Translate

Κωνσταντίνος Εγκολφόπουλος

Ο Κωνσταντίνος Εγκολφόπουλος (1912 – 6 Μαΐου 1991) υπήρξε εξέχουσα μορφή του Πολεμικού Ναυτικού της Ελλάδος και μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ελληνικού στρατιωτικού και πολιτικού βίου του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στον Μώλο Φθιώτιδας στις 8 Νοεμβρίου 1912 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 6 Μαΐου 1991, αφήνοντας πίσω του μια αξιοσημείωτη σταδιοδρομία, τόσο στον πολεμικό όσο και στον δημόσιο στίβο.

Εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1929 και αποφοίτησε το 1933 με τον βαθμό του Μάχιμου Σημαιοφόρου. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της καριέρας του, βρέθηκε στο επίκεντρο πολιτικοστρατιωτικών εξελίξεων, καθώς το 1935 συνελήφθη για εικαζόμενη συμμετοχή στο βενιζελικό Κίνημα του Μαρτίου, κατά το οποίο υπηρετούσε στο αντιτορπιλικό Ψαρά. Παραπέμφθηκε στο Έκτακτο Στρατοδικείο του Ναυστάθμου, αλλά στις 11 Μαΐου του ιδίου έτους απαλλάχθηκε των κατηγοριών.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρέτησε με αυταπάρνηση σε υποβρύχια και συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις στην Αδριατική. Λίγο πριν την κατάληψη της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα τον Απρίλιο του 1941, ανέλαβε τη διοίκηση του υποβρυχίου Νηρεύς και ακολούθησε τον Στόλο στην αποδημία του στη Μέση Ανατολή. Εκεί υπηρέτησε σε αντιτορπιλικά ως Ύπαρχος και Κυβερνήτης — μεταξύ αυτών και του Νίκη το 1944 — λαμβάνοντας ενεργά μέρος σε συμμαχικές επιχειρήσεις στη Μεσόγειο, καθώς και στις αποβάσεις της Σικελίας (Ιούλιος 1943) και της Νότιας Γαλλίας (Αύγουστος 1944) με το αντιτορπιλικό Πίνδος. Τον Απρίλιο του 1944, συμμετείχε στο Άγημα Εμβολής που ανακατέλαβε πλοία του Στόλου που είχαν καταληφθεί κατά το Κίνημα της Μέσης Ανατολής, ναυλοχώντας στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιντ. Μεταπολεμικά, έλαβε μέρος και στις επιχειρήσεις του Εμφυλίου Πολέμου.

Κατά τα επόμενα έτη, ανέλαβε σειρά διαδοχικών διοικήσεων σε πολεμικά πλοία: Ιέραξ (1945), Σάμος (1945–46), Ναύμαχος (1947–48), Μιαούλης (1948), Κρήτη (1948–49), Αιγαίον (1949–50), ενώ διετέλεσε ταυτόχρονα και Αρχαιότερος Επιτελής του Διοικητή Ελαφρών Σκαφών. Επανήλθε στη διοίκηση των Κρήτη (1950–51) και Ναυαρίνον (1951–52) και κατόπιν τοποθετήθηκε στο επιτελείο του ΝΑΤΟ (SHAPE, 1952–54). Υπηρέτησε επίσης ως Διευθυντής του Α1 Τμήματος του ΓΕΝ και στη Ναυτική Σχολή Πολέμου (1954–55), ενώ διετέλεσε Κυβερνήτης του καταδρομικού Έλλη και Αρχαιότερος Επιτελής του Αρχηγείου Στόλου (1955–56).

Η στρατιωτική του σταδιοδρομία συνέχισε να είναι εντυπωσιακή, με διαδοχικές θέσεις ευθύνης: Διοικητής του ΚΕ Κανελλόπουλος (1956–58), τοποθέτηση στη Σχολή Εθνικής Άμυνας (1958–59), μετεκπαίδευση στις Ηνωμένες Πολιτείες (1959) και υπηρεσία στο επιτελείο του ΝΑΤΟ (CINCAFMED, 1962–64). Ήταν κάτοχος πτυχίων Εξειδίκευσης Υποβρυχίων και Επιτελούς Εθνικής Άμυνας.

Το 1959 διετέλεσε Διοικητής της Ναυτικής Σχολής Πολέμου και των Ελαφρών Σκαφών 2 (1960–61), ενώ κατόπιν υπηρέτησε ως Ανώτερος Διοικητής του Ναυστάθμου Κρήτης (1961–62), και Αρχηγός του Β΄ Κλάδου του ΓΕΝ (1964). Προήχθη σε Υποναύαρχο και ανέλαβε Διευθυντής της 3ης Μικτής Επιτελικής Ομάδας ΓΕΕΘΑ (1964–65), Αρχηγός των Δυνάμεων Κρητικού και Ιονίου Πελάγους (1965–67), Υπαρχηγός του ΓΕΝ και Πρόεδρος της Υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας και Χερσαίας Λιμενικής Ασφάλειας (1967).

Στις 30 Μαρτίου 1967 ανέλαβε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και παράλληλα διοικητής του COMEDEAST (Command East Mediterranean). Όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, αρνήθηκε να υποστηρίξει τη δικτατορία και για τον λόγο αυτό συνελήφθη. Αποστρατεύθηκε στις 24 Απριλίου του ιδίου έτους.

Η αντίστασή του στο καθεστώς συνεχίστηκε, και στις 23 Μαΐου 1973 συνελήφθη εκ νέου για τη συμμετοχή του στο Κίνημα του Ναυτικού, ένα από τα σημαντικότερα αντιδικτατορικά κινήματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Απελευθερώθηκε στις 24 Ιουλίου 1973, χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες.

Μετά την πτώση της δικτατορίας, επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία στις 8 Ιανουαρίου 1975 ως μηδέποτε αποστρατευθείς και ανέλαβε για δεύτερη φορά τη θέση του Αρχηγού ΓΕΝ και του COMEDEAST, έως τις 8 Ιανουαρίου 1976, οπότε και υπέβαλε αίτηση αποστρατείας. Τότε του απονεμήθηκε και ο τίτλος του Επίτιμου Αρχηγού ΓΕΝ.

Κατά την πολυετή καριέρα του τιμήθηκε με όλα τα προβλεπόμενα παράσημα και διαμνημονεύσεις, μεταξύ των οποίων και τρεις απονομές του Πολεμικού Σταυρού Γ΄ Τάξεως για την ηρωική του δράση κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην περίοδο 1947–50.

Στο πολιτικό πεδίο, συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αναλαμβάνοντας το 1974 το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας.

Το 1981–82 διατέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Θαλάσσιας Ένωσης (Ε.Θ.Ε.), επιβεβαιώνοντας τη διαρκή του προσήλωση στα ζητήματα της ναυτικής πολιτικής και παράδοσης.

Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει το εγχειρίδιο Εκρηκτικών Υλών και Επιχειρήσεων Υπονομεύσεων (1949), για το οποίο έλαβε επίσημη έκφραση ευαρέσκειας από τον Υπουργό των Ναυτικών. Το σύνολο της σταδιοδρομίας και της δράσης του τον κατατάσσει ανάμεσα στις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του Ελληνικού Ναυτικού του 20ού αιώνα.

Σχόλια