Η Μάχη του Γρανικού, 22 Μαΐου 334 π.Χ.
Αντίπαλος δύναμη του Αλεξάνδρου υπήρξε ένα ισχυρό και συγκεντρωμένο στράτευμα της Αχαιμενιδικής Αυτοκρατορίας, αποτελούμενο κυρίως από τις δυνάμεις των δυτικών σατραπειών, οι οποίες είχαν λάβει θέσεις πλησίον της πόλεως Ζέλειας στη Φρυγία. Επικεφαλής των περσικών στρατευμάτων ήταν ο Αρσίτης, σατράπης της Φρυγίας, πλαισιωμένος από επιφανείς Πέρσες αριστοκράτες και αξιωματούχους, όπως ο Σπιθριδάτης, σατράπης της Λυδίας και της Ιωνίας, ο Φαρνάκης, αδελφός της συζύγου του Δαρείου Γ΄, ο Ατιζύης, ο Μιθριδάτης και άλλοι εξέχοντες στρατηγοί και άρχοντες της περιοχής.
Η νικηφόρος έκβαση της μάχης υπέρ του Αλεξάνδρου δεν αποτέλεσε απλώς μια τοπική στρατιωτική επιτυχία, αλλά παρείχε ένα πλεονέκτημα μεγάλης στρατηγικής σημασίας για την περαιτέρω προέλαση των ελληνικών δυνάμεων στη Μικρά Ασία. Ενίσχυσε το κύρος του Μακεδόνα βασιλέως τόσο έναντι των Περσών όσο και έναντι των ελληνικών πόλεων της Ιωνίας, επιφέροντας ρήγματα στο εσωτερικό μέτωπο της Αχαιμενιδικής κυριαρχίας.
Πρώτες Κρίσιμες Αποφάσεις της Μακεδονικής Εκστρατείας. Προετοιμασία της μάχης
Εάν οι Πέρσες είχαν κινητοποιήσει έγκαιρα τον στόλο τους προς τον Ελλήσποντο, είναι πιθανόν πως θα μπορούσαν εξ αρχής να αποτρέψουν την προέλαση του μακεδονικού στρατού και να καταπνίξουν την απειλή του Αλεξάνδρου ήδη στα παράλια της Μικράς Ασίας. Ωστόσο, κατά τα πρώτα στάδια της μακεδονικής εκστρατείας, οι Πέρσες υπέπεσαν σε σοβαρά στρατηγικά σφάλματα. Τη στιγμή της αποβίβασης του Αλεξάνδρου στην ασιατική ακτή, υπήρχε ήδη εκεί συγκεντρωμένη ικανή δύναμη των Αχαιμενιδών.
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά η μορφή του Μέμνονα του Ρόδιου, έμπειρου στρατηγού στην υπηρεσία των Περσών, ο οποίος προέβαλε σχέδιο αμυντικής τακτικής με μακροπρόθεσμη στρατηγική αξία. Ο Μέμνων προέτρεψε τους Πέρσες ηγεμόνες να αποφύγουν οποιαδήποτε κατά μέτωπο σύγκρουση με τον Αλέξανδρο· πρότεινε την υιοθέτηση τακτικής καμένης γης, δηλαδή την εσκεμμένη καταστροφή των περιοχών από όπου θα διέρχονταν οι μακεδονικές δυνάμεις, ώστε να στερηθούν ανεφοδιασμού και υποστήριξης. Παράλληλα, πρότεινε να μεταφερθεί ο πόλεμος στην ίδια την Ελλάδα, μέσω αποστολής ισχυρού στρατιωτικού σώματος με τον περσικό στόλο. Ο σκοπός ήταν διπλός: αφενός να απειληθεί ο Αλέξανδρος εντός της πατρίδας του, και αφετέρου να ενισχυθεί ένας αντιπερισπασμός μέσω αναζωπύρωσης συγκρούσεων στον ελλαδικό χώρο, ιδίως στη νότια Ελλάδα, νότια των Θερμοπυλών.
Οι εισηγήσεις του Μέμνονα δεν εισακούστηκαν, κυρίως για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και ανταγωνισμών στο εσωτερικό της περσικής διοίκησης. Οι Πέρσες αποφάσισαν τελικώς να αντιμετωπίσουν τον Αλέξανδρο σε ανοικτή μάχη, επιλέγοντας να τον αναχαιτίσουν στις όχθες του ποταμού Γρανικού.
Όταν ο Αλέξανδρος πληροφορήθηκε την παράταξη των περσικών στρατευμάτων, διέταξε τον στρατό του να προετοιμαστεί για κατά μέτωπον σύγκρουση. Φθάνοντας στο πεδίο της μάχης, διαπίστωσε ότι οι Πέρσες είχαν λάβει θέσεις επί της απόκρημνης ανατολικής όχθης του ποταμού, θέση εκ φύσεως πλεονεκτική. Ο Γρανικός, αν και μικρός ποταμός που πηγάζει από τα όρη της Μικρής Φρυγίας, είχε στο συγκεκριμένο σημείο πλάτος μεταξύ 20 και 40 μέτρων. Η εποχική τήξη των χιονιών κατά τον μήνα Μάιο είχε ενισχύσει τη ροή του, καθιστώντας το ρεύμα ισχυρό, πλην όμως το βάθος του ήταν τέτοιο που δεν απαιτούσε γεφύρωση για τη διάβασή του.
Το πλέον δύσκολο στοιχείο για τον επιτιθέμενο στρατό ήταν το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της ανατολικής όχθης, την οποία κατείχαν οι Πέρσες· το έδαφος ήταν απόκρημνο και δυσπρόσιτο, καθιστώντας την ανάβαση ιδιαίτερα επισφαλή υπό την πίεση της εχθρικής άμυνας. Παρ’ όλα αυτά, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να προσβάλει αμέσως τη θέση του εχθρού, επιλέγοντας την αιφνιδιαστική και τολμηρή διάβαση του ποταμού, πράξη που θα καθορίσει τελικώς την έκβαση της σύγκρουσης.
Η Παράταξη των Αντίπαλων Στρατευμάτων στη Μάχη του Γρανικού
Πριν από τη σύγκρουση, ο Παρμενίων, έμπειρος στρατηγός του Μακεδονικού στρατού, συμβούλευσε τον Αλέξανδρο να αναβάλει τη μάχη. Η νυκτερινή σύγκρουση, σε άγνωστο έδαφος και με τον εχθρό να κατέχει το υψίπεδο της ανατολικής όχθης, φαινόταν επικίνδυνη. Ωστόσο, ο Αλέξανδρος, εξετάζοντας την παράταξη του περσικού στρατού, θεώρησε ότι μία άμεση εκ παρατάξεως σύγκρουση του παρείχε όλες τις πιθανότητες επιτυχίας. Αποφάσισε, έτσι, να μην επιτρέψει στους Πέρσες την παραμικρή ευκαιρία οπισθοχώρησης ή αναδιάταξης κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Σύμφωνα με τις διαταγές του, το κέντρο της μακεδονικής δύναμης καταλάμβαναν οι έξι τάξεις της φάλαγγας υπό την ηγεσία των Περδίκκα, Κοίνο, Αμύντα, Φίλιππο, Μελέαγρο και Κρατερό. Στη δεξιά πτέρυγα της φάλαγγας παρατάχθηκαν οι υπασπιστές υπό τον Νικάνορα, υιό του Παρμενίωνα, ακολουθούμενοι από τους σαρισοφόρους, τους Παίονες, και την ίλη των συμμάχων από την Απολλωνία με επικεφαλής τον Σωκράτη, υπό την ανώτατη στρατηγία του Αμύντα του Αρραβαίου. Πλαισιώνονταν από σύμμαχες δυνάμεις, τοξότες και Αγριάνες ακοντιστές υπό την ηγεσία του Φιλώτα, σχηματίζοντας το δεξιό κέρας. Το αριστερό προστατευόταν από τρεις μονάδες ιππικού: πρώτοι παρατάχθηκαν οι Θράκες υπό τον Αγάθωνα, ακολουθούμενοι από τους συμμάχους ιππείς υπό τον Φίλιππο του Μενελάου και τελευταίοι οι Θεσσαλοί ιππείς υπό τον Κάλλα του Αρπάλου. Τη στρατηγική ηγεσία της δεξιάς πτέρυγας ανέλαβε ο ίδιος ο Αλέξανδρος, ενώ την αριστερή ανέθεσε στον Παρμενίωνα.
Στην ανατολική όχθη του ποταμού παρατάχθηκε το περσικό ιππικό σε όλο το μήκος της όχθης. Στο δεξιό τους κέρας βρίσκονταν οι Μήδοι και οι Βακτριανοί υπό τον Ρεομίθρη, στο αριστερό ο Μέμνων με τους γιους του και οι ιππείς του Αρσαμένη, ενώ στο μέσο οι Παφλαγόνες και οι Υρκανοί, υπό τον Αρσίτη και τον Σπιθριδάτη. Το περσικό, ασιατικό και ελληνικό πεζικό είχε παραταχθεί λίγο πιο πίσω σε θέση εφεδρείας, καθώς οι Πέρσες είχαν επιλέξει να εστιάσουν την άμυνά τους στην απόκρουση της διάβασης με το ισχυρό τους ιππικό.
Η περσική τακτική δύναμη ανερχόταν περίπου σε 20.000 ιππείς, αποτελούμενους από Μήδους, Βακτριανούς, Υρκανούς, Καππαδόκες και Παφλαγόνες, και σε άλλους τόσους πεζούς, κυρίως Έλληνες μισθοφόρους. Παρά το αριθμητικό πλεονέκτημα στο ιππικό, το πεζικό τους υστερούσε έναντι του μακεδονικού, τουλάχιστον σύμφωνα με τον Αρριανό. Εκείνος εκτιμά την περσική δύναμη περίπου στις 40.000, ενώ άλλες, πιο υπερβολικές εκτιμήσεις, την ανεβάζουν στις 110.000 ή και 600.000 άνδρες, όπως αναφέρει ο Ιουστίνος.
Η παράταξη και των δύο πλευρών αντικατοπτρίζει τη διαφορετική στρατηγική προσέγγιση: ο Αλέξανδρος επέλεξε έναν τολμηρό, επιθετικό σχεδιασμό, βασισμένο στην πειθαρχία και τη συγκρότηση της φάλαγγας και του ιππικού, ενώ οι Πέρσες στηρίχθηκαν κυρίως στη δύναμη και τον όγκο του ιππικού τους, υποτιμώντας την αποφασιστικότητα και την ευφυΐα του νεαρού Μακεδόνα στρατηλάτη.
Η έναρξη της Μάχης – Η πρώτη διάβαση του Γρανικού
Κατά την ακριβή διήγηση του Αρριανού τα δύο αντίπαλα στρατεύματα στάθηκαν επί μακρόν σιωπηλά, αντικριστά στις όχθες του ποταμού, βυθισμένα σε αγωνιώδη προσμονή για την έκβαση των γεγονότων. Οι Πέρσες υπομονετικά ανέμεναν τη στιγμή που οι Μακεδόνες θα εισέρχονταν στο νερό, ώστε να τους πλήξουν τη στιγμή της μεγαλύτερης αδυναμίας τους.
Τότε ο Αλέξανδρος, αναπηδώντας αποφασιστικά επί του Βουκεφάλου, κάλεσε το στράτευμά του να τον ακολουθήσει και να επιδείξει την ανδρεία του. Διέταξε πρώτους να διαβούν τον ποταμό οι πρόδρομοι ιππείς· ακολουθούσαν οι Παίονες υπό τον Αμύντα, γιον τοῦ Ἀρραβαίου, ένα τάγμα πεζικού, και, προπορευόμενη όλων, η ἴλη τοῦ Σωκράτους, η οποία―κατ’ ευτυχή συγκυρία―διοικούσε εκείνη την ημέρα το σύνολο του ιππικού υπό τον Πτολεμαίο, υἱὸν Φιλίππου.
Ο ίδιος ο Αλέξανδρος, ηγούμενος τῆς δεξιάς πτέρυγος, όρμησε στο ρεύμα υπό τους ήχους των σαλπίγγων και τις πολεμικές ιαχές προς τον Ἐνυάλιο Ἄρη. Προέλαυνε λοξά, παρασυρόμενος μεθοδικά από το ρεύμα, ώστε, μόλις βγει στην απέναντι όχθη, να κτυπήσει κατά μέτωπον και όχι κατακερματισμένος από το παρατεταγμένο περσικό ιππικό.
Οι Πέρσες, βλέποντας τους πρώτους άνδρες του Αμύντα και του Σωκράτη να αναδύονται, εξαπέλυσαν δριμεῖς ριπές δοράτων. Όσοι κατείχαν τα υψηλότερα σημεία της όχθης έβαλλαν μέσα στο ποτάμι, ενώ οι χαμηλότεροι κατέβαιναν οι ίδιοι στο νερό. Η σύγκρουση ιππέων επί των αβαθών ροών ήταν σκληρή· οι Μακεδόνες, παλεύοντας από ασταθή έδαφος, υπέστησαν σημαντικές απώλειες, ενώ οι Πέρσες εκμεταλλεύονταν το υψομετρικό τους πλεονέκτημα.
Στο κρισιμότερο σημείο βρισκόταν το επίλεκτο περσικό ιππικό, όπου μάχονταν ο Μέμνων με τους γιους του. Παρ’ όλα αυτά, οι πρώτοι Μακεδόνες όρθωσαν γενναία άμυνα, παρέχοντας τον αναγκαίο χρόνο στους υπολοίπους να συσπειρωθούν γύρω από τον επερχόμενο Αλέξανδρο. Ο βασιλεὺς, οδηγώντας τη δεξιά παράταξη, επιτέθηκε με σφοδρότητα στο πυκνότερο τμήμα των Περσών, εκεί όπου συνωστίζονταν οι ηγεμόνες τους .
Εν τῷ μεταξύ, οι γραμμές της μακεδονικής φάλαγγας περνούσαν πλέον τη μία μετά την άλλη. Παρά το γεγονός ότι η σύγκρουση διεξαγόταν επάνω σε άλογα, είχε τον χαρακτήρα μάχης πεζικού· τα ζώα σπρώχνονταν μεταξύ τους, οι άνδρες μάχονταν σώμα με σώμα, οι Μακεδόνες πιέζοντας να αποσπάσουν τους Πέρσες από τον απόκρημνο λόφο στην πεδιάδα, ενώ οι Πέρσες αντιπαλαίοντας να επαναρίψουν τους αντιπάλους στο ποτάμι.
Έτσι άνοιξε η αυλαία της Μάχης του Γρανικού: με μια τολμηρή, αιφνίδια διάβαση, όπου η αποφασιστικότητα του Αλεξάνδρου και η πειθαρχία των ανδρών του υπερίσχυσαν του αριθμητικού πλεονεκτήματος και της ισχυρής θέσεως των Περσών, προδιαγράφοντας την τελική νίκη των Μακεδόνων.
Η κορύφωση της Μάχης – Το προσωπικό ανδραγάθημα του Αλεξάνδρου και η συντριβή των Περσών
Καθώς η μάχη μαινόταν σφοδρή, το δόρυ του Αλεξάνδρου έσπασε κατά την έφοδο. Αμέσως ζήτησε νέο όπλο από τον Ἀρέτην, έναν νεαρό ευπατρίδη της βασιλικής ακολουθίας. Εκείνος, βρισκόμενος σε εξίσου δυσχερή θέση, καθώς είχε ήδη θραύσει και το δικό του δόρυ και αγωνιζόταν με το σπασμένο, του το έδειξε και φώναξε να στραφεί αλλού. Τελικώς, ένας από τους συμμάχους, ο Κορίνθιος Δημάρατος, του παρέδωσε το δικό του, και ο Αλέξανδρος, χωρίς χρονοτριβή, όρμησε ξανά στη μάχη.
Εκείνη τη στιγμή διέκρινε τον Μιθριδάτη, γαμβρόν τοῦ Δαρείου, να πλησιάζει επικεφαλής τμήματος ιππικού με σκοπό να διασπάσει τις μακεδονικές γραμμές. Ο βασιλέας έτρεξε πρώτος, προτάσσοντας το νέο δόρυ του, και με αποφασιστικό κτύπημα τον διαπέρασε. Λίγο αργότερα, ο Ροισάκης εξαπέλυσε επίθεση εναντίον του και κατόρθωσε να τον πλήξει στο κεφάλι με την πάλα, σχίζοντας το κράνος του. Ο Αλέξανδρος, ατάραχος, ανταπέδωσε με δόρυγμα στο στέρνο, διαπερνώντας τον θώρακα του αντιπάλου και καταβάλλοντάς τον.
Στο μεταξύ, ο Σπιθριδάτης, πλησιάζοντας αθέατος από τα νώτα του Αλεξάνδρου, ύψωσε την πάλα για να καταφέρει το τελειωτικό χτύπημα. Τότε όμως επενέβη ο Κλείτος ο επιλεγόμενος Μέλας, και με κτύπημα στον ώμο του Πέρση, του απέκοψε το χέρι, σώζοντας τον βασιλέα την ύστατη στιγμή.
Η σύγχυση άρχισε να καταλαμβάνει το περσικό στρατόπεδο. Οι Πέρσες, μαζί με τα άλογά τους, δέχονταν επιθέσεις από κάθε πλευρά· δόρατα, ξίφη και ιππείς αναμεμειγμένοι με ψιλούς τους έσπρωχναν βιαίως. Η φυγή άρχισε από το σημείο όπου μαχόταν ο Αλέξανδρος, και καθώς το κέντρο κατέρρεε, οι δύο πτέρυγες αποδιοργανώθηκαν και τράπηκαν σε άτακτη υποχώρηση.
Περί τους χιλίους Πέρσες ιππείς φονεύθηκαν στη σύγκρουση. Παρά ταύτα, η καταδίωξη των φυγάδων δεν υπήρξε εκτεταμένη, διότι ο Αλέξανδρος εστίασε την προσοχή του στο πυκνό σώμα των Ελλήνων μισθοφόρων, οι οποίοι είχαν διατηρήσει τη θέση τους, αποσβολωμένοι από την αναπάντεχη τροπή της μάχης.
Ο βασιλεύς διέταξε τη φάλαγγα να επιτεθεί κατά μέτωπο και τους ιππείς να περικυκλώσουν τους μισθοφόρους. Η μάχη έληξε σύντομα και φονικά· σχεδόν όλοι κατεσφάγησαν, εκτός όσων ίσως κρύφτηκαν κάτω από τους νεκρούς. Περίπου δύο χιλιάδες συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
Η μάχη του Γρανικού σφραγίστηκε με τον θάνατο πολλών διακεκριμένων Περσών: του Νιφάτη, του Πετήνη, του σατράπη της Λυδίας Σπιθριδάτη, του ύπαρχου της Καππαδοκίας Μιθροβουζάνη, του γαμβρού του Δαρείου Μιθριδάτη, του Αρβουπάλη, υἱοῦ Δαρείου (τοῦ ἀπὸ Ἀρταξέρξου), του Φαρνάκη, κουνιάδου του Δαρείου, και του Ωμάρη, αρχηγού των μισθοφόρων. Ο Αρσίτης, ένας εκ των σημαντικών Περσών ηγεμόνων, διέφυγε στη Φρυγία, όπου, κατακλυσμένος από ενοχές για τη συντριβή, έθεσε τέλος στη ζωή του.
Κατά την εκδοχή του ιστορικού Peter Green, η Μάχη του Γρανικού αποτελείτο στην πραγματικότητα από δύο διαδοχικές συγκρούσεις. Με βάση τις μαρτυρίες του Διοδώρου και του Πτολεμαίου του σωματοφύλακα, υποστηρίζει ότι οι Μακεδόνες έφθασαν στον ποταμό το απόγευμα. Ο Παρμενίων, επικαλούμενος τη στρατηγική σύνεση, πρότεινε αναμονή, όμως ο Αλέξανδρος, με την ορμητικότητα που τον διέκρινε, διέταξε άμεση επίθεση και όρμησε επικεφαλής της βασιλικής ίλης. Η πρώτη αυτή επίθεση, ανοργάνωτη και πρόχειρη, αποκρούστηκε. Οι ολίγοι νεκροί εκείνης της συμπλοκής, τιμήθηκαν με ανδριάντες ακριβώς διότι υπήρξαν οι μόνοι που όρμησαν, ενώ πολλοί άλλοι δίστασαν. Η νικηφόρα έκβαση επήλθε την επομένην πρωίαν, με την ιστορική εκείνη έφοδο που διέλυσε το περσικό στρατόπεδο και έθεσε τις βάσεις για την προέλαση του Αλεξάνδρου στην Ασία.
Μετά τη μάχη – Τιμές, ταφές και πολιτική διαχείριση του Αλεξάνδρου
Μετά την ένδοξη νίκη επί του περσικού στρατού στον Γρανικό, ο Αλέξανδρος, επιδεικνύοντας την προσήκουσα ευλάβεια προς τους πεσόντες συμπολεμιστές του, έλαβε σειρά ενεργειών που μαρτυρούν όχι μόνον τη στρατιωτική του οξυδέρκεια, αλλά και τη βαθιά του ευαισθησία απέναντι στην ανδρεία και την αυτοθυσία.
Κατά την πρώτη επίθεση, εφονεύθησαν εἴκοσι πέντε σύμμαχοι, εις μνήμην των οποίων ο Μακεδόνας βασιλεύς ανέθεσε στον περίφημο Λύσιππο —τον μόνο γλύπτη που κατείχε το δικαίωμα να φιλοτεχνεί και την ιδίαν του μορφή— να κατασκευάσει χάλκινες προτομές. Τα έργα τούτα τέχνης ανεγέρθησαν στο ιερό άλσος του Δίου, σε τόπο ιερό των Μακεδόνων, όπου τιμώνταν οι θεοί και οι ήρωες του έθνους. Επιπλέον, ο αριθμός των φονευθέντων περιελάμβανε περί τους εξήντα ιππείς και τριάντα πεζούς· όλοι τους ετάφησαν την επομένην, με τα όπλα και τα προσωπικά τους κτερίσματα, κατά την τιμητική παράδοση των Ελλήνων πολεμιστών.
Σε μια έμπρακτη ένδειξη τιμής προς τους πεσόντες, ο Αλέξανδρος απήλλαξε τις οικογένειές τους —γονείς και τέκνα— από τη φορολόγηση επί της γης και της περιουσίας, καθώς και από κάθε είδους προσωπική υποχρέωση προς το κράτος. Το μέτρο αυτό είχε τόσο συμβολικό όσο και πρακτικό χαρακτήρα: διαιώνιζε τη μνήμη των ηρώων και ανακούφιζε τα σπίτια τους από το βάρος της απουσίας τους.
Ιδιαίτερη φροντίδα επεδαπάνησε προς τους τραυματισμένους· ο ίδιος τους επισκέφθηκε έναν προς έναν, παρακολούθησε την κατάσταση των τραυμάτων τους, τούς ρώτησε πού και πώς επλήγησαν και τούς επέτρεψε —και ενθάρρυνε— να διηγηθούν τα ανδραγαθήματά τους, προσφέροντάς τους έτσι όχι μόνον ιατρική μέριμνα, αλλά και ηθική ανόρθωση.
Αλλά και προς τους αντιπάλους δεν έλειψε το μέτρο της ευπρέπειας. Οι αρχηγοί των Περσών, καθώς και οι Έλληνες μισθοφόροι που πολέμησαν στο πλευρό των βαρβάρων, έτυχαν ταφής, γεγονός που αντανακλά τη διάκριση μεταξύ τιμημένου εχθρού και προδότη. Όσοι Έλληνες μισθοφόροι συνελήφθησαν ζωντανοί, οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι στη Μακεδονία και καταδικάστηκαν σε καταναγκαστικά έργα. Ο λόγος δεν ήταν απλώς στρατιωτικός, αλλά βαθύτατα πολιτικός: οι άνδρες αυτοί, όντας Έλληνες, είχαν παραβεί τις κοινές αποφάσεις των ελληνικών πόλεων, συμμετέχοντας στο πλευρό των βαρβάρων και ενάντια στο κοινό συμφέρον του ελληνικού κόσμου.
Ως επιστέγασμα της νίκης και με σκοπό τον πανελλήνιο συμβολισμό του αγώνα, ο Αλέξανδρος απέστειλε στην Αθήνα τριακόσιες περσικές πανοπλίες, προσφορά στην Ακρόπολη, στο ιερό της Αθηνάς. Επέταξε μάλιστα να χαραχθεί επιτύμβιο επίγραμμα που απέδιδε με σαφήνεια το εθνικό νόημα της εκστρατείας:
«Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων».
Η φράση αυτή δεν αποτύπωνε απλώς το γεγονός της νίκης· ήτο μανιφέστο της ελληνικής πολιτισμικής υπεροχής έναντι των βαρβάρων, αλλά και αιχμή κατά των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι, λόγω της ουδετερότητάς τους ή και της αντίθεσής τους στην πανελλήνια σύμπραξη, εξαιρούνταν ρητώς από το σύνολο των "Ελλήνων" του επιγράμματος.
Έτσι, η νίκη του Γρανικού δεν αποτέλεσε απλώς μια στρατιωτική επιτυχία, αλλά και έναν σταθμό εθνικής σύμπνοιας, πολιτικού μηνύματος και βασιλικής μεγαλοψυχίας.
Συνέπειες συμπεράσματα
Η πρώτη αυτή, στρατηγικής σημασίας νίκη του Αλεξάνδρου στον Γρανικό ποταμό δεν υπήρξε μόνον στρατιωτικό κατόρθωμα· απετέλεσε τον προάγγελο της μακράς και ακάθεκτης πορείας του Μακεδόνα βασιλέως προς την κατάκτηση της Μικράς Ασίας. Εδραιώνοντας τη φήμη του τόσο στους συμμάχους όσο και στους αντιπάλους, η νίκη αυτή τού προσέφερε ερείσματα και ελευθερία κινήσεων για την περαιτέρω προέλασή του προς νότον, προτού οι Πέρσες κατορθώσουν να ανασυνταχθούν ή να κινητοποιήσουν εγκαίρως τον φοινικικό τους στόλο —μέσο καθοριστικής σημασίας για τη διασφάλιση της κυριαρχίας στο Αιγαίο και την άμυνα της ίδιας της Ελλάδας.
Με τη μάχη του Γρανικού ο Αλέξανδρος κατόρθωσε όχι μόνον να επιφέρει καίριο πλήγμα στις περσικές δυνάμεις της περιοχής, αλλά και να προλάβει τον περσικό αντίλογο· ο αιφνιδιασμός, η τόλμη και η ταχύτητα υπήρξαν τα βασικά εργαλεία του. Προτού προλάβουν οι Σατράπες της Μικράς Ασίας να συντονιστούν ή να καταφθάσει ενίσχυση από τον βασιλιά Δαρείο, προτού καν ενεργοποιηθεί ο φοινικικός στόλος που απειλούσε τον ελλαδικό χώρο, ο Αλέξανδρος είχε ήδη διαρρήξει την άμυνα του πρώτου μετώπου της αυτοκρατορίας.
Η νίκη αυτή ενίσχυσε το ηθικό των Ελλήνων συμμάχων, εντυπωσίασε τον ελληνικό κόσμο και κατέστησε σαφές ότι η εκστρατεία δεν επρόκειτο να είναι αμυντική, αλλά επιθετική και αποφασιστική. Από τον Γρανικό, η εκστρατεία μεταβλήθηκε σε μία πανελλήνια σταυροφορία υπό τον Αλέξανδρο, με στόχο την «εκδίκηση» για τις περσικές εισβολές του παρελθόντος και την επιβολή της ελληνικής ισχύος στην Ανατολή.
Σχόλια