Translate

Θεοδώρητος Βρεσθένης Β΄

Ο επίσκοπος Θεοδώρητος Βρεσθένης Β΄ (Θωμάς ?, 1787 - 23 Απριλίου 1843), εξέχουσα προσωπικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ελληνικής Επανάστασης, γεννήθηκε το 1787 στη Νεμνίτσα (σημερινό Μεθύδριο), δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Βυτίνας, στην Αρκαδία. Το κοσμικό του όνομα ήταν Θωμάς και προερχόταν από εύπορη οικογένεια.
Από νεαρή ηλικία αφιερώθηκε στη μόρφωση, την οποία απέκτησε από κληρικούς δασκάλους αλλά και αυτοδίδακτα, επιδεικνύοντας ιδιοφυία και αγάπη για τη γνώση. Έμαθε άριστα να γράφει και να ομιλεί, και μετέπειτα ξεχώρισε ως ικανότατος κήρυκας και θεολόγος. Φοίτησε στη σχολή της Δημητσάνας και μετά την αποφοίτησή του εκάρη μοναχός.

Το 1813 εξελέγη επίσκοπος Βρεσθένης, διαδεχόμενος τον θείο του, επίσης Θεοδώρητο. Η έδρα της επισκοπής του ήταν στη Βαμβακού Λακωνίας. Από την αρχή της αρχιερατείας του αφιερώθηκε στην ιεραποστολή και στη διάδοση των γραμμάτων. Ήταν άνθρωπος λιτός, προσέφερε πρώτος από το βαλάντιό του για την ενίσχυση των εκπαιδευτικών και θρησκευτικών του έργων, δίνοντας το παράδειγμα στους πιστούς.
Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και από το 1819 ανέπτυξε έντονη πατριωτική δράση. Με την έναρξη της Επανάστασης του 1821, εγκατέλειψε προσωρινά τα εκκλησιαστικά του καθήκοντα, φόρεσε φουστανέλα και κατέβηκε από τον Ταΰγετο με τη ρομφαία στο πλευρό των επαναστατημένων Ελλήνων. Ονομάστηκε από τον Κολοκοτρώνη «καπετάν δεσπότης», ενώ και άλλοι σύγχρονοί του, όπως ο Παπαφλέσσας και ο επίσκοπος Έλους Άνθιμος, τον μιμούνταν φορώντας φουστανέλα αντί ράσου.

Ο Θεοδώρητος διακρίθηκε στη μάχη του Βαλτετσίου στις 12-13 Μαΐου 1821. Όπως αναφέρει ο ιστορικός Αμβρόσιος Φραντζής, την αυγή της 13ης Μαΐου οδήγησε περίπου 800 Αγιοπετρίτες και Τσάκωνες προς ενίσχυση των Ελλήνων αγωνιστών. Ο Αυστριακός διπλωμάτης και ιστορικός Άντον Πρόκες φον Όστεν επισημαίνει τη σημαντική συμβολή του Θεοδώρητου στη νίκη στο Βαλτέτσι, καθώς και στις μάχες των Βερβένων και των Δολιανών.

Ιδιαίτερα στα Βέρβενα, όπου από τα τέλη Μαρτίου 1821 είχε οργανωθεί το πρώτο σταθερό ελληνικό στρατόπεδο και κέντρο εφοδιασμού, ο Θεοδώρητος διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο μαζί με τον Κρεββατά, τον επίσκοπο Έλους Άνθιμο και τον Ιωακείμ από τη Μέλισσα-Μαλτσίνα Λακωνίας. Ο Νικηταράς σημείωσε ότι «δεσποτάδες στα Βέρβενα εδιοικούσανε».

Σε μία καθοριστική φάση της μάχης των Δολιανών και Βερβένων, στις 18 Μαΐου 1821, δύο Έλληνες με την ευχή του Θεοδώρητου και σε αντάλλαγμα για φυσέκια, κατάφεραν να σκοτώσουν τον Τούρκο σημαιοφόρο, να ρίξουν την τουρκική σημαία και να υψώσουν την ελληνική, γεγονός που πανικόβαλε τους Τούρκους και οδήγησε σε ελληνική νίκη.

Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, ο Θεοδώρητος εγκατέλειψε τον στρατιωτικό αγώνα και αφοσιώθηκε στην πολιτική οργάνωση του υπό συγκρότηση ελληνικού κράτους. Ήταν από τους πρώτους που συνέβαλαν στην ίδρυση της Πελοποννησιακής Γερουσίας, στην οποία εξελέγη πρόεδρος. Η Γερουσία ανακοίνωσε την εκλογή των μελών της με πράξη στις 26 Μαΐου 1821. Ο Θεοδώρητος συμμετείχε επίσης στις Εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου και του Άστρους ως αντιπρόσωπος της Σπάρτης, και αργότερα διετέλεσε αντιπρόεδρος της Β΄ Εθνοσυνέλευσης στο Άστρος και αντιπρόεδρος του Βουλευτικού.
Το 1822 δοκιμάστηκε σκληρά όταν εισήλθε εθελοντικά στο τουρκοκρατούμενο Παλαμήδι του Ναυπλίου, για να διαπραγματευθεί την παράδοση του φρουρίου. Οι Τούρκοι τον κράτησαν αιχμάλωτο για επτά μήνες, τον βασάνισαν ανελέητα και απειλούσαν συνεχώς τη ζωή του. Παρά την ημιθανή του κατάσταση κατά την απελευθέρωσή του, συνέχισε την προσφορά του στον αγώνα. Για δύο περιόδους υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος της Βουλής, ουσιαστικά προεδρεύοντας, και προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις να σταματήσει την εμφύλια διχόνοια. Αργότερα φυλακίστηκε ξανά, αυτή τη φορά από Έλληνες.

Παρά τις αντιξοότητες, παρέμεινε υπόδειγμα αρχιερέα, επιλέγοντας να υποστεί βαριά εκκλησιαστική ποινή παρά να παραβεί τους Ιερούς Κανόνες. Η ζωή του χαρακτηρίστηκε από ακεραιότητα, θυσία και αφοσίωση τόσο στην Πατρίδα όσο και στην Εκκλησία.

Ο επίσκοπος Θεοδώρητος Βρεσθένης Β΄ πέθανε στις 23 Απριλίου 1843, εγκαταλελειμμένος στη Μονή Πετράκη στην Αθήνα. Η πορεία του παραμένει παράδειγμα εθνικής και θρησκευτικής αυταπάρνησης.

Σχόλια