Translate

Αικατερίνη Βερώνη

Η Αικατερίνη Βερώνη - Γεννάδη (Κωνσταντινούπολη, 1867 – 18 Μαΐου 1955) συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων πρωταγωνιστριών που ανέδειξε το ελληνικό θέατρο, ιδιαιτέρως στον τομέα του ρομαντικού δράματος, το οποίο κυριάρχησε στις σκηνές της εποχής.

Γεννήθηκε και ανατράφηκε στην κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα της Κωνσταντινούπολης, σε μια οικογένεια όπου οι γονείς της αγαπούσαν το θέατρο και όλα τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας, ασχολήθηκαν με την υποκριτική. Η επαφή της με το θέατρο ξεκίνησε ήδη από το 1883, όταν στην Κωνσταντινούπολη έδωσε παράσταση ο θίασος του Νικολάου Λεκατσά. Εκείνη, μαγεμένη από την τέχνη, πήρε το πρώτο της σημαντικό θεατρικό ρόλο, την Οφηλία στον «Άμλετ» του Σαίξπηρ. Η ερμηνεία της γνώρισε μεγάλη επιτυχία και σύντομα της εμπιστεύτηκαν σημαντικούς ρόλους όπως τη Γέτσικα στον «Έμπορο της Βενετίας» και τη Δυσδαιμόνα στον «Οθέλο».

Η πρώτη της εμφάνιση στην Αθήνα έγινε το 1885, στο θέατρο «Απόλλων» με τον θίασο του Δημοσθένη Αλεξιάδη, όπου ερμήνευσε την Αδριανή Καρντοβίλ στη διασκευή του μυθιστορήματος «Ο περιπλανώμενος Ιουδαίος» του Ευγένιου Σύη (Eugène Sue). Η παράσταση ήταν άκρως επιτυχημένη και καθιέρωσε την Βερώνη ως πρωταγωνίστρια.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας της ξεχώρισε για την υποκριτική της δεινότητα και την ενσάρκωση των ρομαντικών ιδεωδών που κυριαρχούσαν στην εποχή της, καθώς και για την επιτυχή συμμετοχή της στα ιστορικά δράματα που γνώριζαν μεγάλη απήχηση. Ανάμεσα στις σημαντικές παραστάσεις της ήταν έργα όπως «Η κυρία με τας καμέλιες» του Δουμά, η «Μερόπη» του Δημήτρη Βερναρδάκη, η «Σαπφώ» του Δ. Καλαποθάκη, η «Φαιδώρα» του Σαρντού και η «Διονυσία» του Αλέξανδρου Δουμά.

Η Βερώνη είχε ισχυρή παρουσία σε παραστάσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στις παροικίες της Κωνσταντινούπολης, της Σύρου και άλλων περιοχών. Το 1895 εμφανίστηκε με το θίασό της στο θέατρο Μνηματάκια στην Πόλη και στον Απόλλωνα της Σύρου, όπου παρουσίασε τον «Αναπαραδιάδη» του Γεωργίου Σουρή, ενώ το 1896 ανέβασε την «Αντιόπη» του Βερναρδάκη στο θέατρο Τσόχα. Το 1899 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και έδωσε παραστάσεις στο θέατρο Οντεόν, ενώ το 1900 παρουσίασε στο αθηναϊκό θέατρο Βαριετέ έργα όπως «Ηθοποιοί του Αυτοκράτορα» του Καρλ Βάτερμπουργκ και «Ένοχος» του Ρ. Φος.

Το 1901, από τον Φεβρουάριο έως τον Μάιο, έδωσε παραστάσεις στο θέατρο Απόλλων της Ερμούπολης με τα αδέλφια της, Δημήτριο και Σμαράγδα Βερώνη. Ερμήνευσε μεγάλες επιτυχίες όπως «Τιμή», «Μάγδα» του Σούντερμαν, «Ένσαρκον άγαλμα» του Τ. Τσικόνι, «Βρυκόλακες» του Ίψεν, «Βασιλιά Ληρ» του Σαίξπηρ, και «Αρτεμισία» του Τιμολέοντα Αμπελά. Την ίδια χρονιά παρουσίασε στο θέατρο Βαριετέ την «Τερέζα Ρακέν» του Ζολά.

Η αντιζηλία της με την επίσης μεγάλη ηθοποιό Ευαγγελία Παρασκευοπούλου υπήρξε σημείο αναφοράς στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου. Το 1893, για την παράσταση της «Φαύστας» του Δημήτρη Βερναρδάκη, ο Βερναρδάκης επέλεξε την Βερώνη για την πρεμιέρα στο θέατρο Ολύμπια, ενώ ο διευθυντής θιάσου Δημήτριος Κοτοπούλης ανέβασε το ίδιο έργο την επόμενη μέρα στο θέατρο Ομόνοια με πρωταγωνίστρια την Παρασκευοπούλου. Η αντιπαλότητα των δύο ηθοποιών πυροδότησε έντονες συγκρούσεις μεταξύ των φανατικών τους θαυμαστών.

Το 1902, η Αικατερίνη Βερώνη παντρεύτηκε τον ηθοποιό και συνάδελφό της Γεώργιο Γεννάδη (1869–1933). Από κοινού δημιούργησαν δικό τους θίασο, εγκαταλείποντας το Βασιλικό Θέατρο όπου η Βερώνη είχε διατελέσει πρωταγωνίστρια. Με τον θίασο αυτό ξεκίνησαν εκτενείς περιοδείες σε όλη την Ελλάδα και στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, φέρνοντας το ελληνικό θέατρο σε κάθε γωνιά όπου ζούσαν Έλληνες. Οι περιοδείες αυτές διήρκεσαν περίπου τρεις δεκαετίες, μέχρι το 1920, οπότε η Βερώνη αποσύρθηκε από τη σκηνή.

Το 1906, στο θέατρο Νεαπόλεως, παρουσίασαν τα έργα «Αφύπνιση» και «Αθανάσιος Διάκος» του Α. Γαλανού, ενώ το 1908 ξεκίνησαν περιοδεία στη Μικρά Ασία, παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων την «Παγκάστη» του Δημήτρη Κορομηλά και ξανά τη «Φαύστα».

Στις αρχές του 20ού αιώνα, στο θέατρο της Αθήνας αναδείχθηκαν δύο νέες μεγάλες πρωταγωνίστριες, η Μαρίκα Κοτοπούλη και η Κυβέλη, που ήρθαν να συνεχίσουν την παράδοση που είχε θέσει η Βερώνη και η Παρασκευοπούλου.

Παρά την απόσυρσή της το 1920, το 1934 επέστρεψε προσωρινά στη σκηνή, συμμετέχοντας σε επετειακές παραστάσεις για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Δημήτρη Βερναρδάκη, στην πόλη της Μυτιλήνης, όπου ερμήνευσε και πάλι τη «Φαύστα».

Η Αικατερίνη Βερώνη πέθανε τον Μάιο του 1955 στην Αθήνα, στην κλινική Σμπαρούνη, σε ηλικία 88 ετών, από θρόμβωση της στεφανιαίας αρτηρίας.

Τα αδέλφια της, Θεμιστοκλής, Σμαράγδα και Δημήτριος Βερώνης, υπήρξαν επίσης ηθοποιοί, και οι κόρες του Δημητρίου, Σοφία και Καίτη, ακολούθησαν καριέρα στο μουσικό θέατρο.

Η πορεία της Αικατερίνης Βερώνη αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο της νεοελληνικής θεατρικής ιστορίας, καθώς συμβολίζει τη μετάβαση από την προφορική παράδοση σε μια ευρωπαϊκά διαμορφωμένη σκηνική τέχνη, ενώ παραμένει μέχρι σήμερα σύμβολο καλλιτεχνικής αφοσίωσης και ρομαντικού πάθους.

Σχόλια