Translate

Χριστόδουλος Χατζηπέτρος

Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος υπήρξε εξέχουσα μορφή του Αγώνα της Ανεξαρτησίας του 1821 και ανήκει στην κατηγορία εκείνων των αγωνιστών που ανέδειξε η προεπαναστατική εθνοκοινωνική σύνθεση του ορεινού ελληνισμού. Γεννήθηκε στις 10 Μαΐου 1799 στο Βετερνίκο, σημερινό Νεραϊδοχώρι, της επαρχίας Πύλης του Νομού Τρικάλων, προερχόμενος από την ιστορική οικογένεια Χατζηπέτρου του Ασπροπόταμου. Γιος του υπήρξε ο Ευθύμιος Χατζηπέτρος,

Η οικογένειά του ανήκε σε ένα πολιτισμικά δίγλωσσο πληθυσμιακό υπόστρωμα, στο οποίο, παράλληλα με την ελληνική γλώσσα, γινόταν χρήση και της βλαχικής. Πατέρας του υπήρξε ο Γεώργιος Χατζηπέτρος, επιφανής και βαθύπλουτος πρόκριτος της περιοχής. Ο νεαρός Χριστόδουλος στάλθηκε στις Σέρρες για να λάβει την πρώτη του μόρφωση, πλην όμως διέκοψε τις σπουδές του και αναχώρησε για τη Βιέννη, όπου συνέχισε τη διανοητική και κοινωνική του συγκρότηση.

Κατά την παραμονή του εκεί, φέρεται να είχε μία συγκινητική συνάντηση με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, στον οποίο περιέγραψε με γλαφυρότητα τα δεινά της υπόδουλης πατρίδας του και εξέφρασε την ελπίδα του για τη συνδρομή των δυνάμεών του στον επερχόμενο απελευθερωτικό αγώνα.

Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος παρέμεινε στην Βιέννη έως το έτος 1813, οπότε και επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Το 1817 διορίστηκε γραμματέας από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων, θέση η οποία μαρτυρεί την παιδεία και τη διοικητική του επάρκεια. Δύο έτη αργότερα, το 1819, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για την πορεία του. Από τη στιγμή εκείνη και εφεξής, αφιέρωσε την ύπαρξή του ολοκληρωτικά στην υπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας και στην προετοιμασία της Επανάστασης.

Με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος έσπευσε με ενθουσιασμό να αναλάβει τα όπλα. Με την αποφασιστικότητα που διέκρινε τους πρώιμους πρωταγωνιστές του Αγώνα, συγκρότησε άμεσα δικό του στρατιωτικό σώμα και ρίχθηκε στις μάχες, περιπλανώμενος από περιοχή σε περιοχή, αναζητώντας διαρκώς τους κινδύνους, την ένοπλη σύγκρουση και τον θάνατο. Η ανδρεία του έμελλε να λάμψει στο πεδίο της μάχης, καθιστώντας τον μια από τις πιο ηρωικές μορφές της εποχής.

Τόποι όπως ο Ασπροπόταμος, η Καλαμπάκα, το Νεόκαστρο και το Μεσολόγγι αποτελούν ιστορικούς μάρτυρες του ηρωισμού του. Ιδιαίτερη υπήρξε η δράση του κατά την έξοδο της φρουράς από το πολιορκημένο Μεσολόγγι: επικεφαλής τετρακοσίων ανδρών, με το ξίφος στο χέρι, όρμησε ενάντια στις εχθρικές γραμμές, διέσπασε τα τουρκικά φράγματα μαχόμενος σώμα με σώμα και κατόρθωσε να διαφύγει σώος και αβλαβής.

Ολίγον μετά, ο Χατζηπέτρος μετέβη στην Αττική, όπου και συμμετείχε σε όλες τις εκεί μάχες, συνεχίζοντας απτόητος την πολεμική του δράση. Ανδραγάθησε στην Αράχωβα, ενώ κατά τη φονική καταστροφή στο Φάληρο, διέφυγε εκ θαύματος, επιζώντας από μία εκ των πλέον αιματηρών στιγμών του Αγώνα. Αμέσως μετά επανήλθε στις επάλξεις αναζητώντας νέες πολεμικές δάφνες: στη Ναύπακτο, στις Θήβες και τέλος στη μάχη της Πέτρας, όπου συνέχισε να καταγράφει σελίδες ανδρείας.

Μετά την Επανάσταση, ο Χατζηπέτρος παρέμεινε ενεργός στο στράτευμα, υπηρετώντας τόσο επί διακυβέρνησης Ιωάννη Καποδίστρια όσο και επί της βασιλείας του Όθωνα, φέροντας τον βαθμό του στρατηγού και τιμώμενος με την ιδιότητα του υπασπιστή του βασιλέως.

Το 1854, κατά την περίοδο της Κριμαϊκής πολεμικής αναστάτωσης, ο βασιλιάς Όθων του ανέθεσε την αρχηγία της εκστρατείας στη Θεσσαλία. Αν και η επιχείρηση εκείνη αποδείχθηκε ελλιπώς οργανωμένη και τελικώς αποτυχημένη, η συμμετοχή του Χατζηπέτρου ανέδειξε για ακόμη μία φορά τις στρατιωτικές του αρετές. Στη μάχη του Λουτρού, στην πεδιάδα της Καρδίτσας και πέριξ των Μεγάλων Καλυβίων, στάθηκε αλύγιστος έναντι δεκαπλάσιων εχθρικών δυνάμεων, χωρίς να γνωρίσει υποχώρηση ή να παραδοθεί στον φόβο. Στην Καλαμπάκα, περίπου χίλιοι άνδρες υπό τη διοίκησή του, μαζί με τον Λεωτσάκο, διακρίθηκαν σε συγκρούσεις που έμειναν στην ιστορία ως επιτεύγματα στρατιωτικού ηρωισμού. Στις 9 Μαρτίου, από την αυγή έως τη δύση του ηλίου, αντιστάθηκαν σθεναρά σε επίθεση δώδεκα χιλιάδων Τούρκων, και όταν ήρθε το σούρουπο, επιτέθηκαν με ορμή, κραδαίνοντας τα σπαθιά τους, τρέποντας τον εχθρό σε άτακτη φυγή.

Μετά την έξωση του Όθωνα από τον θρόνο το 1862, ο Χατζηπέτρος τον ακολούθησε στην εξορία στη Βαυαρία, παραμένοντας πιστός ακόλουθός του. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου ο νέος βασιλέας, Γεώργιος Α΄, τον επανέφερε στην αυλή, απονέμοντάς του εκ νέου την ιδιότητα του επίτιμου υπασπιστή.

Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος απεβίωσε από αποπληξία στην Αθήνα στις 29 Οκτωβρίου 1869, κλείνοντας έναν πολυκύμαντο βίο αφιερωμένο στο έθνος.

Σχόλια