Η Καταστροφή της Σμύρνης,1922
Η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου τον Αύγουστο του 1922, η πυρπόληση της Σμύρνης από τους Τούρκους, οι σφαγές, οι λεηλασίες και άλλες φρικαλεότητες εις βάρος χριστιανών Ελλήνων και Αρμενίων στη Σμύρνη καθώς και η εξόντωση και εκδίωξη εκατοντάδων χιλιάδων από το μικρασιατικό έδαφος, προπάντων όμως το ξερίζωμα του ελληνισμού από τις προαιώνιες εστίες του στη Μικρά Ασία, στον Πόντο και την Ανατολική Θράκη, συνθέτουν το σκηνικό της μεγαλύτερης καταστροφής στην ιστορία του Νεώτερου Ελληνισμού. Τη Μικρασιατική καταστροφή.
Με τον όρο καταστροφή της Σμύρνης ή αλλιώς Μεγάλη Πυρκαγιά της Σμύρνης αναφέρονται τα γεγονότα της σφαγής του ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού της Σμύρνης από τον κεμαλικό στρατό, καθώς και η πυρπόληση της πόλης, που συνέβησαν τον Σεπτέμβριο του 1922.
Η καταστροφή αυτή άρχισε 7 ημέρες μετά την αποχώρηση και του τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από τη Μικρά Ασία και μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού και του ιδίου του Μουσταφά Κεμάλ στην πόλη.
Η φωτιά εκδηλώθηκε αρχικά στην αρμενική συνοικία και συγκεκριμένα από την ανατίναξη της Αρμενικής Εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, όπου είχαν καταφύγει τα γυναικόπαιδα και πολιορκούντο από τους Τούρκους. Την πολιορκία την έσπασε με το ασκέρι του ο Έλληνας καπετάνιος Σιδερής (Ισίδωρος) Πανταζόπουλος, που επί πολλά έτη πολεμούσε τους Τσέτες ληστές στα γύρω βουνά. Οι Έλληνες μπήκαν μέσα στην εκκλησία και έδωσαν νερό και τρόφιμα στους πολιορκημένους, όμως, οι πολυπληθέστεροι Τούρκοι γρήγορα ανασυντάχθηκαν και παίρνοντας πυρίτιδα από γειτονική πυριταδαποθήκη, περικύκλωσαν και πάλι την εκκλησία και την ανατίναξαν. Με τη βοήθεια του ευνοϊκού για τους Τούρκους ανέμου (που έπνεε αντίθετα από την τουρκική συνοικία) και της βενζίνης με την οποία οι Τούρκοι ράντιζαν τα σπίτια, η φωτιά κατέκαψε όλη την πόλη, εκτός από τη μουσουλμανική και την εβραϊκή συνοικία, και διήρκεσε από τις 31 Αυγούστου έως τις 4 Σεπτεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο). Σήμερα η επέτειος αυτή στην πραγματικότητα είναι η 13η Σεπτεμβρίου, καθώς την επόμενη χρονιά εισήχθη στην Ελλάδα το νέο ημερολόγιο.
Προηγηθέντα της πυρπόλησης
Μετά την κατάρρευση του μετώπου, και την άτακτη υποχώρηση και αναδίπλωση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος από το Αφιόν Καραχισάρ, (στα μέσα Αυγούστου του 1922), άρχισε και ο ξεριζωμός ενός μεγάλου μέρους του χριστιανικού πληθυσμού (Ελλήνων και Αρμενίων) προς τη μικρασιατική ακτή, που, κατά τους υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έφτανε τις 250.000. Επίσης, στη Σμύρνη είχαν βρει καταφύγιο και 15.000 Αρμένιοι που συνωστίζονταν στα διάφορα ιδρύματα και σπίτια της Αρμενικής Κοινότητας
Η αδιάκοπη όμως άφιξη των τρένων που μετέφεραν στρατιωτικά υπολείμματα και πρόσφυγες (υπολογίστηκε ότι έφταναν με ρυθμό 30.000 ατόμων την ημέρα) στη Σμύρνη, καθώς και οι έντονες φήμες της γενικής κατάρρευσης του μετώπου μεγάλωναν την ένταση και την ανησυχία του πληθυσμού, ενώ η προετοιμασία της ελληνικής διοίκησης για αναχώρηση δεν άφηναν πλέον τις παραμικρές αμφιβολίες για τη μετέπειτα εξέλιξη. Έναντι της έντρομης εκείνης κατάστασης που εξελισσόταν, χαρακτηριστική υπήρξε η απάντηση του Έλληνα Υπάτου Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη στον πρώην Νομάρχη Λέσβου και Διοικητή Χίου Γεώργιο Παπανδρέου, όταν ο δεύτερος του συνέστησε να ενημερώσει άμεσα τον ελληνογενή πληθυσμό για να φύγει. Ο Στεργιάδης φέρεται να δήλωσε στον Παπανδρέου: «Καλύτερα να μείνουν εδώ, να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θ' ανατρέψουν τα πάντα.». Μέχρι την τελευταία στιγμή οι αρχές καθησύχαζαν τους κατοίκους της Σμύρνης, ενώ ο Αρμοστής Στεργιάδης αντιδρούσε βιαιότατα στις προτάσεις της "Μικρασιατικής Άμυνας" και του Μητροπολίτη Χρυσόστομου (που ανησυχούσαν και πρότειναν εξοπλισμό του μικρασιατικού πληθυσμού) ως ηττοπαθείς.
Στις 24 Αυγούστου/6 Σεπτεμβρίου αναχωρεί και το τελευταίο ελληνικό στρατιωτικό τμήμα. Την επομένη οι χιλιάδες των προσφύγων Έλληνες και Αρμένιοι που κατέκλυζαν όλο το μήκος της περίφημης προκυμαίας «Κε» της Σμύρνης μάταια περίμεναν πλέον τα επιταγμένα ελληνικά πλοία για τη μεταφορά τους στα γειτονικά ελληνικά νησιά. (Δείτε παρακάτω ενότητα «Ο ελληνικός στόλος»). Μετά όμως από έντονη παρέμβαση του Αμερικανού Προξένου Γ. Χόρτον, (G. Horton), στάλθηκαν δύο αμερικανικά αντιτορπιλικά για την εξυπηρέτηση των προσφύγων. Την επομένη, 26 Αυγούστου/8 Σεπτεμβρίου (1922), αναχωρούν οι ελληνικές Αρχές Σμύρνης. Ο μέχρι τότε Έλληνας Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης, Αρ. Στεργιάδης, επιβιβάστηκε σε φορτηγίδα η οποία τον μετέφερε σε αγγλικό πολεμικό πλοίο που του διατέθηκε με προορισμό την Κωνσταντινούπολη και από'κει κατέφυγε στη Γαλλία.
Η αντίστροφη μέτρηση για την πόλη της Σμύρνης είχε πλέον φθάσει.
Η ευθύνη για την καταστροφή
Σύμφωνα με το Γερμανό ιστορικό, καθηγητή Ιστορίας και ειδικό σε θέματα Ελλάδας και Κύπρου, Χάιντς Α. Ρίχτερ, "Οι δύο βασικοί υπαίτιοι για τις θηριωδίες που ακολούθησαν την κατάληψη της Σμύρνης από τους Τούρκους είναι ο Βαλής της πόλης, ο στρατηγός Νουρεντίν Πασάς και ο αρχιστράτηγός του, ο Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος ήταν εκείνος που τον διόρισε σε αυτή τη θέση".
Ο ελληνικός στόλος
Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1922, δηλαδή δύο ημέρες πριν από την έναρξη της καταστροφής της πόλης, είχε εκδηλωθεί στρατιωτικό κίνημα στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Τούτο είχε συνέπεια όλος σχεδόν ο ελληνικός στόλος με το σύνολο των επίτακτων πλοίων να τεθεί υπό τους κινηματίες για τη μεταγωγή του ελληνικού στρατού προς το Λαύριο, προκειμένου να επικρατήσει η επανάσταση στην Αθήνα. Μάλιστα δε, το ελληνικό θωρηκτό Κιλκίς που ναυλοχούσε και είχε ως βάση τη Σμύρνη, με την έκρηξη του κινήματος και υπό τον κυβερνήτη πλοίαρχο Δεμέστιχα μετέβη στη Σάμο όπου και παρέμεινε προκειμένου να επιβάλει την επανάσταση[10] παρότι οι καπνοί της καταστροφής, κατά την ημέρα, και το φέγγος της πυρκαγιάς, κατά τη νύχτα, ήταν ορατά τόσο από τη Χίο όσο και από τη Σάμο.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1922 κατά την τρίτη ημέρα της καταστροφής της Σμύρνης το θωρηκτό Κιλκίς απέπλευσε και ενώθηκε με το θωρηκτό Αβέρωφ, μεταξύ Χίου και Σάμου, που κατερχόταν ολοταχώς το Αιγαίο προς Πειραιά, προερχόμενο από την Κωνσταντινούπολη, αφού προηγουμένως είχε σημειωθεί ανταρσία και είχε αποχωρήσει από τη Διασυμμαχική Ανταντική Ναυτική Δύναμη, που ναυλοχούσε στο Βόσπορο, στην οποία είχε ενταχθεί μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου, υπό τον κινηματία κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Γ. Χατζηκυριάκο.
Για τα συμβάντα στη Σμύρνη μετά την αποχώρηση του ελληνικού στρατεύματος, και την κατάληψη της πόλης από τον τουρκικό στρατό, αντλώ τις πληροφορίες από Αμερικανούς και Άγγλους ιστορικούς και συγγραφείς, με το σκεπτικό ότι η αντικειμενικότητά τους δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Ο Τζορτζ Χόρτον, Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των συμβάντων στη Σμύρνη κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου 1922, δίνει την ακόλουθη περιγραφή για τους Έλληνες στρατιώτες, που είχαν αποκοπεί από το κύριο σώμα του στρατού, το οποίο είχε παρακάμψει τη Σμύρνη, πηγαίνοντας σε παραπλήσιο λιμάνι για να αποβιβασθεί στα πλοία:
«Τότε άρχισαν να φτάνουν οι ηττημένοι, σκονισμένοι και κουρελιασμένοι Έλληνες στρατιώτες, με το βλέμμα να κοιτάζει ίσια μπροστά, σαν υπνοβάτες… Χυνόντουσαν στην πόλη σε ένα ατέλειωτο ποτάμι με κατεύθυνση το σημείο της ακτής όπου είχε αποσυρθεί ο ελληνικός στόλος. Περπατούσαν σιωπηλοί, σαν φαντάσματα, χωρίς να κοιτούν ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Κάπου κάπου, κάποιος στρατιώτης κατέρρεε από εξάντληση στο πεζοδρόμιο ή στο κατώφλι μιας πόρτας», .
Από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους, και κατά χιλιάδες ακολούθησαν τον ελληνικό στρατό, υπολογίζεται πως γύρω στις 200.000 είχαν καταφύγει στη Σμύρνη στις αρχές του Σεπτεμβρίου 1922.
Ενδεικτική της ανθρώπινης τραγωδίας είναι η ακόλουθη εικόνα που δίνει ο Τζορτζ Χόρτον:
«Πολλοί από τους πρόσφυγες κουβαλούσαν τους αρρώστους στους ώμους τους. Θυμάμαι ιδιαίτερα μια γυναίκα με γκρίζα μαλλιά η οποία σερνόταν μέσα στους δρόμους της Σμύρνης κουβαλώντας στην πλάτη της το σκελετωμένο γιο της που ψηνόταν στον πυρετό. Ήταν πιο ψηλός από τη μητέρα του και τα πόδια του σερνόντουσαν στο χώμα», .
Ο Άγγλος συγγραφέας Michael Llewellyn Smith δίνει την ακόλουθη περιγραφή για τους πρόσφυγες:
«Καθώς τα μαύρα μαντάτα, διαστρεβλωμένα από τις φήμες, έφταναν συνέχεια από το εξωτερικό, το ρυάκι των προσφύγων φούσκωνε και γινόταν σταθερό ρεύμα. Με την άφιξή τους επιβεβαίωναν αυτό που ήξεραν όλοι, ότι είχε έρθει το τέλος της ελληνικής παρουσίας στη Μικρά Ασία. Οι πρόσφυγες έφταναν κατά χιλιάδες στη Σμύρνη και σε όλες τις παράλιες πόλεις. Κοιμούνταν στις εκκλησίες, στα σχολεία, στα φιλανθρωπικά ιδρύματα των Αμερικανών, στις σχολές ιεραποστόλων της ΧΑΝ, και στους δρόμους… .
Στην προκυμαία της Σμύρνης είχε δημιουργηθεί το αδιαχώρητο, καθώς στρατιώτες και πολίτες προσπαθούσαν να επιβιβασθούν στα τελευταία από τα ελληνικά πλοία που έφευγαν από τη Σμύρνη, πριν φτάσει στην πόλη ο τουρκικός στρατός.
Οι ελπίδες των Ελλήνων της Σμύρνης και των προσφύγων για εξασφάλιση μιας θέσης στα ελληνικά πλοία εξανεμίστηκαν όταν το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου είδαν και τα τελευταία ελληνικά πλοία να αποπλέουν από το λιμάνι της Σμύρνης, με κατεύθυνση προς τη χερσόνησο της Ερυθραίας, όπου ήταν συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού στρατού.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας επιβιβάστηκε στο αγγλικό πλοίο “Iron Duke” ο Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης, Αριστείδης Στεργιάδης, με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, η οποία τότε ήταν υπό τη διοίκηση των Συμμάχων. Από εκεί μετέβηκε στη Γαλλία, όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, χωρίς ποτέ να πατήσει πόδι σε ελληνικό έδαφος.
Για τον Στεργιάδη γράφει τα ακόλουθα ο διδάκτορας Ιστορίας Βλάσης Αγτζίδης:
«Είναι χαρακτηριστικός -και απίστευτος- ο διάλογος Παπανδρέου-Στεργιάδη, που παραθέτει ο ιστορικός του μεσοπολέμου Γρηγόρης Δαφνής στο δίτομο έργο του «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων». Όταν ο Στεργιάδης ανακοίνωσε στο νεαρό τότε πολιτικό Γεώργιο Παπανδρέου την επερχόμενη καταστροφή, δέχθηκε την ερώτηση: «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;». Η απάντηση του Έλληνα Αρμοστή Σμύρνης ήταν η εξής: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα!», .
Για την είσοδο των Τούρκων στη Σμύρνη ο Τζορτζ Χόρτον δίνει την ακόλουθη περιγραφή:
«Γύρω στις έντεκα το πρωί της 9ης Σεπτεμβρίου 1922 ακούστηκαν κραυγές τρόμου. Βγαίνοντας στην πόρτα του Προξενείου, είδα ένα πλήθος πρόσφυγες, κυρίως γυναίκες, να εφορμούν με τρόμο στο κτίριο αναζητώντας άσυλο…
Μια ματιά από το μπαλκόνι που έβλεπε στην προκυμαία έκανε εμφανή την αιτία του τρόμου τους: το τουρκικό ιππικό προχωρούσε σε φάλαγγα κατά μήκος της προκυμαίας, καθ’ οδόν προς τους στρατώνες του Διοικητηρίου στην άλλη άκρη της πόλης. Ήταν ρωμαλέοι άντρες και βάδιζαν με άψογη τάξη. Φαίνονταν καλοθρεμμένοι και ξεκούραστοι. Πολλοί ανάμεσά τους είχαν τα μογγολικά χαρακτηριστικά που συναντά κανείς μεταξύ των μουσουλμάνων της Μικράς Ασίας», .
Ο Χόρτον γράφει πως καθώς οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες είχαν αποβιβασθεί στα ελληνικά πλοία το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου, οι Τούρκοι γρήγορα έγιναν οι κυρίαρχοι της Σμύρνης, και περίπολοι στρατιωτών έκαναν την εμφάνισή τους στους δρόμους της πόλης από την 9η Σεπτεμβρίου.
Δεδομένου ότι οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες εγκατέλειψαν τη Σμύρνη στις 8 Σεπτεμβρίου 1922, την ευθύνη για τα επεισόδια που άρχισαν να εκδηλώνονται από τις 9 Σεπτεμβρίου, τα οποία περιγράφουν οι ξένοι ιστορικοί, την φέρνει ακέραια ο τουρκικός στρατός.
Γράφει ο Χόρτον:
«Το βράδυ της 9ης Σεπτεμβρίου άρχισε η λεηλασία και η σφαγή. Πυροβολισμοί ακούγονταν από διάφορες μεριές της πόλης όλη τη νύχτα, και, το επόμενο πρωί, γνήσιοι Αμερικανοί πολίτες, άνδρες και γυναίκες, έκαναν τις πρώτες αναφορές για πτώματα στους δρόμους του εσωτερικού της πόλης», .
Μια από τις πιο φρικαλέες πράξεις των Τούρκων ήταν η κυριολεκτική κατακρεούργηση του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου. Στις 9 Σεπτεμβρίου Τούρκοι στρατιώτες πήραν τον Μητροπολίτη από τη Μητρόπολη και τον πήγαν στο Διοικητήριο του στρατηγού Νουρεντίν, ο οποίος είχε αναλάβει τη διοίκηση της Σμύρνης.
Στη συνέχεια, ο Νουρεντίν παράδωσε τον Μητροπολίτη στον έξαλλο όχλο έξω από το γραφείο του, να τον κάνει ό,τι ήθελε.
Ο Michael Llewellyn Smith περιγράφει ως ακολούθως τις τελευταίες μαρτυρικές στιγμές του Μητροπολίτη Χρυσόστομου:
«Άρπαξαν το Μητροπολίτη και κακοποιώντας τον, τον πήγαν ως το μαγαζί του Ισμαήλ, ενός Λεβαντίνου κουρέα. Εκεί έντυσαν τον Χρυσόστομο με την άσπρη μπλούζα του κουρέα και το πλήθος άρχισε να τον χτυπάει και να τον προπηλακίζει. Βγήκαν μαχαίρια, και ο όχλος έπεσε επάνω του. Προτού πεθάνει ο Μητροπολίτης ακρωτηριάστηκε φρικτά», .
Στόχος των Τούρκων υπήρξαν και οι Αρμένιοι της Σμύρνης. Ο Michael Llewellyn Smith δίνει την ακόλουθη περιγραφή:
«Τη νύχτα της 10ης Σεπτεμβρίου, η σφαγή των Αρμενίων είχε γίνει συστηματική και πήρε μέρος σ’ αυτήν και ο τουρκικός στρατός. Διαδραματίστηκαν φρικιαστικές σκηνές, σωστό μακελειό. Αρμένιοι που είχαν συγκεντρωθεί στις εκκλησίες τους περικυκλώθηκαν και οδηγήθηκαν στο θάνατο», .
Παραπομπές
Richard Clogg, A Concise History of Greece, Cambridge University Press, 2002, σ. 97
Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Μουσείο Ελ. Βενιζέλου Αθήνα, Φάκ.317 "Έκθεση Οικουμενικού Πατριαρχείου - Η καταστροφή της Σμύρνης κατά τας εις Οικουμενικόν Πατριαρχείον μέχρι 11ης/24 Σεπτεμβρίου πληροφορίας σ.1
Α. Κουρτιάν "Τα τετράδια της Αντζέλ Κουρτιάν - Αθήνα 1980
«Aya Fotini». levantineheritage.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Μαΐου 2017.
Βικτωρία Σολωμονίδου Δρ του King College Λονδίνου "Ο καυτός Αύγουστος" (Η Μικρασιατική Καταστροφή - 15 συγκλονιστικές μαρτυρίες Αφιέρωμα ΤΑ ΝΕΑ σ.51 2008
Γ. Δάφνης "Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων" Αθήνα 1955 σ.16
Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών "Έξοδος" τ. Α' Αθήνα 1980
"Ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος 1919 - 1922, σελ. 325 ("Συμπεράσματα"), εκδόσεις Γκοβόστης, 2020
Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη ιστορία του ελληνικού έθνους (1826-1974), τόμος ΣΤ, σελ.302
Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου - "Κιλκίς" θωρηκτό τ.10ος σ.711-712
Νίκου Σταθάκη "Θ/Κ Γ. Αβέρωφ" έκδοση Πολεμικού Ναυτικού 1987
Σχόλια