Translate

Στυλιανός Καψωμένος

Ο Στυλιανός Καψωμένος (1907 – 15 Μαΐου 1978) υπήρξε εξέχουσα μορφή των ελληνικών γραμμάτων, φιλόλογος, παπυρολόγος και ιστορικός, ο οποίος άφησε ισχυρό αποτύπωμα τόσο στον ακαδημαϊκό όσο και στον πνευματικό χώρο της Ελλάδας του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης, σε μια εποχή εθνικών και κοινωνικών μετασχηματισμών, και σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών κατά την περίοδο 1924–1928. Με φιλομάθεια και ανήσυχο πνεύμα, συνέχισε τις σπουδές του σε σημαντικά πανεπιστήμια της Ευρώπης, όπως στην Παβία, το Μόναχο και το Βερολίνο, όπου ήρθε σε επαφή με τα πλέον προηγμένα ρεύματα της φιλολογικής και παπυρολογικής έρευνας της εποχής.

Το 1942 εντάχθηκε στο επιστημονικό δυναμικό της Ακαδημίας Αθηνών, αναλαμβάνοντας τη θέση του επιστημονικού συνεργάτη, και το 1944 άρχισε να διδάσκει Αρχαία Ελληνική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του νεοσύστατου τότε Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η διδασκαλία του, που συνεχίστηκε μέχρι το 1973, διακρίθηκε για την αυστηρότητα, την επιστημονική τεκμηρίωση και την αφοσίωση στην κλασική παιδεία.

Κατά τη διάρκεια της ακαδημαϊκής του σταδιοδρομίας, διετέλεσε δύο φορές κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής και ανήλθε στη θέση του πρύτανη του ΑΠΘ, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην οργανωτική και πνευματική του συγκρότηση. Επιπλέον, διετέλεσε πρόεδρος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στα πρώτα, καθοριστικά χρόνια λειτουργίας του, διαδραματίζοντας ρόλο θεμελιωτή στην ακαδημαϊκή του φυσιογνωμία.

Στις επίμονες προσπάθειές του οφείλεται, για να αναφέρουμε ένα μόνο χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ίδρυση και ομαλή λειτουργία τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής στα Ιωάννινα, το οποίο εξελίχθηκε σύντομα σε αυτόνομο πανεπιστημιακό ίδρυμα.

Παράλληλα με τη σταθερή προσφορά του στο Πανεπιστήμιο, ο Σ. Γ. Καψωμένος τίμησε την ελληνική φιλολογική επιστήμη και στο εξωτερικό, δημοσιεύοντας μελέτες σε ξενόγλωσσα περιοδικά, συμμετέχοντας σε διεθνή συνέδρια και διδάσκοντας ως επισκέπτης καθηγητής σε ξένα πανεπιστήμια. Υπήρξε μέλος πολλών ελληνικών και διεθνών επιστημονικών εταιρειών και τιμήθηκε με πολλές ειδικές διακρίσεις.

Το επιστημονικό του έργο είναι πολύπλευρο και αφορά την κλασική φιλολογία, την ιστορία της ελληνικής γλώσσας και την παπυρολογία. Οι πρωτότυπες μελέτες του συνέβαλαν σημαντικά και καθοριστικά στην πρόοδο της γνώσης σε αυτούς τους τομείς και ταυτόχρονα φανερώνουν τη βαθιά του κατάρτιση και την πολύπλευρη προσωπικότητα ενός επιστήμονα που δεν περιορίστηκε ποτέ από τη στενή και συχνά μονόπλευρη εξειδίκευση της εποχής του. Οι μελέτες του για την κλασική φιλολογία καλύπτουν συγγραφείς από τον Όμηρο ως τον Καλλίμαχο· ιδιαίτερη αγάπη, όμως, έτρεφε για τους τραγικούς ποιητές, και κυρίως για τον Σοφοκλή.

Η μονογραφία του για τις πηγές, τη χρονολόγηση και τα φιλολογικά ζητήματα των «Τραχινίων» –μια μελέτη που ξεχωρίζει για τον συνδυασμό διεισδυτικότητας και ψύχραιμης φιλολογικής κριτικής– επρόκειτο να αποτελέσει τη βάση για την έκδοση της τραγωδίας, η οποία όμως διακόπηκε λόγω του θανάτου του, ενώ βρισκόταν –μετά από επίμονη και μακρόχρονη ερευνητική εργασία– στο στάδιο της τελικής επεξεργασίας. Αυτό το έργο, καρπός υποδειγματικής εργατικότητας, επιστημονικής ευσυνειδησίας και βαθιάς γνώσης, μπορεί προς το παρόν να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της πνευματικής του προσφοράς, αφού μια δίκαιη και πλήρης αποτίμηση του έργου του δεν είναι δυνατό να γίνει εδώ αναλυτικά.

Μαζί με την πλούσια και σημαντική επιστημονική του δράση (βλ. κατάλογο δημοσιευμάτων του έως το 1972 στο περιοδικό Δωδώνη 1 (1972), σελ. v–viii), αξίζει να αναδειχθούν η ακεραιότητα του χαρακτήρα του και ο ουσιαστικός του ανθρωπισμός. Όσοι τον γνώρισαν καλύτερα μπορούν να βεβαιώσουν ότι, χωρίς επιδεικτικές δηλώσεις και φανταχτερές διακηρύξεις, επιτέλεσε το καθήκον του –τόσο προς την πατρίδα, στις δύσκολες στιγμές του ελληνοϊταλικού πολέμου, όσο και προς το κοινωνικό σύνολο– όταν, μαζί με όσους είχαν απομείνει στη θέση τους, ανέλαβε το δύσκολο και αχάριστο έργο να αποτρέψει, με τον δικό του τρόπο, την κατάρρευση και διάλυση του πανεπιστημίου από τις συνέπειες της πολιτικής ανωμαλίας της εποχής.

Οι πολυάριθμοι μαθητές του, που είχαν την τύχη να καθοδηγηθούν από τη σοφία του και να διδαχθούν από το ήθος του, δεν θα τον θυμούνται μόνο ως έναν ήρεμο και στοργικό δάσκαλο, αλλά θα προσπαθήσουν να συνεχίσουν και να μεταδώσουν το έργο του, με τη βεβαιότητα ότι έτσι τιμούν με τον καλύτερο τρόπο τη μνήμη του.

Ο Στυλιανός Καψωμένος έφυγε από τη ζωή στις 15 Μαΐου 1978, ύστερα από καρδιακή προσβολή, ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν από τη Βουρβουρού Χαλκιδικής προς τη Θεσσαλονίκη. Ο θάνατός του σήμανε το τέλος μιας ζωής αφιερωμένης στην επιστήμη, στη φιλολογία και στην υπηρέτηση του ελληνικού πανεπιστημίου.

Σχόλια