Translate

Ένωση Επτανήσων με την Ελλάδα, 21 Μαΐου

Στις 21 Μαΐου 1864 επισφραγίζεται ένα σημαντικό ορόσημο στην ιστορία του ελληνικού κράτους: η επίσημη ένωση των Ιονίων Νήσων με το Βασίλειο της Ελλάδος. Πρόκειται για την πρώτη εδαφική προσάρτηση στο ελληνικό κράτος μετά την ολοκλήρωση της Επανάστασης του 1821, σηματοδοτώντας την απαρχή μιας νέας φάσης στην εθνική ολοκλήρωση του Ελληνισμού.

Τα Επτάνησα, ευρισκόμενα σε μια γεωπολιτικώς νευραλγική θέση στο σταυροδρόμι της Δύσεως και της Ανατολής, είχαν διαγράψει μια ιδιαιτέρως ταραχώδη ιστορική πορεία κατά τη διάρκεια της νεώτερης εποχής. Από το 1800 έως το 1807 συγκρότησαν το πρώτο αυτόνομο ελληνικό κρατικό μόρφωμα, την Ιόνιο Πολιτεία, υπό ρωσοτουρκική επικυριαρχία. Κατά την περίοδο που ακολούθησε, τα νησιά περιήλθαν υπό την κυριαρχία της Αυτοκρατορικής Γαλλίας (1807) και, στη συνέχεια, υπό τον έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία τα μετέβαλε σε προτεκτοράτο της.

Μετά τη συγκρότηση του ανεξαρτήτου ελληνικού κράτους, ο πόθος της ενσωματώσεως των Ιονίων Νήσων στον εθνικό κορμό δεν άργησε να αναδυθεί με ένταση. Οι ριζοσπάστες Επτανήσιοι ανέπτυξαν έντονη πολιτική και ιδεολογική δράση υπέρ της Ένωσης, ενσαρκώνοντας το αίτημα της εθνικής αποκατάστασης. Αντιμέτωπη με αυτή τη λαϊκή πίεση, η Βρετανική διοίκηση επιχείρησε, χωρίς διαρκή επιτυχία, να κατασιγάσει τις αξιώσεις του επτανησιακού λαού μέσω παραχωρήσεως προνομίων και περιορισμένων μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, η γεωστρατηγική σημασία των Επτανήσων είχε στο μεταξύ μειωθεί, ιδίως αφότου η Αγγλία εξασφάλισε τον έλεγχο της Μάλτας, ενός ισχυρού ναυστάθμου στο κέντρο της Μεσογείου.

Τα Επτάνησα άρχισαν σταδιακά να θεωρούνται από τη βρετανική πολιτική ηγεσία περισσότερο ως εστία δαπανών και κοινωνικών αναταραχών παρά ως χρήσιμο στρατηγικό προγεφύρωμα. Υπό το φως αυτών των εξελίξεων, το Λονδίνο αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την παραχώρηση των νησιών ως διπλωματικό αντάλλαγμα, με σκοπό να ενισχύσει τη θέση του στο νέο πολιτειακό σχήμα της Ελλάδος και να διευκολύνει την αποδοχή του νέου μονάρχη, του φιλοαγγλικού πρίγκιπα Γεωργίου του οίκου των Γλύξμπουργκ, ως βασιλέως των Ελλήνων.



Στις 23 Σεπτεμβρίου 1864 το Ιόνιο Kοινοβούλιο ενέκρινε την Ένωση με την Eλλάδα. 

Στην συνέχεια, στο πλαίσιο των διπλωματικών διαβουλεύσεων μεταξύ των τριών Μεγάλων Δυνάμεων —Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας— που έλαβαν χώρα στις 17 Μαρτίου 1864, αποφασίζεται η Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, με ημερομηνία εφαρμογής την 21η Μαΐου 1864.

Τα επτά κύρια νησιά είναι, με σειρά μεγέθους, η Κεφαλονιά , η Κέρκυρα , η Ζάκυνθος , η Λευκάδα , τα Κύθηρα , η Ιθάκη και οι Παξοί.

Οι όροι της Ένωσης υπήρξαν σαφείς και πολυσήμαντοι. Πρωτίστως, η Κέρκυρα θα έπρεπε να αποστρατικοποιηθεί· προς τον σκοπό αυτό διατάσσεται και η κατεδάφιση του φρουρίου της πόλεως. Επιπλέον, το Ελληνικό Βασίλειο αναλάμβανε την πλήρη αναδοχή των συμβατικών υποχρεώσεων που είχαν συναφθεί μεταξύ της Ιονίου Πολιτείας ή της Μεγάλης Βρετανίας και τρίτων κρατών, εταιρειών ή ιδιωτών. Στους όρους περιλαμβανόταν επίσης η καταβολή αποζημιώσεων και συντάξεων στους Άγγλους δημοσίους υπαλλήλους που επρόκειτο να απολέσουν τις θέσεις τους λόγω της μεταβολής της κυριαρχίας.

Η Ένωση εγκρίθηκε επισήμως από το ΙΓ΄ Ιόνιο Κοινοβούλιο στις 23 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Στο σχετικό ψήφισμα διακηρύσσεται η ένταξη των Επτανήσων στην ελληνική επικράτεια ως «μία και αδιαίρετος πολιτεία υπό το συνταγματικόν σκήπτρον του Βασιλέως Γεωργίου Α΄».

Η ένωση αυτή υπήρξε όχι μόνο καρπός του αγώνα και της βούλησης των Επτανησίων, αλλά και προϊόν της ευφυούς αξιοποίησης των ευρωπαϊκών διπλωματικών ισορροπιών από το ελληνικό κράτος. Παράλληλα, αποτέλεσε πρόκριμα για τις επόμενες φάσεις της εθνικής ολοκλήρωσης, καθιστώντας τα Ιόνια Νησιά όχι απλώς ένα γεωγραφικό αλλά και ένα πολιτικό και ιστορικό θεμέλιο της ενιαίας ελληνικής επικράτειας.

Σχόλια