Translate

Έλσα Βεργή

Η Έλσα Βεργή (Αθήνα, 23 Μαΐου 1921 – 25 Ιουνίου 1989) υπήρξε διακεκριμένη Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου, πρωταγωνίστρια του δραματικού ρεπερτορίου, θιασάρχης και θεατρική επιχειρηματίας, με πολυσχιδή παρουσία στην ελληνική σκηνή του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1921. Καταγόταν από οικογένεια με έντονη πνευματική και κοινωνική παρουσία. Πατέρας της ήταν ο Νικόλαος Βεργής, ναύαρχος και αρχίατρος του Βασιλικού Ναυτικού, με ρίζες από το χωριό Γιάλτρα της Εύβοιας και απώτερη καταγωγή από τη Βεργίνα, η οποία έδωσε και το επώνυμο της οικογενείας. Μητέρα της ήταν η Ζακυνθινής καταγωγής Μαρία Βεργή, το γένος Γαέτα. Μεγάλωσε ανάμεσα στην Αθήνα και τη Σαλαμίνα, σε περιβάλλον ευνοϊκό για την καλλιέργεια των τεχνών.

Το 1936, σε ηλικία μόλις 15 ετών, συμμετείχε ως μέλος του χορού στην τελετή αφής της Ολυμπιακής φλόγας στην Αρχαία Ολυμπία, υπό τη διδασκαλία της πρωθιέρειας Κούλας Πράτσικα. Η εμπειρία αυτή υπήρξε, κατά κοινή εκτίμηση, καταλυτική για την περαιτέρω στροφή της προς το θέατρο.

Σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μουσική (πιάνο) στο Ωδείο Αθηνών. Το θεατρικό της ντεμπούτο έλαβε χώρα το 1940, σε ηλικία 19 ετών, στο έργο Παπαφλέσσας του Σπύρου Μελά, το οποίο ανέβηκε στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Από την αρχή της σταδιοδρομίας της διακρίθηκε για τη ροπή της προς το κλασικό ρεπερτόριο και την αρχαία τραγωδία.

Το 1954 η Έλσα Βεργή ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου με τον Άγγλο δημοσιογράφο, ανταποκριτή και γνωστό φιλέλληνα Λέσλι Φάινερ (1921–2010. Ο γάμος τους διαλύθηκε το 1968, έτος κατά το οποίο ο Φάινερ απελάθηκε από το τότε στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα. Από τότε και μέχρι το τέλος της ζωής της, η Βεργή διατήρησε μακροχρόνια σχέση με τον ηθοποιό Χρήστο Φράγκο, με τον οποίο τελικά ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου τον Μάιο του 1989, μόλις έναν μήνα πριν το θάνατό της.

Η Έλσα Βεργή άφησε την τελευταία της πνοή στις 25 Ιουνίου 1989, έπειτα από μάχη με τον καρκίνο, σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 68 ετών. Η κηδεία της τελέστηκε στο κοιμητήριο των Σπάτων.

Καλλιτεχνική σταδιοδρομία

Το 1947, μετά την Απελευθέρωση, εστάλη από το Εθνικό Θέατρο στις Ηνωμένες Πολιτείες για μελέτη του σύγχρονου αμερικανικού θεάτρου. Με την επιστροφή της εντάχθηκε εκ νέου στο δυναμικό του Εθνικού, ως πρωταγωνίστρια, και το 1953 εκπροσώπησε την Ελλάδα με ρεσιτάλ αρχαίου δράματος στην Αγγλία, στο Βέλγιο και στην Ολλανδία.

Το 1959 ίδρυσε δικό της θίασο, ενώ το 1970 απέκτησε ιδιόκτητη σκηνή, το "Θέατρο Βεργή", επί της οδού Βουκουρεστίου στην Αθήνα. Στο πλαίσιο αυτό πρωταγωνίστησε σε πλήθος παραστάσεων, τόσο του διεθνούς όσο και του ελληνικού δραματολογίου. Πραγματοποίησε επίσης διεθνείς εμφανίσεις σε χώρες της Ευρώπης, στην Κύπρο και στην Αίγυπτο. Το 1966 συνεργάστηκε με το Πειραϊκό Θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη, ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους στην "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή και τη "Μήδεια" του Ευριπίδη.

Έλαβε μέρος στο Φεστιβάλ Αθηνών και στο Φεστιβάλ Εδιμβούργου, ενώ στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 συμμετείχε σε εκδηλώσεις πολιτιστικού χαρακτήρα με τον θίασό της. Συνεργάστηκε με κορυφαίους ηθοποιούς της εποχής της, όπως οι Μάνος Κατράκης, Θάνος Κωτσόπουλος, Δημήτρης Χορν, Αλέκος Αλεξανδράκης, Μαίρη Αρώνη, Βάσω Μανωλίδου και Αντιγόνη Βαλάκου. Παράλληλα, υπήρξε συνεργάτις της ΕΙΡ, τόσο σε ραδιοφωνικές θεατρικές μεταδόσεις όσο και ως αφηγήτρια στο "Ήχος και Φως" του Δήμου Ρόδου.

Ρεπερτόριο και προσφορά

Από τις σπουδαιότερες στιγμές της καλλιτεχνικής της πορείας συγκαταλέγονται οι ερμηνείες της στις Ιφιγένεια εν Ταύροις, Οιδίπους Τύραννος, Μήδεια, Εκάβη, Χοηφόροι, Ευμενίδες, Ορέστεια, Φάουστ, Ιππόλυτος, Όνειρο θερινής νυκτός, καθώς και στην Αυτοκράτειρα Θεοφανώ του Άγγελου Τερζάκη.

Διακρινόταν για τη βαθιά κατανόηση των όρων της θεατρικής τέχνης, τη ρητορική δεινότητα και την αίσθηση της σκηνικής παρουσίας, ιδίως στο πεδίο της τραγωδίας. Ενίσχυσε την ελληνική θεατρική ζωή τόσο ως ερμηνεύτρια όσο και ως παραγωγός, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα νέους καλλιτέχνες μέσα από το θίασό της.

Η Έλσα Βεργή απεβίωσε το 1989, αφήνοντας πίσω της έργο υψηλής αισθητικής αξίας και ουσιαστική συμβολή στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.

Πολιτική σταδιοδρομία

Μετά την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας το 1974, η Έλσα Βεργή εντάχθηκε ενεργά στη νεοϊδρυθείσα τότε παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Ενεπλάκη με ζήλο στην τοπική πολιτική ζωή και εξελέγη τρεις συνεχόμενες φορές δημοτική σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων, το 1975, το 1978 και το 1982.

Στις δημοτικές εκλογές του 1986, συμμετείχε ως υποψήφια με το ψηφοδέλτιο «Νέα Εποχή», που ηγείτο ο Μιλτιάδης Έβερτ. Στον δεύτερο γύρο της εκλογικής αναμέτρησης συγκέντρωσε 2.691 ψήφους, καταλαμβάνοντας την 20ή θέση μεταξύ των υποψηφίων του συνδυασμού.

Τιμητικές διακρίσεις

Η Έλσα Βεργή τιμήθηκε επίσημα από τους βασιλείς Παύλο και Κωνσταντίνο Β΄, καθώς και από πλήθος καλλιτεχνικών φορέων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Επιπλέον, απέσπασε διάφορες ξένες διακρίσεις για το έργο και την προσφορά της στο θέατρο.

Σε ένδειξη σεβασμού και μνήμης, έχει ανεγερθεί προτομή της στα Σπάτα, τόπο με τον οποίο συνδέθηκε στενά μέσω της καταγωγής του δεύτερου συζύγου της, διατηρώντας θερμές σχέσεις με τους κατοίκους της περιοχής.

Θεατρικές Παραστάσεις

Η καλλιτεχνική πορεία της πρωταγωνίστριας της ελληνικής σκηνής εκτυλίσσεται μέσα από μια πλούσια σειρά παραστάσεων, οι οποίες αναδεικνύουν την ευρύτητα του ρεπερτορίου της και την πολυδιάστατη υποκριτική της τέχνη. Το φάσμα των ρόλων που ενσάρκωσε καλύπτει από κλασικά δράματα μέχρι σύγχρονες δραματουργίες, ενώ η παρουσία της σε θεατρικές σκηνές τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών της Αθήνας μαρτυρεί τη δυναμική της προσωπικότητα και τη θέση της στον ελληνικό πολιτισμό.

Στην ελληνική θεατρική περίοδο 1942-1943 εμφανίζεται στο Εθνικό Θέατρο, στο ιστορικό Κτήριο Τσίλερ, ενσαρκώνοντας τον ρόλο της Ελιάντ στο έργο «Ο μισάνθρωπος», υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Κωστή Μιχαηλίδη. Η συνέχεια της καλλιτεχνικής της διαδρομής περιλαμβάνει συμμετοχές στην περίοδο 1945-1946 με ρόλους όπως η Φαουστίνα στο έργο «Η γη είναι σφαίρα» (σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού) και η Μαργκρέτα στους «Μνηστήρες του θρόνου» (σκηνοθεσία Πέλου Κατσέλη), πάντα με το Εθνικό Θέατρο.

Την περίοδο 1948-1949 ανέλαβε τον ρόλο της Ηγουμένης στα έργα «Το τραγούδι της κούνιας» και «Ζητείται υπηρέτης», πλαισιώνοντας την παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου, σε περιοδεία και στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με τον Κωστή Μιχαηλίδη στο τιμόνι της σκηνοθεσίας.

Η δεκαετία του 1950 χαρακτηρίζεται από μία σειρά σημαντικών εμφανίσεων στο Κτήριο Τσίλερ, όπου ενσαρκώνει ρόλους όπως η Χρούσω στο «Χαραυγή» (1950/1951), η Κυρία Μαρέμη στο «Χαραυγή - Σκοτεινιά στον Έπαχτο» (1953/1954), η Κατερίνα στον «Άρχοντα» και η βασίλισσα Θεοφανώ στο ομώνυμο έργο (1955/1956), πάντα υπό την καθοδήγηση του Κωστή Μιχαηλίδη.

Η αξιοσημείωτη παρουσία της στο αρχαίο δράμα αποτυπώνεται με την ερμηνεία της ως Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια η εν Αυλίδι» (1956/1957), στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, πάλι σε σκηνοθεσία Κωστή Μιχαηλίδη.

Η θεατρική πορεία της συνεχίζεται κατά τη δεκαετία του 1960, όπου συνθέτει και διοικεί το δικό της θίασο, συχνά σε συνεργασία με τον Μάνο Κατράκη. Στις περιόδους 1965-1966 και 1970-1971 ξεχωρίζουν οι παραστάσεις «Ο σταυρός και το σπαθί» (στον ρόλο της Ειρήνης της Αθηναίας), το «Χωριστά τραπέζια» και το «Ο χορός του θανάτου» (ως Αλίς), με καλλιτεχνική επιμέλεια των Πέλου Κατσέλη, Γιώργου Θεοδοσιάδη και Μάνου Κατράκη αντίστοιχα. Το «Κοκτέιλ πάρτυ» (1970/1971), με την ερμηνεία της ως Σίλια Κοπλστόουν, σκηνοθετείται από τον Λυκούργο Καλλέργη στη σκηνή του θεάτρου της.

Τέλος, στην περίοδο 1979-1980, συμμετέχει στον δραματικό μονόλογο «Το μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα», όπου ερμηνεύει τη Μαίρη Καβάν Ταϊρόν, ξανά στο θέατρο της και υπό τη σκηνοθεσία του Κωστή Μιχαηλίδη.

Η καλλιτεχνική της διαδρομή αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο του ελληνικού θεάτρου, με την ίδια να διακρίνεται για τη συνέπεια, τη σκηνική της παρουσία και την αγάπη για το κλασικό όσο και το σύγχρονο δράμα.

Σχόλια