Στρατής Δούκας
Ο Στρατής Δούκας (Μοσχονήσια Μικράς Ασίας, 6 Μαΐου 1895 – Αθήνα, 26 Νοεμβρίου 1983) υπήρξε εξέχουσα μορφή των γραμμάτων και των τεχνών του 20ού αιώνα: συγγραφέας, ζωγράφος και κριτικός τέχνης, με βαθιές ρίζες στον μικρασιατικό ελληνισμό. Ανήκει στους σημαντικότερους εκπροσώπους της λεγόμενης Αιολικής Σχολής, η οποία αναπτύχθηκε εντός του πνευματικού ορίζοντα της Γενιάς του ’30, με ισχυρά στοιχεία αυτογνωσίας και πολιτισμικής αναζήτησης.
Γεννήθηκε στα ιστορικά Μοσχονήσια, στον Αδραμυτινό κόλπο της Μικράς Ασίας, σε ένα περιβάλλον όπου ο ελληνισμός διατηρούσε ακμαία την πολιτιστική του ταυτότητα. Ήταν γιος του Κωσταντή Δούκα και της Αιμιλίας, το γένος Χατζηαποστολή. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Αλέκο. Τις πρώτες του σπουδές τις πραγματοποίησε στο σχολαρχείο των Μοσχονησίων, ενώ ακολούθως φοίτησε στο γυμνάσιο του Αϊβαλιού, ενός άλλου σημαντικού πνευματικού κέντρου της καθ’ ημάς Ανατολής.
Το 1912 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκεί συγκατοίκησε με τον παλιό του φίλο από τα μαθητικά χρόνια, τον σπουδαίο αγιογράφο και πεζογράφο Φώτη Κόντογλου, με τον οποίο τον συνέδεε ισχυρός δεσμός. Οι σπουδές του διακόπηκαν λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά την περίοδο αυτή επισκέφθηκε τη Λέσβο και το Άγιον Όρος, περιοχές που θα σημαδέψουν και τη μετέπειτα εικαστική και λαογραφική του δραστηριότητα.
Το 1913, μαζί με τον λόγιο Αντώνη Πρωτοπάτση, επιδόθηκε σε λαογραφικές μελέτες στη Μυτιλήνη. Το 1916 εντάχθηκε εθελοντικά στο στράτευμα της Εθνικής Άμυνας, συμμετέχοντας ενεργά στο Μακεδονικό Μέτωπο και αργότερα στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου και τραυματίστηκε. Η εμπειρία αυτή θα του αφήσει ανεξίτηλα ίχνη, τόσο βιογραφικά όσο και λογοτεχνικά.
Μετά την αποστράτευσή του το 1923, αφιερώθηκε στην προσπάθεια διάσωσης και ανάδειξης της μικρασιατικής λαϊκής τέχνης και χειροτεχνίας – με έμφαση στην αγγειοπλαστική και την ταπητουργία – και εργάστηκε μεθοδικά για την προώθησή τους στον ελλαδικό χώρο. Παράλληλα, πρωτοστάτησε στη διοργάνωση καλλιτεχνικών εκθέσεων με έργα φίλων και συνεργατών του, όπως ο Φώτης Κόντογλου και ο Σπύρος Παπαλουκάς, συμβάλλοντας ενεργά στη διαμόρφωση της νεοελληνικής εικαστικής ταυτότητας.
Συνίδρυσε, μαζί με τον Κόντογλου, τον Παπαλουκά και τον Στράτη Μυριβήλη, τον Σύλλογο Μουσικών Τεχνών της Μυτιλήνης, καθώς και την Εταιρεία Διακοσμητικής Τέχνης της Αθήνας. Διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής της Εταιρείας Αγγειοπλαστικής της Κιουτάχειας, προωθώντας την αναβίωση των μικρασιατικών τεχνών. Παράλληλα, ανέπτυξε έντονη συγγραφική και δημοσιογραφική δραστηριότητα, με συνεργασίες στις εφημερίδες Μακεδονία, Εφημερίς των Βαλκανίων (Θεσσαλονίκη) και Ελεύθερος Λόγος (Μυτιλήνη), ενώ υπήρξε βασικό στέλεχος των περιοδικών Φιλική Εταιρεία και Φραγγέλιο.
Το 1927, έπειτα από σοβαρή ασθένεια και ανάρρωση στη Θεσσαλονίκη, στράφηκε με μεγαλύτερη αφοσίωση στη ζωγραφική, επιχειρώντας δύο μεγάλες περιοδείες στη μακεδονική ενδοχώρα. Οι εμπειρίες αυτές του προσέφεραν πολύτιμο υλικό για το λογοτεχνικό και δημοσιογραφικό του έργο. Τη χρονιά εκείνη ξεκίνησε και η συγγραφή του γνωστότερου έργου του, Η ιστορία ενός αιχμαλώτου, ενώ δημοσίευσε και σειρά ανταποκρίσεων στην εφημερίδα Πρωία υπό τον τίτλο «Η ορεινή Ελλάδα».
Από το 1929 συνεργάστηκε με αθηναϊκές εφημερίδες όπως η Πρωία, η Πολιτεία και ο Νέος Κόσμος ως δημοσιογράφος. Παράλληλα, φιλοξενούσε λυρικά κείμενα του στο περιοδικό Κύκλος, συνεχίζοντας να υπηρετεί με συνέπεια το όραμα ενός ενιαίου εθνικού πολιτισμού που γεφυρώνει την παράδοση με τη νεωτερικότητα.
Το 1931 σηματοδοτεί την απαρχή της ενασχόλησης του Στρατή Δούκα με το έργο του γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, τον οποίο προσέγγισε όχι μόνο ως καλλιτεχνικό φαινόμενο αλλά και ως ανθρώπινο δράμα, αποτυπώνοντας με μοναδική ευαισθησία τις πτυχές της προσωπικότητας και του βίου του. Την ίδια χρονιά γνωρίστηκε με τον Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη, με τον οποίο ανέπτυξε πνευματική σχέση, ενταγμένη στο κλίμα αναζήτησης νέων εκφραστικών μορφών της εποχής. Το 1934 συμμετείχε ενεργά στην ίδρυση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, ενός από τους σημαντικότερους πνευματικούς θεσμούς του μεσοπολέμου.
Σημαντική υπήρξε και η συμβολή του στα φιλολογικά και καλλιτεχνικά περιοδικά της εποχής. Συνέβαλε αποφασιστικά στην ίδρυση και κυκλοφορία του περιοδικού Το Τρίτο Μάτι (1935–1937), μαζί με εξέχουσες μορφές του ελληνικού μοντερνισμού όπως οι Δημήτρης Πικιώνης, Σπύρος Παπαλουκάς, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και Σωκράτης Καραντινός. Επιπλέον, συνεργάστηκε με το περιοδικό Νεολαία κατά την περίοδο 1939–1940, ενισχύοντας τη διασύνδεση της νεανικής πνευματικής δημιουργίας με τα κοινωνικά και ιδεολογικά ρεύματα του καιρού.
Από το 1937 έως το 1939 υπηρέτησε ως γραμματέας της Τουριστικής Επιτροπής Θεσσαλονίκης, συμβάλλοντας στην καλλιτεχνική και πολιτισμική προβολή της πόλης. Με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (1940–1941), υπηρέτησε ως αξιωματικός του ελληνικού στρατού, επιβεβαιώνοντας το ήθος της έμπρακτης συμμετοχής στους εθνικούς αγώνες.
Το 1942 επανήλθε στην Αθήνα και τέλεσε τον γάμο του με τη Δήμητρα Μαγγανά, η οποία υπήρξε επίσης λογοτεχνική φυσιογνωμία. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στο ΕΑΜ και ανέπτυξε αντιστασιακή δράση μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ. Συνελήφθη και υπέστη κακοποίηση από τις γερμανικές αρχές κατοχής εξαιτίας αυτής της δραστηριότητας.
Μετά την απελευθέρωση ανέλαβε καθήκοντα στα ιατρεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ενώ ταυτόχρονα αναπτύχθηκε η πολυσχιδής του δραστηριότητα στον χώρο των γραμμάτων. Υπήρξε διευθυντής του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (1949–1950), ενώ συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ο Αιώνας μας, Ποιητική Τέχνη και Ζυγός. Από το 1949 έως το 1953 υπηρέτησε ως σύμβουλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, ενώ το 1953 εξελέγη γενικός γραμματέας της Εταιρείας, θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 1960, ασκώντας ευρεία επιρροή στη διαμόρφωση του λογοτεχνικού τοπίου της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Το 1962 αναχώρησε για τη Μόσχα προκειμένου να υποβληθεί σε εγχείρηση προστάτη. Η εγχείρηση τελικά δεν πραγματοποιήθηκε και από εκείνη τη χρονιά και έπειτα ο Δούκας παρέμεινε κατάκοιτος, καθηλωμένος στο σπίτι του στην Αθήνα. Κατά την περίοδο αυτή συνέχισε ωστόσο την πνευματική του δραστηριότητα, συνεργαζόμενος με το περιοδικό Διαγώνιος της Θεσσαλονίκης. Ολοκλήρωσε τότε τα λογοτεχνικά του έργα Οδοιπόρος και Ενώτια, καθώς και τα σημαντικά κείμενά του για τον Γιαννούλη Χαλεπά.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών (1967–1974), διώχθηκε από το καθεστώς Παπαδόπουλου για τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις και την πνευματική του στάση. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε γηροκομεία, παραμένοντας πάντως ζωντανό σημείο αναφοράς για τον κόσμο της τέχνης και των γραμμάτων.
Το 1979 οργανώθηκε προς τιμήν του από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Τέχνης (EUARCE) συγκεντρωτική έκθεση βιογραφικών τεκμηρίων και αναδρομική παρουσίαση ζωγραφικών έργων του της περιόδου 1924–1929. Η έκθεση αυτή αποτέλεσε τον θεμέλιο λίθο για την ίδρυση του Μουσείου Στρατή Δούκα στο Πνευματικό Κέντρο «Βίλα Βουγά» του Δήμου Ζωγράφου, με επιμέλεια και οργανωτικό σχεδιασμό του ποιητή και τεχνοκριτικού Ευάγγελου Ανδρέου.
Το έτος του θανάτου του, 1983, πρόλαβε να τιμηθεί με σειρά διακρίσεων: αναγορεύθηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, επίτιμο μέλος του ελληνικού παραρτήματος του Pen Club, και επίτιμος δημότης του Δήμου Ζωγράφου.
Το 1986, τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Τέχνης διοργάνωσε νέο αφιέρωμα στη μνήμη του, παρουσιάζοντας έκθεση ζωγραφικής της Αμαλίας (Παρασκευοπούλου) υπό τον τίτλο Έβδομη ζωγραφική εκδοχή για τα γραπτά του Στρατή Δούκα.
Το 2022, στο πλαίσιο της συμπλήρωσης εκατό ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή, πραγματοποιήθηκε στο Πίτσμπουργκ των Ηνωμένων Πολιτειών ένα πολυσύνθετο αφιέρωμα –φιλολογικό, φωτογραφικό και βιντεοσκοπικό– προς τιμήν του, σε συνεργασία του Greek Nationality Room Committee του University of Pittsburgh, του American Hellenic Foundation of Western Pennsylvania (AHFWP) και του European Art Center of Greece (EUARCE). Στο πλαίσιο της εκδήλωσης αυτής, η προσωπογραφία του (έργο της ζωγράφου Αμαλίας) δωρήθηκε στην Πινακοθήκη της Εστίας Νέας Σμύρνης.
Το λογοτεχνικό έργο του Στρατή Δούκα εντάσσεται χρονικά στο πλαίσιο της ελληνικής πεζογραφίας του Μεσοπολέμου, με διαχρονική προέκταση στη μεταπολεμική περίοδο. Ξεχωρίζει για την ιδιοτυπία της γραφής του, που ισορροπεί μεταξύ παραδοσιακών μοτίβων και των ανανεωτικών ρευμάτων της εποχής του, με αξιοποίηση της λαϊκής γλώσσας και ισχυρή παρουσία του βιωματικού στοιχείου.
Ο αδελφός του Αλέκος Δούκας μετανάστευσε το 1927 στην Αυστραλία, όπου αναδείχθηκε σε εξέχουσα μορφή της ελληνικής ομογένειας και του εργατικού κινήματος. Έπεσε νεκρός επιστρέφοντας από ειρηνική διαδήλωση υπέρ της ειρήνης.
Εξάλλου, τουλάχιστον από το 1938, και η αδελφή του Ελένη Δούκα-Ανδρονίκου είχε εγκατασταθεί στην Αυστραλία μαζί με την οικογένειά της, σηματοδοτώντας έτσι την παρουσία της οικογένειας Δούκα στη μακρινή ήπειρο και την ελληνική της διασπορά.
Έργο
Έργα του Στρατή Δούκα:
Ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929),
Εις εαυτόν (1930),
Το εικονογραφικό έπος της Ανατολικής Εκκλησίας (1948),
Γιαννούλης Χαλεπάς, νέα βιογραφικά (1952),
Γιαννούλης Χαλεπάς, κατάλογος των έργων του (1962),
Γράμματα και συνομιλίες (1965),
Ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς (1966),
Ο βίος ενός αγίου, Γιαννούλης Χαλεπάς (1967)
Οδοιπόρος (1968),
Υποθέσεις και λύσεις (1970),
Δεσμός (1970),
Ο μικρός αδελφός (1972),
Μαρτυρίες και κρίσεις (1972),
Ενώτια (1974),
Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου (1976),
Γιαννούλης Χαλεπάς (1978),
Οι δώδεκα μήνες (1982),
Θερμοκήπιο (1982)
Μεταφράσεις
Historie d'un prisonnier (Traduction:Michel Volkovitch), Éd. du Griot, Boulogne 1994
Historie d'un prisonnier (Traduction:Michel Volkovitch), Éd.Ginkgo 2009
Istor ur prizoniad (Traduction:Alan Botrel), Éd. Roazhon / Rennes 2006
A prisoner of War's Story (Trans. Petro Alexiou), Ed. The Center for Byzantine, Ottoman and Modern Greek Studies. The University of Birmingham, 1999
En grekisk krigsfånges berättelse, Bergendahls, Göteborg 1967, (illustrationer av Bengt Kristenson)
Историята на един пленник: Повест. tr.by Georgi Kufov. Sofia: Narodna Kultura, 1967
Zajatcův příběh. tr.by František Šturik. Praha: Státní Nakladatelství Krásné Literatury a Umení, 1963
Verhaal van een gevangene (tr. Marianne Moussault) Totemboek, Amsterdam 2004
Relato de um cativo de guerra (tr. Cristiano Zwiesele do Amaral), illustration Gabriela Brioschi. Odysseus, São Paulo 2005
Historia de un prisionero (tr. Manuel Rincón), Labrys, Sevilla 2001
Geschichte eines Kriegsgefangenen (Übers. Birgit Hildebrand), Edition Romiosini, Berlin 2017
Σχόλια