Ιωάννης Γεωργιάδη
Ο Ιωάννης Γεωργιάδης (29 Μαρτίου 1874 ή 1876 - 17 Μαΐου 1960) ήταν Έλληνας αθλητής της ξιφασκίας και τρεις φορές Ολυμπιονίκης, κατατάσσοντας τον ανάμεσα στους μεγαλύτερους αθλητές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Γεννήθηκε στην Τρίπολη και σπούδασε Ιατρική στη Γαλλία, ενώ αργότερα έγινε καθηγητής Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εξέδωσε πολλά ιατρικά βιβλία και επιστημονικά συγγράμματα. Υπήρξε επίσης εμπνευστής του Εγκληματολογικού Μουσείου, το οποίο άρχισε να συγκροτείται το 1933 με τη δική του φροντίδα.
Ο Γεωργιάδης ήταν επίσης μανιώδης συλλέκτης πειστηρίων εγκλήματος από το 1912 και, κατά τη διάρκεια των 40 ετών της θητείας του ως Διευθυντής της έδρας Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας (1911-1952), συγκέντρωσε και καταχώρισε τα πρώτα εκθέματα για το Εγκληματολογικό Μουσείο. Εξαιτίας της συμβολής του, το μουσείο αποτέλεσε βασικό θεσμό στην εγκληματολογία της Ελλάδας.
Στην αθλητική του καριέρα, ο Γεωργιάδης διακρίθηκε στη ξιφασκία, κερδίζοντας τρία χρυσά μετάλλια σε Ολυμπιακούς Αγώνες: το 1906 στη Μεσολυμπιάδα, το 1912 και το 1920. Συμμετείχε επίσης στους Α΄ Σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 στην Αθήνα, κερδίζοντας το χρυσό μετάλλιο στο αγώνισμα της σπαθασκίας φιλάθλων. Ο Ιωάννης Γεωργιάδης ήταν φοιτητής της Ιατρικής κατά τη διάρκεια των αγώνων αυτών και υπήρξε ο πρώτος Έλληνας Ολυμπιονίκης στη σπάθη, παραμένοντας αήττητος στους αγώνες, με σκορ 12 υπέρ και 6 κατά. Αργότερα, συμμετείχε και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1900 στο Παρίσι, αλλά αποκλείστηκε λόγω αντικανονικών χτυπημάτων.
Ο Γεωργιάδης κατατάσσεται ανάμεσα στους πρώτους αθλητές της ξιφασκίας, λόγω της στρατηγικής του ικανότητας και της σωματικής του κατάστασης. Στη Μεσολυμπιάδα του 1906 κατέκτησε δύο μετάλλια, το χρυσό στη σπάθη και το αργυρό στο ομαδικό αγώνισμα ξιφασκίας με την ελληνική ομάδα. Η συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 ήταν η τελευταία του, χωρίς επιτυχία, αλλά μέχρι τη δεύτερη πρωτιά του Πύρρου Δήμα το 1996, ήταν ο μόνος Έλληνας ολυμπιονίκης με δύο χρυσά μετάλλια.
Πέρα από την αθλητική του καριέρα, ο Ιωάννης Γεωργιάδης υπηρέτησε και την κοινωνία. Ίδρυσε το Ανθρωπομετρικό Τμήμα της Αστυνομίας το 1909 και το Νεκροτομείο Αθηνών το 1912, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη της Ιατροδικαστικής στην Ελλάδα. Μετά τη συνταξιοδότησή του, υπηρέτησε ως επιστημονικός σύμβουλος στο Εργαστήριο Εγκληματολογικής Σημάνσεως του Υπουργείου Εσωτερικών και συνέχισε την προώθηση της ξιφασκίας στην Ελλάδα.
Απεβίωσε το 1960 στην Αθήνα, αφήνοντας πίσω του μεγάλη κληρονομιά στον ελληνικό και διεθνή αθλητισμό και την Ιατροδικαστική.
Ο Ιωάννης Γεωργιάδης (29 Μαρτίου 1874 ή 1876 - 17 Μαΐου 1960) ήταν Έλληνας αθλητής της ξιφασκίας και τρεις φορές Ολυμπιονίκης, κατατάσσοντας τον ανάμεσα στους μεγαλύτερους αθλητές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Γεννήθηκε στην Τρίπολη και σπούδασε Ιατρική στη Γαλλία, ενώ αργότερα έγινε καθηγητής Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εξέδωσε πολλά ιατρικά βιβλία και επιστημονικά συγγράμματα. Υπήρξε επίσης εμπνευστής του Εγκληματολογικού Μουσείου, το οποίο άρχισε να συγκροτείται το 1933 με τη δική του φροντίδα.
Ο Γεωργιάδης ήταν επίσης μανιώδης συλλέκτης πειστηρίων εγκλήματος από το 1912 και, κατά τη διάρκεια των 40 ετών της θητείας του ως Διευθυντής της έδρας Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας (1911-1952), συγκέντρωσε και καταχώρισε τα πρώτα εκθέματα για το Εγκληματολογικό Μουσείο. Εξαιτίας της συμβολής του, το μουσείο αποτέλεσε βασικό θεσμό στην εγκληματολογία της Ελλάδας.
Στην αθλητική του καριέρα, ο Γεωργιάδης διακρίθηκε στη ξιφασκία, κερδίζοντας τρία χρυσά μετάλλια σε Ολυμπιακούς Αγώνες: το 1906 στη Μεσολυμπιάδα, το 1912 και το 1920. Συμμετείχε επίσης στους Α΄ Σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 στην Αθήνα, κερδίζοντας το χρυσό μετάλλιο στο αγώνισμα της σπαθασκίας φιλάθλων. Ο Ιωάννης Γεωργιάδης ήταν φοιτητής της Ιατρικής κατά τη διάρκεια των αγώνων αυτών και υπήρξε ο πρώτος Έλληνας Ολυμπιονίκης στη σπάθη, παραμένοντας αήττητος στους αγώνες, με σκορ 12 υπέρ και 6 κατά. Αργότερα, συμμετείχε και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1900 στο Παρίσι, αλλά αποκλείστηκε λόγω αντικανονικών χτυπημάτων.
Ο Γεωργιάδης κατατάσσεται ανάμεσα στους πρώτους αθλητές της ξιφασκίας, λόγω της στρατηγικής του ικανότητας και της σωματικής του κατάστασης. Στη Μεσολυμπιάδα του 1906 κατέκτησε δύο μετάλλια, το χρυσό στη σπάθη και το αργυρό στο ομαδικό αγώνισμα ξιφασκίας με την ελληνική ομάδα. Η συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 ήταν η τελευταία του, χωρίς επιτυχία, αλλά μέχρι τη δεύτερη πρωτιά του Πύρρου Δήμα το 1996, ήταν ο μόνος Έλληνας ολυμπιονίκης με δύο χρυσά μετάλλια.
Πέρα από την αθλητική του καριέρα, ο Ιωάννης Γεωργιάδης υπηρέτησε και την κοινωνία. Ίδρυσε το Ανθρωπομετρικό Τμήμα της Αστυνομίας το 1909 και το Νεκροτομείο Αθηνών το 1912, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη της Ιατροδικαστικής στην Ελλάδα. Μετά τη συνταξιοδότησή του, υπηρέτησε ως επιστημονικός σύμβουλος στο Εργαστήριο Εγκληματολογικής Σημάνσεως του Υπουργείου Εσωτερικών και συνέχισε την προώθηση της ξιφασκίας στην Ελλάδα.
Απεβίωσε το 1960 στην Αθήνα, αφήνοντας πίσω του μεγάλη κληρονομιά στον ελληνικό και διεθνή αθλητισμό και την Ιατροδικαστική.
Σχόλια