεργασία των υπηρεσιών πληροφοριών Ελλάδας και Κύπρου, όπου συντελούσε και το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα, που είχε θεσπιστεί από κοινού από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Γλαύκο Κληρίδη.
Κατά την κρίση των Ιμίων, η ΕΥΠ παρείχε έγκαιρα και ακριβή πληροφορίες. Συγκεκριμένα, ο σταθμός της ΕΥΠ στην Αλεξανδρούπολη είχε εντοπίσει εντολές από το τουρκικό Αρχηγείο Στόλου προς δύο περιπολικά, το απόγευμα της 29ης Ιανουαρίου. Η εντολή αφορούσε την προσέγγιση και τον έλεγχο των δύο βραχονησίδων, με σκοπό να διαπιστωθεί η παρουσία ελληνικών κομάντος ή ελληνικής σημαίας. Ο κυβερνήτης του ενός περιπολικού ρωτήθηκε επανειλημμένως από το κέντρο σχετικά με το αν θα μπορούσε να εκτιμήσει την τακτική κατάσταση κατά τη διάρκεια της νύχτας, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν. Η σχετική συνομιλία μεταφράστηκε και διαβιβάστηκε στην κεντρική υπηρεσία της ΕΥΠ στις 29 Ιανουαρίου. Από εκεί, μέσω απόρρητου τηλέτυπου, στάλθηκε στο Κέντρο Επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Ωστόσο, οι πληροφορίες αυτές δεν αξιοποιήθηκαν από την κυβέρνηση.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης φάνηκε η έντονη δυσπιστία του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη προς την ηγεσία της ΕΥΠ και των Ενόπλων Δυνάμεων. Όπως σημειώνει η εφημερίδα «Το Βήμα»: «Οι αξιωματικοί αυτοί είχαν συνηθίσει να λειτουργούν υπό την ηγεσία του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος εκτιμούσε ιδιαίτερα τις συσκέψεις με στρατιωτικούς, τις πληροφορίες από κλειστές πηγές και τη διαχείριση κρίσεων, όπως εκείνη του Μαρτίου 1987. Ο κ. Σημίτης τους θεωρούσε ‘ανδρεϊκούς’, ξένους προς τη δική του κουλτούρα και ύποπτους για ενέργειες παγίδευσης κατά τις κρίσιμες εκείνες ώρες».
Εσωτερικά στην ΕΥΠ, ο Βασιλικόπουλος επιχείρησε να επιβάλλει αυστηρή πειθαρχία, γεγονός που τον οδήγησε σε συχνές συγκρούσεις με τους συνδικαλιστές της Υπηρεσίας. Τον Απρίλιο του 1996 άσκησε πειθαρχικές διώξεις κατά του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων ΕΥΠ.
Πολιτική Δράση του Λεωνίδα Βασιλικόπουλου
Ο Λεωνίδας Βασιλικόπουλος, διακεκριμένος αντιναύαρχος ε.α. και επίτιμος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, διατήρησε ενεργή πολιτική παρουσία και μετά τη στρατιωτική του σταδιοδρομία. Η πολιτική του δραστηριότητα συνδέθηκε στενά με τον χώρο της Κεντροαριστεράς και ειδικότερα με το ΠΑΣΟΚ, αλλά και με την υπεράσπιση ιστορικών και ιδεολογικών θέσεων της Αριστεράς.
Συμμετοχή σε Εκδηλώσεις και Πολιτικές Παρεμβάσεις
Ο Βασιλικόπουλος παραβρέθηκε σε εκδηλώσεις της Αριστερής Πρωτοβουλίας του ΠΑΣΟΚ, καθώς και σε εκδηλώσεις αφιερωμένες στη μνήμη και το έργο του Ανδρέα Παπανδρέου, με τον οποίο διατηρούσε στενή φιλική και πολιτική σχέση. Η παρουσία του σε τέτοιες εκδηλώσεις υπογράμμισε τη διαρκή του προσήλωση στις αρχές και τις αξίες που πρέσβευε η ιστορική ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αλλά και τη διαχρονική του στήριξη στην προοδευτική παράταξη.
Κριτική στην Εξομοίωση Κομμουνισμού και Ναζισμού
Το 2006, ο Βασιλικόπουλος παρενέβη δημόσια με άρθρο του στον «Ριζοσπάστη», ασκώντας δριμεία κριτική στην προσπάθεια εξομοίωσης του Κομμουνισμού με τον Ναζισμό, η οποία προωθήθηκε από ορισμένους ευρωβουλευτές και αποτυπώθηκε σε σχετική απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στο άρθρο του, ο Βασιλικόπουλος υπογράμμισε ότι μια τέτοια εξομοίωση συνιστά ιστορική και ιδεολογική στρέβλωση, καθώς επιχειρεί να ταυτίσει μια πολιτική ιδεολογία με παγκόσμια λαϊκή αναγνώριση με ένα ολοκληρωτικό και εγκληματικό καθεστώς, όπως ο ναζισμός. Η παρέμβασή του αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της υπεράσπισης της ιστορικής αλήθειας και της αντίστασης στον αναθεωρητισμό που επιχειρείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ιστορικο-φιλολογική Αποτίμηση
Η πολιτική στάση του Βασιλικόπουλου, τόσο με τη φυσική του παρουσία σε εκδηλώσεις όσο και με τις δημόσιες παρεμβάσεις του, αποτυπώνει τη συνέπεια με την οποία υπηρέτησε τις ιδέες της προοδευτικής παράταξης και της αντιδικτατορικής δημοκρατικής παράδοσης. Η κριτική του στην εξομοίωση Κομμουνισμού και Ναζισμού συνδέεται άμεσα με το ιστορικό του βίωμα ως αντιστασιακού κατά της δικτατορίας και με τη βαθιά του πεποίθηση για τη διακριτή ιστορική αποστολή κάθε ιδεολογίας. Η στάση του αυτή συνιστά σημαντική συμβολή στον δημόσιο διάλογο για την ιστορική μνήμη και την πολιτική ταυτότητα της σύγχρονης Ελλάδας.
Σχόλια