Translate

Απόστολος Ανδρέας, εορτασμός 30 Νοεμβρίου

Ο Ανδρέας (ή Ανδρεύς ή Ανδρείας) ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου και ένας από τους δώδεκα Αποστόλους του Χριστού.

Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ήταν ο πρώτος που κλήθηκε από τον Χριστό να γίνει Απόστολος, γι'αυτό και στην ορθόδοξη παράδοση συχνά αποκαλείται «Πρωτόκλητος». Η Καινή Διαθήκη δεν δίνει πολλές πληροφορίες για το πρόσωπό του, ενώ οι σχετικές παραδόσεις και θρύλοι πολλαπλασιάζονται από τον 3ο αιώνα και ιδιαίτερα κατά τον 8ο και 9ο αιώνα. Κατά την ορθόδοξη παράδοση, θεωρείται ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου (μετέπειτα Κωνσταντινούπολης) και οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως διάδοχοί του.
Ο Απόστολος Ανδρέας, εικόνα της Ελληνικής Εκκλησίας

Ο Ανδρέας φέρει ελληνικό όνομα (από το ἀνδρεία, γενναιότητα), το οποίο, όπως και άλλα ελληνικά ονόματα, φαίνεται πως ήταν διαδεδομένο μεταξύ των Εβραίων και άλλων εξελληνισμένων πληθυσμών της Ιουδαίας. Δεν μαρτυρείται άλλο όνομά του, εβραϊκό ή αραμαϊκό.

Γεννήθηκε μεταξύ του 5 και 10 μ.Χ. στην πόλη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας. Οι γονείς του ονομάζονταν Ιωνάς ή Ιωάννης και Ιωάννα. Ο Ανδρέας και ο αδελφός του Πέτρος μετέρχονταν το επάγγελμα του ψαρά στη λίμνη της Τιβεριάδος, γι'αυτό και όταν κλήθηκαν να ακολουθήσουν τον Χριστό, Αυτός τους είπε ότι θα τους κάνει «ἁλιεῖς ἀνθρώπων».

Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων μαθητών. Ο Ανδρέας είπε στον Χριστό για το παιδί με τα ψωμιά και τα ψάρια, ενώ όταν ο Φίλιππος ήθελε να πει στον Χριστό ότι κάποιοι Έλληνες ήθελαν να Τον δουν, το είπε πρώτα στον Ανδρέα. Ήταν επίσης ο ένας από τους τέσσερις μαθητές που ρωτούσαν στο Όρος των Ελαιών τον Ιησού για τα σημεία της Δεύτερης Παρουσίας Του.

Περιοδείες
Μετά την Πεντηκοστή και το σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, με τον αδερφό του Πέτρο και άλλους μαθητές βρέθηκαν στη Σινώπη του Ευξείνου Πόντου και εκεί έδρασε ανάμεσα στους Εθνικούς και Ιουδαίους, έχοντας ως ορμητήριο μια νησίδα κοντά στη Σινώπη. Ο Ευσέβιος Καισαρείας στο έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία» αναφέρει ότι ο Ανδρέας κήρυξε στη Σκυθία. Το «Πρώτο Χρονικό» προσθέτει ότι κήρυξε κατά μήκος της Μαύρης Θάλασσας και του ποταμού Δνείπερου μέχρι το Κίεβο και από εκεί ταξίδεψε στο Νόβγκοροντ. Ως εκ τούτου, έγινε προστάτης άγιος της Ουκρανίας, της Ρουμανίας και της Ρωσίας. Από τη Σινώπη ο Ανδρέας μαζί με το Ματθία και άλλους μαθητές πήγαν στην Αμισό (Σαμψούντα), όπου ίδρυσαν Εκκλησία. Αφού περιήλθε τις περιοχές του Πόντου, της Ιβηρίας και την Παρθία γύρισε στα Ιεροσόλυμα, μάλλον το 34 μ.Χ., για να γιορτάσει το Πάσχα με τους λοιπούς μαθητές.
Ο Άγιος Ανδρέας σε τοιχογραφία του 13ου αιώνα στη Μονή του Κίντσβισι

Σύμφωνα με τον Ιππόλυτο Ρώμης, ο Ανδρέας κήρυξε στη Θράκη, και η παρουσία του στο Βυζάντιο αναφέρεται στο απόκρυφο έργο «Πράξεις του Ανδρέα». Σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσε την Εκκλησία του Βυζαντίου (αργότερα Κωνσταντινούπολη) το 38 μ.Χ., εγκαθιστώντας τον Στάχυ ως επίσκοπο. Αυτή η επισκοπή θα εξελιχθεί αργότερα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, του οποίου ο Ανδρέας θεωρείται προστάτης και η εορτή του (30 Νοεμβρίου) γιορτάζεται ως σήμερα ως «Θρονική Εορτή». Κατ'άλλους, η παράδοση ότι θεμελίωσε την εκκλησία του Βυζαντίου αποτελεί μεταγενέστερη επινόηση. Ο Βασίλειος Σελευκείας γνώριζε επίσης τις περιοδείες του Αποστόλου Ανδρέα στη Θράκη, τη Σκυθία και την Αχαΐα.

Στην δεύτερη περιοδεία του, μέσω της Αντιοχείας, πήγε στην Έφεσο, τη Λαοδίκεια της Φρυγίας, την Οδυσσούπολη της Μυσίας, στη Νίκαια και την ευρύτερη περιοχή της Βιθυνίας, τη Νικομήδεια, τη Χαλκηδόνα, την Άμαστρη, για να καταλήξει και πάλι στη Σινώπη. Αργότερα επισκέφτηκε τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα, τους Αλανούς, τους Αβασγούς, τους Ζηκχούς, τους Βοσπορινούς και τους Χερσονήτες για να επιστρέψει στη Σινώπη. Στη συνέχεια πέρασε από το Βυζάντιο, την Ηράκλεια της Θράκης, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο με τελικό σταθμό την Πάτρα.

Με ορμητήριο την Πάτρα ο Ανδρέας κήρυττε σε ολόκληρη την Αχαΐα την εποχή που ανθύπατοι ήταν ο Λεσβίος και ο διάδοχος του Αιγεάτης. Εκεί η διδασκαλία του καρποφόρησε και με τις προσευχές του θεράπευσε θαυματουργικά πολλούς ασθενείς. Ακόμα και η Μαξιμίλλα, σύζυγος του ανθύπατου Αιγεάτου, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από βαριά αρρώστια που είχε, πίστεψε στον Χριστό. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον ανθύπατο και με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων συνέλαβε τον Ανδρέα και τον οδήγησε στο μαρτύριο με σταυρικό θάνατο, πιθανώς την εποχή του διωγμού του Νέρωνα. 
Το μαρτύριο του Αποστόλου Ανδρέα από το «Χρονικό της Νυρεμβέργης»

Το μαρτύριό του υπολογίζεται πως συνέβη περί το 60 μ.Χ., αν και η παράδοση που αναφέρει ότι σταυρώθηκε στην Πάτρα θεωρείται από ορισμένους Δυτικούς «μεταγενέστερη και αναξιόπιστη»
Η σταύρωση του Αγίου Ανδρέα σε χειρόγραφο του 14ου αιώνα

Πρώιμα κείμενα, όπως οι «Πράξεις του Ανδρέα» που είναι γνωστές στον Γρηγόριο Τουρώνης, περιγράφουν ότι ο Ανδρέας δέθηκε, δεν καρφώθηκε, σε έναν σταυρό παρόμοιο με του Ιησού. Ωστόσο στη Δύση αναπτύχθηκε μια παράδοση ότι ο Ανδρέας σταυρώθηκε σε έναν χιαστό σταυρό, της μορφής που ονομάζεται crux decussata, υποτίθεται κατόπιν αιτήματός του, καθώς θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο να σταυρωθεί στον ίδιο τύπο σταυρού με τον Ιησού. Πάντως η εικονογραφία του μαρτυρίου του Ανδρέα σε σταυρό σε σχήμα Χ δεν φαίνεται παγιώθηκε παρά στον ύστερο Μεσαίωνα.
Λειψανοθήκη με λείψανα του αγίου στον Καθεδρικό του Αμάλφι


Τα λείψανά του
Το λείψανό του έθαψε με ευλάβεια ο πρώτος επίσκοπος Πατρών Στρατοκλής. Σύμφωνα με έναν θρύλο, ο Άγιος Ρήγουλος, μοναχός στην Πάτρα, κάποια νύχτα είδε σε όραμα στον ύπνο του άγγελο που του ζήτησε να κρύψει μέρος του λειψάνου. Λίγο αργότερα, στις 3 Μαρτίου 357, με εντολή του Αυτοκράτορα Κωνστάντιου Β΄, τα λείψανα μεταφέρθηκαν από την Πάτρα στην Κωνσταντινούπολη και εναποτέθηκαν στον Ναό των Αγίων Αποστόλων.

Ο Ρήγουλος λέγεται ότι σε δεύτερο όνειρο ένας άγγελος τον συμβούλεψε να πάρει τα κρυμμένα υπόλοιπα λείψανα «στα άκρα της γης» για προστασία. Όπου θα κατέληγε θα έπρεπε να χτίσει ένα ιερό για αυτά. Έτσι ο Άγιος Ρήγουλος απέπλευσε, παίρνοντας μαζί του ένα γόνατο, ένα οστό του άνω βραχίονα, τρία δάχτυλα και ένα δόντι. Έπλευσε δυτικά, προς την άκρη του γνωστού κόσμου, και ναυάγησε στην ακτή του Φάιφ στη Σκωτία. Ωστόσο, τα λείψανα πιθανότατα μεταφέρθηκαν στη Βρετανία το 597 στα πλαίσια της ιεραποστολής του Αυγουστίνου και στη συνέχεια το 732 στο Φάιφ από τον επίσκοπο Acca του Hexham, έναν πολύ γνωστό συλλέκτη θρησκευτικών λειψάνων.
Τμήμα του κρανίου του αγίου που φυλάσσεται στη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, στο Άγιο Όρος


Το κρανίο του, που είχε μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη, επέστρεψε στην Πάτρα από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄, ο οποίος βασίλεψε από το 867 έως το 886. Το 1207, αφότου οι Φράγκοι κατέκτησαν την Κωνσταντινούπολη, τα λείψανα του Αγίου Ανδρέα, τα οποία έως τότε φυλάσσονταν, μαζί με λείψανα άλλων αγίων, εντός της Εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων, μεταφέρθηκαν στο Αμάλφι της Ιταλίας από τον Καρδινάλιο Πέτρο της Κάπουα, ο οποίος καταγόταν από εκεί. Κατόπιν κτίστηκε καθεδρικός ναός (Duomo), ο οποίος αφιερώθηκε στον Άγιο Ανδρέα, όπως και όλη η πόλη, στην κρύπτη του οποίου υποστηρίζεται ότι παραμένουν τα περισσότερα λείψανα του Αποστόλου, συμπεριλαμβανομένου ενός ινιακού οστού.

Το 1461, όταν οι Οθωμανοί διέσχισαν το Στενό της Κορίνθου, ο Θωμάς Παλαιολόγος, νεότερος επιζών γιος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου και Δεσπότης του Μυστρά, έφυγε από την Πάτρα για να βρει καταφύγιο στην Ιταλία, παίρνοντας μαζί του αυτό που θεωρούνταν το κρανίο του Αγίου Ανδρέα. Το παρέδωσε στον Πάπα Πίο Β΄, ο οποίος το ενσωμάτωσε αρχικά σε έναν από τους τέσσερις κεντρικούς πυλώνες της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό και στη συνέχεια στην Πιέντσα.
Η προφητεία του αγίου Ανδρέα για το Κίεβο στο Χρονικό του Radziwiłł (15ος αιώνας)

Τον Σεπτέμβριο του 1964, ο Πάπας Παύλος ΣΤ΄, ως χειρονομία καλής θέλησης προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, διέταξε να επιστραφούν στην Πάτρα όλα τα λείψανα του Αγίου Ανδρέα που βρίσκονταν στην Πόλη του Βατικανού. Ο καρδινάλιος Augustin Bea μαζί με πολλούς άλλους καρδιναλίους παρέδωσαν το κρανίο στον Μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο στις 24 Σεπτεμβρίου 1964. Ο σταυρός του Αγίου Ανδρέα φυγαδεύτηκε από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών από τον Δούκα της Βουργουνδίας. Φυλάχθηκε στην εκκλησία του Αγίου Βίκτωρα στην Μασσαλία, έως ότου επέστρεψε στην Πάτρα στις 19 Ιανουαρίου 1980. Ο σταυρός του αποστόλου παραδόθηκε στον Μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο από μια καθολική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον καρδινάλιο Roger Etchegaray. Όλα τα λείψανα, που αποτελούνται από το μικρό δάχτυλο, το κρανίο (μέρος της κορυφής του κρανίου του Αγίου Ανδρέα) και ο σταυρός στον οποίο μαρτύρησε, φυλάσσονται στον ναό του Αγίου Ανδρέα στην Πάτρα σε ειδικό χώρο και εκτίθενται σε προσκύνηση κάθε 30 Νοεμβρίου, ημέρα της γιορτής του. Το 2006, η Καθολική Εκκλησία, ξανά μέσω του Καρδινάλιου Etchegaray, παρέδωσε στην Ορθόδοξη Εκκλησία ακόμη ένα λείψανο του Αγίου Ανδρέα.
Είσοδος στις σπηλιές του Αγίου Ανδρέα στην επαρχία της Κωνστάντζα


Σήμερα, πέρα από τον ναό των Πατρών, τμήματα λειψάνων του Αποστόλου Ανδρέα φυλάσσονται στην Σκήτη του Αγίου Ανδρέα στο Άγιο Όρος, στον καθεδρικό ναό του Αμάλφι (Duomo di Sant'Andrea) και της Σαρτσάνα στην Ιταλία, στον Ρωμαιοκαθολικό Καθεδρικό Ναό της Αγίας Μαρίας στο Εδιμβούργο στην Σκωτία, στην Εκκλησία των Αγίων Ανδρέα και Αλβέρτου στη Βαρσοβία στην Πολωνία, ενώ πολλά μικρότερα λείψανα υπάρχουν επίσης σε όλο τον κόσμο.
Ο Άγιος Ανδρέας, βυζαντινή εικόνα

Τροπάρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Απολυτίκιο (ήχος δ΄)
Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος
και του κορυφαίου αυτάδελφος
τον Δεσπότην των όλων, Ανδρέα,
ικέτευε, ειρήνην, τη οικουμένη δωρήσασθαι
και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

Απολυτίκιο έτερο (ήχος α΄)
Φωνήν του βαπτιστού του βοώντος ακούσας
αμνόν τον του Θεού ηκολούθησας χαίρων
Ανδρέα παμμακάριστε, Αποστόλων πρωτόκλητε.
Όθεν έθνεσι την σωτηρίαν κηρύξας
και εν αίματι υπέρ Χριστού εναθλήσας
αξίως τιμάσαι νυν.
Κοντάκιο (ήχος β΄)
Τον της ανδρείας επώνυμον θεηγόρον
και μαθητών τον πρωτόκλητον του Σωτήρος
Πέτρον τον σύγγονον ευφημήσωμεν
ότι, πάλαι τούτω και νυν εκέκραγεν,
ευρήκαμεν δεύτε τον ποθούμενον.
Μεγαλυνάριο του Αγίου Ανδρέα
Χαίροις ο Πρωτόκλητος μαθητής
χαίροις σωφροσύνης και ανδρείας στήλη λαμπρά,
χαίροις ο του πάθους κοινωνός του Κυρίου
Απόστολε θεόπτα, Ανδρέα πάντιμε.

Σχόλια