Translate

Κώστας Καζάκος

Ο Κώστας Καζάκος  (1935–2022) γεννήθηκε στις 29 Μαΐου 1935 στον Πύργο Ηλείας, με καταγωγή από το ορεινό χωριό Καρυές Τριφυλίας. Από τα νεανικά του χρόνια βρέθηκε αντιμέτωπος με τις πολιτικές προκαταλήψεις της μετεμφυλιακής Ελλάδας, καθώς η αριστερή ιδεολογική ταυτότητα του πατέρα του υπήρξε αιτία αποκλεισμού του από τη δημόσια παιδεία. Κατά την απόπειρά του να εγγραφεί σε σχολή παιδαγωγικών σπουδών, του ζητήθηκε –όπως συνέβαινε τότε για πολλούς νέους με "μη εθνικώς υγιή φρονήματα"– πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων· μη διαθέτοντάς το, του απαγορεύθηκε η εγγραφή.
Αναπροσανατολισμένος, στράφηκε στη θεατρική τέχνη και φοίτησε αρχικά στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου (1953–1956), όπου σπούδασε τόσο την υποκριτική όσο και τη σκηνοθεσία. Παράλληλα, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν (1954–1957), από την οποία αναδείχθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές και δημιουργούς του νεοελληνικού θεάτρου.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του διαδρομής, ο Καζάκος υπήρξε ταγμένος υπηρέτης της σκηνής, τόσο ως ηθοποιός όσο και ως σκηνοθέτης. Ξεχώρισε για τη βαθιά κοινωνική του ευαισθησία και για την προσήλωσή του σε ένα θέατρο με σαφή ανθρωπιστικό και ιδεολογικό προσανατολισμό. Το 1973 τιμήθηκε με το Α’ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την αρτιότητα της παραγωγής της «Λυσιστράτης» – μιας μεταφοράς του αρχαίου δράματος που συνέδεσε την κλασική παράδοση με τα αιτήματα της εποχής.

Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου, μέλος της Επιτροπής Αδειοδότησης του επαγγέλματος του ηθοποιού, ενώ ανέλαβε και τη θέση του αντιπροέδρου στο Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, συμβάλλοντας ενεργά στην προβολή και ενίσχυση του ελληνικού θεάτρου εντός και εκτός συνόρων. Συνιδρυτής, μαζί με τον Λέοντα Τριβιζά, του Ελεύθερου Θεάτρου, διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην ανανέωση της θεατρικής έκφρασης κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, ενώ μετά τον θάνατο της συντρόφου του στη ζωή και στην τέχνη, Τζένης Καρέζη, ίδρυσε προς τιμήν της το «Ίδρυμα Τζένη Καρέζη», το οποίο εστιάζει στην παροχή φροντίδας σε ασθενείς με χρόνιο και αβάσταχτο πόνο.

Η πολιτική του δραστηριότητα υπήρξε συνεπής προς τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις. Εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας το 2007 και το 2009, εκπροσωπώντας από τα έδρανα της Βουλής τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης, της λαϊκής κυριαρχίας και της πολιτιστικής αναγέννησης.
Ο Κώστας Καζάκος έφυγε από τη ζωή στις 13 Σεπτεμβρίου 2022, σε ηλικία 87 ετών, στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», έχοντας αντιμετωπίσει σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα. Με την εκδημία του, ο ελληνικός πολιτισμός αποχαιρέτησε έναν άνθρωπο του πνεύματος και της δράσης, έναν καλλιτέχνη με βαθύ ήθος και ακέραιο δημόσιο λόγο.

Προσωπική ζωή

Η προσωπική διαδρομή του Κώστα Καζάκου χαρακτηρίστηκε από σταθερούς δεσμούς και βαθιά συναισθηματική επένδυση, στοιχεία που συνόδευσαν παράλληλα την καλλιτεχνική του πορεία. Την πρώτη του συζυγική ένωση πραγματοποίησε το 1962 με την εικαστικό Νερίνα Λυμπεροπούλου, αδελφή της ηθοποιού Μάγιας Λυμπεροπούλου.

Από το 1968 έως και το 1992, υπήρξε παντρεμένος με την εμβληματική ηθοποιό Τζένη Καρέζη. Ο γάμος τους, πέραν του ότι συνιστούσε ένα από τα πλέον εμβληματικά ζεύγη του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου της μεταπολεμικής περιόδου, σφραγίστηκε και από τη γέννηση του γιου τους, Κωνσταντίνου Καζάκου (γεν. 1969), ο οποίος ακολούθησε και αυτός την υποκριτική τέχνη.

Το 1997 ο Καζάκος τέλεσε τρίτο γάμο με την ηθοποιό Τζένη Κόλλια, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά. Πρώτος γεννήθηκε ο Αλέξανδρος (1997), ακολούθησε η Άρτεμις-Γεωργία (1998), η οποία, τραγικά, απεβίωσε στις 25 Ιουνίου 1999, σε ηλικία μόλις οκτώ μηνών, μία εβδομάδα μετά τη βάπτισή της, λόγω σπανίας ασθένειας. Μετά την απώλεια αυτή, ο οικογενειακός κύκλος συμπληρώθηκε με τη γέννηση της Ηλέκτρας (2002) και της Μάγιας (2008).

Ο επίλογος της ζωής του Κώστα Καζάκου σφραγίστηκε από μία πράξη ευγενικής δωρεάς και επιστημονικής προσφοράς: σε πλήρη επίγνωση του χρέους προς την κοινωνία και την παιδεία, ο ίδιος είχε δηλώσει την επιθυμία να παραχωρηθεί, μετά θάνατον, το σώμα του στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, προκειμένου να συμβάλει στην εκπαίδευση των φοιτητών της Ιατρικής.

Πολιτική

Η ενασχόληση του Κώστα Καζάκου με τα κοινά υπήρξε φυσική προέκταση της ιδεολογικής του ταυτότητας. Στις βουλευτικές εκλογές των ετών 2007 και 2009, εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.

Διακρίσεις

Η πολύπλευρη προσφορά του Κώστα Καζάκου στον χώρο του θεάτρου και του πολιτισμού συνοδεύτηκε από πλήθος τιμητικών διακρίσεων και αναγνωρίσεων, που φανερώνουν το μέγεθος της επίδρασής του τόσο σε καλλιτεχνικό όσο και σε θεσμικό επίπεδο. Υπηρέτησε τη θεατρική κοινότητα από κομβικές θέσεις ευθύνης, διατελώντας αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου και πρόεδρος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Παράλληλα, υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου και ενεργό μέλος της Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη θεσμική κατοχύρωση και προστασία των επαγγελματικών δικαιωμάτων των ηθοποιών.

Η καλλιτεχνική του ακεραιότητα και το ήθος του αναγνωρίστηκαν νωρίς από την κινηματογραφική και θεατρική κοινότητα: το 1967 τιμήθηκε με το βραβείο «Χρυσός Απόλλων» της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών, ενώ το 1973 έλαβε το Α΄ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την αρτιότητα της κινηματογραφικής μεταφοράς της «Λυσιστράτης», έργο που φέρει την προσωπική του σκηνοθετική και ερμηνευτική σφραγίδα. Επιπλέον, του απονεμήθηκε το Βραβείο της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων και Κριτικών για το σύνολο της προσφοράς του στο ελληνικό θέατρο, επιβεβαιώνοντας τη βαθιά και διαρκή επίδραση του έργου του στη θεατρική μας παράδοση.

Θεατρογραφία

Η θεατρική πορεία του Κώστα Καζάκου υπήρξε μακρά, πολυδιάστατη και βαθύτατα συνδεδεμένη με τους παλμούς της ελληνικής κοινωνίας και τα μεγάλα υπαρξιακά και πολιτικά ερωτήματα της εποχής του. Από τα πρώτα του βήματα έως τις τελευταίες του σκηνικές εμφανίσεις, υπηρέτησε το θέατρο όχι μόνον ως ερμηνευτής, αλλά και ως φορέας λόγου και στοχασμού.

Η πρώτη του εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι καταγράφεται το 1954 με το έργο Η μικρή μας πόλη του Θόρντον Γουάιλντερ, ενώ το 1957 συμμετείχε στην εμβληματική Αυλή των θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλλη, έργο-σταθμό για το νεοελληνικό θέατρο. Στη δεκαετία του ’70, περίοδο εντάσεων και αναζητήσεων, πρωταγωνίστησε και συν-δημιούργησε έργα με έντονη πολιτική φόρτιση και κοινωνικό περιεχόμενο, όπως η Κυρία δεν με μέλλει (1970), η Ασπασία (1971) και το θρυλικό Μεγάλο μας τσίρκο (1973), που ανέβηκε κατά την περίοδο της Δικτατορίας και αποτέλεσε ένα από τα πλέον σημαντικά θεατρικά γεγονότα της εποχής.

Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και μεταγενέστερα έργα, όπως η Πάπισσα Ιωάννα (1977) και Η Παναγία των δολαρίων (1977), ενώ ακολούθησε η κοινωνική σάτιρα Πολίτες δεύτερης κατηγορίας (1978). Η ερμηνευτική του γκάμα φάνηκε ευρύτατη, καθώς ερμήνευσε με επιτυχία και έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου, όπως το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; (1982), το Jogging (1987), και Ο θάνατος του εμποράκου του Άρθουρ Μίλλερ (1993), με τον οποίο ταυτίστηκε ερμηνευτικά.

Στα τελευταία χρόνια της πορείας του συνέχισε να υπηρετεί το θέατρο με συνέπεια, σκηνοθετώντας και ερμηνεύοντας σε έργα υψηλής θεατρικής αξίας: Τα σέβη μας, δόκτωρ Τσέχωφ (1999), Οι μικροαστοί (2000) και το Ήταν όλοι τους παιδιά μου (2006), με το οποίο ολοκλήρωσε έναν κύκλο σκηνικών παρουσιών που χαρακτηρίστηκε από εντιμότητα, συνέπεια και βαθύ ανθρωπιστικό προβληματισμό.

Κινηματογράφος

Έτος Τίτλος Ρόλος
1956 Αρπαγή της Περσεφόνης Πλούτωνας
1961 Τα σαράντα παλικάρια Κίτσος
1962 Πεζοδρόμιο κακοποιός
1962 Προδωμένη αγάπη Στέλιος
1962 Ηλέκτρα χωρικός
1963 Ένας ντελικανής Λεωνίδας
1963 Λενιώ η βοσκοπούλα Καραφώτης
1964 Εξωτικές βιταμίνες Μανώλης
1964 Η Κύπρος στις φλόγες Αλής
1964 Τα δάκρυα μου είναι καυτά Νίκος Περίδης
1965 Η στοργή Αλέκος Καλλέργης
1965 Το μπλόκο Κοσμάς
1965 Με πόνο και με δάκρυα Βαγγέλης Κατραπάς
1965 Το πρόσωπο της ημέρας Λέανδρος
1965 Απόκληροι της κοινωνίας Χαράλαμπος
1965 Περιφρόνα με γλυκειά μου Μιχάλης
1966 Οι ένοχοι Σωτήρης Ντάβος
1966 Κοινωνία, ώρα μηδέν[9] απατεώνας
1966 Ο γυρισμός του στρατιώτη Πέτρος
1967 Κοντσέρτο για πολυβόλα λοχαγός Αλέξης Θεοδώρου
1967 Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω Τσάκος 
1968 Αγάπη και αίμα Έκτωρ Αρβούζης
1968 Η λεωφόρος του μίσους Κώστας Κυριαζής
1968 Το παρελθόν μιας γυναίκας Βασίλης Μουτούσης
1969 Πανικός Βασίλης Μακρίδης
1969 Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα Ορφέας
1969 Το κορίτσι του "17" Παύλος Βλάχος
1970 Εν ονόματι του νόμου Αλέξης Αλεβίζος
1970 Μια γυναίκα στην Αντίσταση λοχαγός Δημήτρης Ζορμπάς
1971 Υποβρύχιο Παπανικολής πλωτάρχης Μίλτος Ιατρίδης
1972 Λυσιστράτη Κινησίας
1972 Ερωτική συμφωνία Πέτρος Κρίσπης
1973 Ζήτημα ζωής και θανάτου Αντώνης Μαράς
1975 Το κελί μηδέν απόστρατος αξιωματικός
1977 Ιφιγένεια εν Αυλίδι Αναμέμνονας
1980 Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο Κούλης
1982 Στη ζούγκλα της Αθήνας Σωτήρης
1982 Ταξίδι στην πρωτεύουσα Μελέτης
1991 Ο δραπέτης μαστρο-Αντώνης Μπάρκας
2013 1866 Χατζημιχάλης Γιάνναρης

Τηλεοπτική Δραστηριότητα

Η παρουσία του Κώστα Καζάκου στον χώρο της τηλεόρασης, αν και λιγότερο εκτεταμένη σε σχέση με τη θεατρική του διαδρομή, υπήρξε εξίσου αξιοπρόσεκτη και πολυσχιδής, με εμφανίσεις που κάλυψαν πέντε δεκαετίες και χαρακτηρίστηκαν από το ήθος, τη βαρύτητα και τη θεατρική ποιότητα της ερμηνείας του.

Η πρώτη του εμφάνιση πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο 1972–1973 με τη δραματική σειρά Μαρίνα Αυγέρη στην ΕΙΡΤ, στην οποία ενσάρκωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Βασίλη και υπέγραψε συγχρόνως τη σκηνοθεσία της σειράς. Ακολούθησε η Μεγάλη περιπέτεια (1976–1977, ΕΡΤ), με τον ίδιο στον ρόλο του Αλέξανδρου Αντύπα, και το 1977, ενσάρκωσε με ιστορική ευλάβεια τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στη σειρά Ο μεγάλος ξεσηκωμός της ΥΕΝΕΔ.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 συμμετείχε στη σειρά Μαύρη χρυσαλλίδα (1990–1991, ΕΤ1), ερμηνεύοντας τον Γκέρχαρτ Φον Κρούγκε, ενώ την περίοδο 1992–1993 πρωταγωνίστησε στα Κλειστά παράθυρα στον ρόλο του Βασίλη Βαλμά. Το 1993 εμφανίστηκε σε επεισόδιο της αστυνομικής σειράς Τμήμα Ηθών (ΑΝΤ1), ενώ το 1994 συμμετείχε σε επεισόδιο της πολιτικοσατιρικής σειράς Το γελοίον του πράγματος, ενσαρκώνοντας τον παπά-Νεκτάριο, σε κείμενο με αναφορά στην ιδεολογική κρίση μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Κατά την περίοδο 2000–2001, ο Καζάκος πρωταγωνίστησε στη δραματική σειρά Εκτός πορείας (ΕΤ1), στον ρόλο του Απόστολου, ενώ από το 2004 έως το 2007 υπήρξε κεντρικό πρόσωπο της επιτυχημένης καθημερινής σειράς Βέρα στο δεξί (MEGA), ως Διαμαντής Αμυράς. Ακολούθησε ο ρόλος του Γιάννη Αργυρίου στη σειρά Ζωή ξανά (2007–2008, ALPHA).

Τέλος, το 2012, ο Καζάκος ανέλαβε τον ρόλο του αφηγητή (φωνή) στην τηλεταινία Γεώργιος Ξενουδάκης (1816–1888), επιβεβαιώνοντας τη φωνητική του υποκριτική δεινότητα αλλά και το κύρος του στον χώρο των τηλεοπτικών βιογραφικών παραγωγών.

Σχόλια