Translate

Η εξουσία στην Σέρρες από τα χέρια των Σέρβων στα χέρια των Οθωμανών.

Ελληνική ιστορία / Βυζάντιο - Τελευταίες Αναρτήσεις

Η Σερβική Αυτοκρατορία (σερβικά: Српско царство) είναι ένας ιστοριογραφικός όρος για την ομώνυμη αυτοκρατορία στη Βαλκανική Χερσόνησο, που προέκυψε από το μεσαιωνικό Βασίλειο της Σερβίας. Ιδρύθηκε το 1346 από το Βασιλιά Στέφανο Δουσάν, γνωστό ως "Ισχυρό", που επεξέτεινε σημαντικά το κράτος. Προήγαγε επίσης τη Σερβική Εκκλησία της Σερβίας σε Ορθόδοξο Πατριαρχείο. 

 Η Σερβική Αυτοκρατορία στα χρόνια του Βασιλιά Στέφανο Δουσάν (Atlas of Republika Srpska) 

Ο γιος και διάδοχός του, Ούρος ο Αδύναμος, έχασε το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας (εξ ου και το επίθετο του). Μερικοί διάδοχοι του Στέφανου Ε΄ διεκδίκησαν τον τίτλο του Αυτοκράτορα σε τμήματα της Σερβίας μέχρι το 1402.

Τοιχογραφία που απεικονίζει τον Ντούσαν στο μοναστήρι του Λέσνοβο, π. 1350


Σύμφωνα με τον Βυζαντινό ιστορικό της εποχής Νικηφόρο Γρηγορά,
Ο Δουσάν άρχισε να πολεμάει ενάντια στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1334 και ο πόλεμος συνεχίστηκε με διακοπές διάφορης διάρκειας μέχρι τον θάνατό του το 1355. Δύο φορές ενεπλάκη σε μεγαλύτερες συγκρούσεις με τους Ούγγρους, αλλά αυτές ήταν κυρίως αμυντικές. 
Η Σερβική Αυτοκρατορία περί το 1350.

Η περιοχή των Σερρών

Ο Δουσάν εκμεταλλεύτηκε τον εμφύλιο πόλεμο στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μεταξύ της Άννας της Σαβοΐας, αντιβασίλισσας του ανήλικου αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, και του στρατηγού του πατέρα του Ιωάννη Καντακουζηνού. Ο Δουσάν και ο Ιβάν επέλεξαν αντίθετες πλευρές στη σύγκρουση αλλά παρέμειναν σε ειρήνη μεταξύ τους, εκμεταλλευόμενοι τον εμφύλιο πόλεμο για να εξασφαλίσουν οφέλη.

Ο Στέφανος Δουσάν έγινε βασιλιάς της Σερβίας εκθρονίζοντας τον πατέρα του Στέφανο Ντέτσανι. Μέχρι το 1345 ο Δουσάν ο Ισχυρός είχε επεκτείνει το κράτος του στο ήμισυ των Βαλκανίων, σε εδάφη περισσότερα τόσο από τη Βυζαντινή όσο και από τη Δεύτερη Βουλγαρική Αυτοκρατορία. Έτσι το 1345 στις Σέρρες (Σιερ στα σερβικά) ο Δουσάν ανακήρυξε τον εαυτό του "Τσάρο" ("Καίσαρα").την ιδια περίοδο το Βυζάντιο έιχε πολλά προβλήματα για να εκμεταλευτει την κατάσταση (Ο Βυζαντινός εμφύλιος πόλεμος 1341-47, μερικές φορές αναφερόμενος ως Δεύτερος Παλαιολόγειος Εμφύλιος Πόλεμος)Ο Δουσάν πέθανε το 1355, και η αυτοκρατορια του διεσπάσθη, ανοίγοντας το δρόμο στους Τούρκους για την κατάκτηση της Σερβίας και των υπόλοιπων Βαλκανίων.

Ο Όλιβερ υποστήριξε τον Δουσάν στον πόλεμο διαδοχής εναντίον του πατέρα του, και ήταν ένας από τους στρατηγούς που πήραν μέρος στις μάχες.
Γιοβάν Όλιβερ, αγιογραφία στο Μοναστήρι του Λενόβου

Ο Γιοβάν Όλιβερ ο Έλληνας (Ιωάννης Λιβέρης, σερβικά : Јован Оливер Грчинић) (περ. 1310-1356) ήταν άρχοντας του Μεσαιωνικού Βασιλείου της Σερβίας και του βασιλιά Δουσάν, κατείχε τους τίτλους του «σεβαστοκράτορα», του «δεσπότη», και του «μεγάλου βοεβόδα», εξέχουσα θέση στο βασίλειο και ήταν ένας από τους σημαντικότερους άρχοντες του Δουσάν. 

Στα πρώτα χρονια του ο Δουσάν εκμεταλλεύτηκε τον εμφύλιο πόλεμο στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μεταξύ της Άννας της Σαβοΐας, αντιβασίλισσας του ανήλικου αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, και του στρατηγού του πατέρα του Ιωάννη Καντακουζηνού. Ο Δουσάν και ο Ιβάν επέλεξαν αντίθετες πλευρές στη σύγκρουση αλλά παρέμειναν σε ειρήνη μεταξύ τους, εκμεταλλευόμενοι τον εμφύλιο πόλεμο για να εξασφαλίσουν οφέλη.

Η συστηματική επίθεση του Δουσάν άρχισε το 1342 και όταν τελείωσε είχε κατακτήσει όλα τα βυζαντινά εδάφη στα δυτικά Βαλκάνια μέχρι την Καβάλα, εκτός από την Πελοπόννησο και τη Θεσσαλονίκη, που δεν κατάφερε να καταλάβει επειδή ο στόλος του ήταν πολύ μικρός. Πιθανολογείται ότι τελικός στόχος του Δουσάν ήταν να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη και να αντικαταστήσει την παρακμάζουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία με ενωμένη Ορθόδοξη Ελληνοσερβική Αυτοκρατορία υπό τον έλεγχό του. Το Μάιο του 1344 ο διοικητής του Πρέλιουμπ αναχαιτίστηκε στα Στεφανιανά (στις ακτές της ανατολικής Μακεδονίας) από τουρκική δύναμη 3.000 ανδρών. Οι Τούρκοι νίκησαν αλλά αυτή η ήττα δεν ήταν ικανή να εμποδίσει την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Σέρβους.

Το 1343, ο Δουσάν πρόσθεσε "των Ρωμαίων (Ελλήνων)" στον αυτοαποκληθέντα τίτλο του Βασιλιάς Σερβίας, Αλβανίας και των ακτών. Το 1345 άρχισε να αυτοαποκαλείται τσάρος, ισοδύναμο του αυτοκράτορα, όπως μαρτυρείται σε δύο καταστατικούς χάρτες μοναστηριών του Αγίου Όρους, του Νοεμβρίου του 1345 και του Ιανουαρίου του 1346, και περί τα Χριστούγεννα του 1345 σε συμβούλιο στις Σέρρες, που τις είχε καταλάβει στις 25 Σεπτεμβρίου 1345, αυτοανακηρύχθηκε "Τσάρος των Σέρβων και των Ρωμαίων" (Ρωμαίοι είναι ισοδύναμο με Έλληνες στις Σερβικές πηγές).

Αντιμετωπίζοντας την επιθετικότητα του Δουσάν, οι Βυζαντινοί αναζήτησαν συμμάχους στους Οθωμανούς Τούρκους, που τους έφεραν για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Η πρώτη μάχη ανάμεσα σε Σέρβους και Τούρκους σε βαλκανικό έδαφος, στα Στεφανιανά το 1344, έληξε με ήττα των Σέρβων. Το 1348 ο Δουσάν κατέλαβε την Ήπειρο, την Ακαρνανία και τη Θεσσαλία. Διόρισε το Συμεών Ούρος δεσπότη Ηπείρου και Θεσσαλίας και το Βόιχνα καίσαρα της Δράμας.

Από τη στιγμή που ο Δουσάν κατέλαβε την Ήπειρο και τη Θεσσαλία έβαλε στόχο να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη. Για να πάρει την πόλη χρειαζόταν στόλο. Γνωρίζοντας ότι ο στόλος των Σερβικών πόλεων στη νότια Δαλματία δεν ήταν αρκετά ισχυρός, άρχισε διαπραγματεύσεις με τη Βενετία, με την οποία διατηρούσε αρκετά καλές σχέσεις. Οι Ενετοί φοβόντουσαν ότι θα μειώνονταν τα προνόμια τους στην Αυτοκρατορία αν οι Σέρβοι γίνονταν κύριοι της Κωνσταντινούπολης επί των αποδυναμωμένων Βυζαντινών. Αλλά αν είχαν συμμαχήσει με τη Σερβία ο Δουσάν θα εξέταζε τα υπάρχοντα προνόμια. Από τη στιγμή που θα γινόταν κύριος όλων των Βυζαντινών εδαφών οι Ενετοί θα κέρδιζαν προνόμια. Όμως η Βενετία επέλεξε να αποφύγει στρατιωτική συμμαχία. Ενώ ο Δουσάν έψαχνε βοήθεια ενάντια στο Βυζάντιο οι Ενετοί χρειάζονταν τη βοήθεια των Σέρβων στον αγώνα τους κατά των Ούγγρων για τη Δαλματία. Όταν διαισθάνθηκαν ότι η σερβική βοήθεια θα οδηγούσε σε υποχρέωση των Ενετών προς τη Σερβία, αρνήθηκαν ευγενικά την προσφορά του Δουσάν να τους βοηθήσει.

Καθώς ο Δουσάν ξεκίνησε την εκστρατεία του στη Βοσνία (αποσύροντας τα Σερβικά στρατεύματα από τη Μακεδονία και τη Θράκη), ο Καντακουζηνός προσπάθησε να ανακτήσει τα εδάφη που είχαν χάσει οι Βυζαντινοί. Με την υποστήριξή του ο Πατριάρχης Κάλλιστος της Κωνσταντινούπολης αφόρισε το Δουσάν ώστε να αποθαρρύνει τον Ελληνικό πληθυσμό στις Ελληνικές επαρχίες του Δουσάν από το να υποστηρίξει τους Σέρβους και έτσι να βοηθήσει τον Καντακουζηνό. Όμως ο αφορισμός δεν διέκοψε τις σχέσεις του Δουσάν με το Άγιο Όρος, που συνέχισε να τον αποκαλεί αυτοκράτορα, αλλά περισσότερο ως Αυτοκράτορα των Σέρβων παρά ως Αυτοκράτορα Σέρβων και Ελλήνων.

Ο Καντακουζηνός συγκέντρωσε ένα μικρό στρατό και κατέλαβε τη Χαλκιδική, τη Βέροια και ύστερα την Έδεσσα. Η Βέροια ήταν η πλουσιότερη πόλη στην περιοχή της Βοττιαίας, ο Δουσάν είχε ήδη αντικαταστήσει πολλούς Ελληνες με με Σέρβους, περιλαμβανομένης μιας Σερβικής φρουράς. Όμως οι εναπομείναντες Έλληνες κατάφεραν να ανοίξουν τις πύλες της πόλης στο Καντακουζηνό το 1350. Η Έδεσσα αντιστάθηκε, αλλά τελικά καταλήφθηκαν εξ εφόδου. Στη συνέχεια ο Καντακουζηνός βάδισε κατά της Θεσσαλίας, αλλά αναχαιτίστηκε στα Σέρβια από τον Καίσαρα Πρέλιουμπ και το στρατό του 500 ανδρών. Οι βυζαντινές δυνάμεις αποσύρθηκαν στη Βέροια και το βοηθητικό τουρκικό σώμα έφτασε λεηλατώντας μέχρι τα Σκόπια. Όταν έμαθε τα νέα ο Δουσάν ανασύνταξε τις δυνάμεις του και προέλασε προς τη Θεσσαλία.
Ο Κώδικας του Δουσάν, το δεύτερο παλαιότερο σωζόμενο σύνταγμα της Σερβίας


Το διαρκέστερο μνημείο της βασιλείας του Δουσάν ήταν ένας νομικός κώδικας. Για τη δημιουργία του Κώδικα του Δουσάν δημοσιεύτηκαν πολλά διατάγματα και μεταφράστηκαν στα Σερβικά μερικά μεγάλα ξένα νομικά έργα . Ωστόσο το τρίτο τμήμα του Κώδικα ήταν νέο και ξεκάθαρα Σερβικό, αν και με βυζαντινή επιρροή και έμφαση σε μια μακρά νομική παράδοση στη Σερβία. Ο Δουσάν εξήγησε τον σκοπό του Κώδικά του σε ένα από τα διατάγματά του. Υπογράμμισε ότι οι στόχοι του ήταν πνευματικοί και ότι ο κώδικας θα βοηθούσε τον λαό του να σωθεί για τη μετά θάνατον ζωή. Ο Κώδικας παρουσιάστηκε στις 21 Μαΐου 1349 στα Σκόπια και περιείχε 155 άρθρα, ενώ 66 ακόμη άρθρα προστέθηκαν στις Σέρρες το 1353 ή το 1354. Οι συγγραφείς του κώδικα δεν είναι γνωστοί, αλλά ήταν πιθανώς μέλη της αυλής εξειδικευμένοι στα νομικά. Ο Κώδικας συνέχισε ως de facto σύνταγμα υπό την κυριαρχία του γιου του Δουσάν, Στέφανου Ούρος Ε΄, και μετά τη διάλυση της Σερβικής Αυτοκρατορίας το 1371, χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις επαρχίες που τη διαδέχτηκαν.
Η Σέρβικη Αυτοκρατορία το 1355

Ο Δουσάν είχε μεγάλα σχέδια να καταλάβει και να διατηρήσει το Χουμ, το Βελιγράδι, τη Μάτσβα, το Δυρράχιο, τη Φιλιππούπολη, την Αδριανούπολη, τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη και να τεθεί επικεφαλής ενός μεγάλου στρατού σταυροφόρων που θα εξεδίωκε τους Τούρκους από την Ευρώπη.

Ο γιος του και διάδοχός του Στέφανος Ούρος Ε΄ δεν κατάφερε να διατηρήσει την Αυτοκρατορία και πολλές τοπικές φεουδαρχικές οικογένειες ισχυροποίησαν την εξουσία τους, αν και τυπικά αναγνώριζαν τον Ούρος Ε΄ ως Αυτοκράτορα. Ο Σιμεόν Ούρος, ετεροθαλής αδελφός του Δουσάν, αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας μετά το θάνατο του Δουσάν, διοικώντας μεγάλο μέρος της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, που του είχε προγενέστερα παραχωρήσει ο Δουσάν.

Το Δουσάν διαδέχθηκε ο γιος του Στέφανος Ούρος Ε΄, που ονομάστηκε "ο Ανίσχυρος", όρος που περιγράφει επίσης την αυτοκρατορία, καθώς σταδιακά διολίσθησε σε φεουδαρχική αναρχία. Ο συνδυασμός των αιφνίδιων κατακτήσεων, της οπισθοδρομικής διοίκησης και η αποτυχία να παγιώσεις τις κτήσεις της οδήγησαν στον κατακερματισμό της αυτοκρατορίας. 
Μετά το 1360 η Σερβική αυτοκρατορία του Δουσάν διαιρέθηκε σε 15 πριγκιπάτα.


Η περίοδος σημαδεύτηκε από την άνοδο μιας νέας απειλής : το Οθωμανικό Τουρκικό σουλτανάτο σταδιακά εξαπλώθηκε από την Ασία στην Ευρώπη και κατέλαβε πρώτα τη Βυζαντινή Θράκη και στη συνέχεια τα υπόλοιπα Βαλκανικά κράτη. Παντελώς ανίκανος να διατηρήσει τη μεγάλη αυτοκρατορία που δημιούργησε ο πατέρας του, ο Στέφανος Ε΄ δεν μπορούσε ούτε να αποκρούσει τις επιθέσεις των ξένων εχθρών, ούτε να αντιμετωπίσει την ανεξαρτησία των ευγενών του. Η Σερβική Αυτοκρατορία του Στέφανου Ε΄ κατακερματίστηκε σε ένα συνονθύλευμα από ηγεμονίες μερικές από τις οποίες ούτε καν κατ' όνομα δεν αναγνώριζαν την εξουσία του. Ο Στέφανος Ούρος Ε΄ πέθανε άτεκνος στις 4 Δεκεμβρίου 1371, ενώ μεγάλο μέρος της Σερβικής αριστοκρατίας είχε σκοτωθεί από τους Οθωμανούς κατά τη Μάχη του Έβρου.

Στην Ιστορία του ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός περιγράφει, πως όταν απεβίωσε ο πατέρας του το 1355 και ο 19χρονος Στέφανος-Ούρος Ε΄ ανέλαβε την εξουσία, το εκτεταμένο Σερβικό κράτος άρχισε να διασπάται. Αυτό μάλλον έγινε στις ελληνικές περιοχές του και όχι στην κυρίως Σερβία· ο ιστορικός Mihaljčić θεωρεί, ότι η κατάτμηση προήλθε από εξωτερικές επιθέσεις.

Το 1358 επιτέθηκε στα βόρεια της λίμνης Σκόδρα, προσπαθώντας να ανακτήσει την περιοχή Ζέτα της Διόκλειας, παλαιά κτήση των Νεμάνιτς, αλλά ηττήθηκε. Τότε κατέβηκε νότια και ανακατέλαβε την Ήπειρο και τη Θεσσαλία, όπου αποκατέστησε την εξουσία του ως "αυτοκράτορα των Σέρβων και των Ελλήνων".

Υπάρχει μία ενέργεια, στην αρχή της βασιλείας του, που διαψεύδει την γενική εικόνα του ως αδύναμου: το 1356 ο Ματθαίος Καντακουζηνός, διεκδικητής του Ρωμαϊκού θρόνου, με 5.000 Τούρκους βάδισε εναντίον των Σερρών, πρωτεύουσας του Σέρβου Γιοβάν-Ουγκλιέσα Μρνιάβτσεβιτς. Τότε ο Στέφανος-Ούρος Ε΄, που η μητέρα του διοικούσε από τις Σέρρες, άρχισε να συγκεντρώνει στρατό για την υπεράσπιση της μητέρας του. Όταν το 1357 ο Ματθαίος με τους Τούρκους επιτέθηκε, ήλθε εναντίον τους ο Βοζίνα της Δράμας και τους νίκησε. Ο Ματθαίος αιχμαλωτίστηκε, ώσπου ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος Αυτοκράτορας των Ρωμαίων πλήρωσε λύτρα για την απελευθέρωσή του.
Το πριγκιπάτο του Συμεών Ούρου και πάνω το πριγκιπάτο του Στέφανου Ούρου του Ε


Τα επόμενα έτη η Σερβική επικράτεια κατατμήθηκε βαθμιαία σε ένα συνονθύλευμα πριγκιπάτων, μερικά από τα οποία δεν αναγνώριζαν ούτε τυπικά την επικυριαρχία του Στεφάνου-Ούρου Ε΄. Η μητέρα του δεν τον βοήθησε σε αυτό, καθώς άρχισε να διοικεί αυτόνομα από τις Σέρρες, σε συμμαχία με τον Γιοβάν-Ουγκλιέσα. Παρόμοια αυτόνομη στάση κράτησαν οι Οίκοι των Ντεγιάνοβιτς, Μπάλσιτς και ο Νικόλα Αλτομάνοβιτς. 

Ως το 1365 ο πιο ισχυρός Σέρβος ευγενής είχε γίνει ο αδελφός του Γιοβάν-Ουγκλιέσα, ο Βουκάσιν Μρνιάβτσεβιτς, που έγινε συγκυβερνήτης με τον Στέφανο-Ούρο Ε΄ και του δόθηκε ο τίτλος του βασιλιά της Σερβίας. Καθώς ο Στέφανος-Ούρος Ε΄ ήταν άτεκνος, ο Βουκάσιν όρισε τον πρωτότοκο γιο του Μάρκο ως κληρονόμο του θρόνου το 1369 με τον τίτλο του "νεαρού βασιλιά".

Πριν από το 1371, οι ευγενείς ήταν είτε άμεσα υποταγμένοι στον αυτοκράτορα Στέφανο-Ούρο Ε
είτε στον Βουκάσιν.
Ο Βουκάσιν πέθανε στη Μάχη της Μαρίτσας (1371) κατά της εισβολής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι νότιες σερβικές επαρχίες έγιναν κατ' όνομα Οθωμανοί υποτελείς. Τέσσερις μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1371 απεβίωσε κι ο Στέφαν-Ούρος Ε΄, έπειτα από την καταστροφή των περισσότερων ευγενών από τους Τούρκους, τον Σεπτέμβριο στο ιδιο μέρος τον ποταμό Μαρίτσα (Έβρου) κατά τον πόλεμο με του Οθωμανούς.

Την άνοιξη του 1371, ο Μάρκο συμμετείχε στις προετοιμασίες για μια εκστρατεία εναντίον του Νίκολα Αλτομάνοβιτς, του μείζονα άρχοντα στα δυτικά της Αυτοκρατορίας. Η εκστρατεία σχεδιάστηκε από κοινού από τον βασιλιά Βουκάσιν και τον Ντουραντ Βαλτικ I Balšić, τον άρχοντα της Ζέτας, ο οποίος ήταν παντρεμένος με την Ολιβερα, την κόρη του βασιλιά. 

Η επικράτεια του Βουκάσιν και του αδελφού του Ούγκλιεσα το 1371.

Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, ο Βουκάσιν και ο Μαρκο στρατοπέδευσαν με τον στρατό τους έξω από το Σκούταρι, στο έδαφος του Βαλσικ, έτοιμοι να κάνουν μια εισβολή προς το Onogošt στη γη του Αλτομάνοβιτς. Η επίθεση δεν έγινε ποτέ, καθώς οι Οθωμανοί απείλησαν τη γη του Δεσπότη Ούγκλιεσα Μρνιάβτσεβιτς , του άρχοντα των Σερρών, του μικρότερου αδελφού του Βουκάσιν που βασίλευε στην ανατολική Μακεδονία.
Άγαλμα του Γιοβάν Ούγκλιεσα


Ο Γιοβάν Ούγκλιεσα σερβ. Јован Угљеша Мрњавчевић (άκμασε 1346 - 1371) από τον Οίκο του Μρνιάβτσεβιτς ήταν ένας Σέρβος ευγενής, από τους πιο εξέχοντες μεγιστάνες. Κατείχε τον τίτλο του δεσπότη, που έλαβε από τον Στέφανο Ούρο Ε΄ αυτοκράτορα της Σερβίας, του οποίου ο συμβασιλιάς Βουκάσιν ήταν αδελφός του Ούγκλιεσα.
Ήταν γιος τού Μρνιάβα, θησαυροφύλακα της Έλενας των Καπετιδών-Ανζού (συζύγου του Στεφάνου Ούρου Α΄ της Σερβίας). Κατείχε την Τραβούνια το 1346, κατά τη βασιλεία του Στεφάνου Ούρου Δ΄ Δουσάν (βασ. 1331-55).

Η επαρχία του βρισκόταν κατά μήκος της κάτω εκροής του Στρυμώνα (Στρούμα) με τις Σέρρες για έδρα του. Του δόθηκε ο τίτλος του δεσπότη το 1365 από την Ελένα των Σρατσιμίρ, σύζυγο του Δουσάν. 
Ο Ούγκλιεσα σκοτώθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1371 και αυτός στη μάχη του ποταμού Μαρίτσα το 1371. Ο στρατός των Σέρβων συνετρίβη από αυτόν των Οθωμανών διοικητών Λάλα Σαχίν πασά και Γαζή Εβρενός στη σύγκρουση. Η ήττα είχε ως αποτέλεσμα μεγάλα τμήματα της περιοχής της Μακεδονίας να περιέλθουν στους Οθωμανούς.
Ελένα, βασίλισσα και αυτοκράτειρα της Σερβίας (1315 - 1374) 


Η Ελένα, βουλγαρ. Елена (άκμασε π. 1315 - 1374) από τον Οίκο του Σρατσιμίρ ήταν πριγκίπισσα της Βουλγαρίας, που με τον γάμο της έγινε βασίλισσα και μετά αυτοκράτειρα της Σερβίας. Με το τέλος του ανδρός της η Ελένα κληρονόμησε μέρος των επριοχών μεταξύ των ποταμών Βαρδάρη και των Μέστα. Επίσης έλαβε τη χερσόνησο της Χαλκιδικής και είχε τη βάση της Αυλής της στις Σέρρες. Το 1359 η Ελένα έγινε μοναχή με το μοναστικό όνομα Γιελισαβέτα. Ωστόσο συνέχισε να παίζει έναν ενεργό ρόλο στην πολιτικά, κυβερνώντας την περιοχή των Σερρών ως το 1365

Το επόμενο διάστημα οι Σέρβοι άρχοντες δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν για τον νόμιμο κυβερνήτη. έδιωξαν από ηγέτη τον πρίγκιπα Μάρκο, τον γιο του Βουκάσιν, και μέσα σε ένα χρόνο ξεκίνησαν συγκρούσεις μεταξύ των ευγενών. 
Η Σερβική Αυτοκρατορία τεμαχισμένη στα πριγκιπάτα το 1373


Το 1374 πραγματοποιήθηκε συνέλευση χωρίς επιτυχία, καθώς οι ευγενείς δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν για το αν ο Μάρκο ή ο Πρίγκιπας Λάζαρ "Λάζαρος Χρεμπελιάνοβιτς" (Ο Λάζαρ κυβέρνησε το ισχυρότερο σερβικό πριγκιπάτο, τη Μοραβική Σερβία, είχε την πραγματική εξουσία στη βόρεια Σερβία) θα ηγούνταν της Σερβικής συνομοσπονδίας ως Σέρβος βασιλιάς, και το κράτος συνέχισε όπως πριν, κατακερματισμένο και χωρίς κεντρική εξουσία.
ο Πρίγκιπας Λάζαρ "Λάζαρος Χρεμπελιάνοβιτς"


Μέχρι το 1379, ο πρίγκιπας Λάζαρ, αναδείχθηκε ως ο πιο ισχυρός μεταξύ των Σέρβων ευγενών. Στις υπογραφές του, αποκαλούσε τον εαυτό του ως «Αυτοκράτη όλων των Σέρβων» (самодрьжць вьсѣмь Србьлѥмь). Ωστόσο, δεν ήταν αρκετά ισχυρός για να ενώσει όλα τα σερβικά εδάφη υπό την εξουσία του.

Το 1382 ο Λάζαρ αρνήθηκε να γίνει υποτελής των Οθωμανών. Ο Οθωμανικός στρατός προέλασε στα σερβικά κρατίδια και ο Λάζαρος τους αντιμετώπισε στην Μάχη του Κοσσυφοπεδίου στις 28 Ιουνίου 1389. Παρόλο που βγήκε νικητής της μάχης δολοφονήθηκε μετά το τέλος από κάποιον Σέρβο.

Μετά την απόφαση του συμβουλίου της επικρατείας τον Δεκέμβριο του 1389 η πριγκίπισσα Όλιβερ η μικρότερη κόρη του πρίγκιπα Λάζαρου δόθηκε στο χαρέμι του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Α

Το Σερβικό κρατίδιο των Σερρών διαλύθηκε μετά την ήττα των Σέρβων από τους Τούρκους στο Τσερνομιάνο το 1371 μ. Χ. και η πόλη περιήλθε στο βασιλιά της Θεσσαλονίκης Μανουήλ Β', αλλά δεν παρέμεινε σε ελληνικά χέρια για πολύ καιρό. 
Ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος 

Ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος (27 Ιουνίου 1350 – 21 Ιουλίου 1425) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 1391 έως το 1425. Λίγο πριν το θάνατό του, έγινε μοναχός και έλαβε το όνομα Ματθαίος. Η σύζυγός του, Ελένη Δραγάση, είδε τους γιους τους, Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο και Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, να γίνονται αυτοκράτορες.
Έχοντας τον τίτλο του δεσπότη από τον πατέρα του, ταξίδεψε δυτικά για να ζητήσει υποστήριξη για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1365 και το 1370, υπηρετώντας ως κυβερνήτης στη Θεσσαλονίκη από το 1369. Η αποτυχημένη απόπειρα σφετερισμού από τον μεγαλύτερο αδελφό του Ανδρόνικο Δ' Παλαιολόγο το 1373 τον οδήγησε στο να ανακηρυχθεί κληρονόμος και συναυτοκράτορας του πατέρα του.
Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, διατήρησε το καθεστώς της υποτέλειας που είχε εγκαινιάσει ο πατέρας του. Έτσι, κλήθηκε να υπηρετήσει στο πλευρό του Βαγιαζήτ Α΄ σε στρατιωτικές επιχειρήσεις των Τούρκων όπως στην άλωση της Φιλαδελφείας το 1390, τελευταίου βυζαντινού προπυργίου στη δυτική Μικρά Ασία. 
Αργότερα όμως, μετά από κάποιες εκρήξεις αστάθειας του Σουλτάνου, αποφάσισε να διακόψει κάθε υπηρεσία στους Τούρκους. Έξαλλος ο Βαγιαζήτ απάντησε με άμεση πολιορκία της Πόλεως το 1394, η οποία έμελλε να κρατήσει με κυμαινόμενη ένταση, για πολλά χρόνια.

Η Σέρρες παραδόθηκε στους Τούρκους το 1373 μ. Χ., 80 χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Φαίνεται πως ξαναπέρασε για λίγο στον Μανουήλ, ενω΄το 1375 ξαβαπέρασε στα χέρια των Οθωμανών. Σε αυτό το διάστημα η περιοχή του Σιδηροκάστρου ξαναπέρασε σε Σέρβικα χέρια. 

Οι οθωμανικές πηγές δίνουν αρκετές ημερομηνίες, κατάληψης των Σερρών , μεταξύ αυτού και το 1375

Η αντίσταση των Ελλήνων στις μάχες της Θεσσανικής και των Σερρών ήταν μεγάλη. ΄
Τα οθωμανικά στρατεύματα με επικεφαλής τον Χαϊρεντίν Πασά κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη τον Απρίλιο του 1387 μετά από μια μακρά πολιορκία που ξεκίνησε το 1383
Mετ. στα Αγγλικα
During the Ottoman conquest of this place, the castle was under Serbian rule. While the first Ottoman dates indicate that important cities in Macedonia such as Kavala, Drama, Serez and Zihne were captured by Lala Şahin Pasha, they do not mention the name of Demirhisar. However, it is indirectly understood from these records that Demirhisar was also captured during this movement in the autumn of 1383.

Στο Σιδηρόκαστρο και την περιοχή του δεν έγινε το ιδιο και δεν υπήρξε καμιά μάχη, Το Σιδηρόκαστρο πέρασε σε Οθωμανικά χέρια κατοπιν συνθηκολόγησης μεταξύ Σέρβων και Οθωμανών.
Κατά την οθωμανική κατάκτηση αυτού του τόπου, το κάστρο βρισκόταν υπό σερβική κυριαρχία. Ενώ οι πρώτες οθωμανικές ημερομηνίες υποδεικνύουν ότι σημαντικές πόλεις της Μακεδονίας όπως η Καβάλα, η Δράμα, η Σερέζ και η Ζιχνέ καταλήφθηκαν από τον Λάλα Σαχίν Πασά, δεν αναφέρουν το όνομα του Ντεμιρχισάρ. Ωστόσο, έμμεσα γίνεται κατανοητό από αυτά τα αρχεία ότι το Demirhisar καταλήφθηκε επίσης κατά τη διάρκεια αυτής της κίνησης το φθινόπωρο του 1383. Μετά την κατάκτηση εγκαταστάθηκε εδώ στρατιωτική φρουρά, καθώς και ομάδα αμάχων μουσουλμανικών πληθυσμών.

Οι Σέρρες τέθηκαν υπό τον έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις 19 Σεπτεμβρίου 1383, ενώ, αρχικώς, αποτέλεσαν κτήση του Εβρενός Μπέη, ο οποίος μετέφερε Γιουρούκους εποίκους προερχόμενους από το Σαρουχάν.

Ο Γαζή Αχμέτ Εβρενός (Gazi Evrenos Beg ή Hadji Gazi Evrenos), γνωστός και με τα ονόματα Ἐβρενέζ, Εβρενός, Ἀβρανέζης, Βρανέζης, Βρενέζ, Βρενέζης ή Βρενές[ (θάνατος 17 Νοεμβρίου 1417) ήταν Οθωμανός στρατηγός απόγονος του γνωστού ελληνικής καταγωγής οίκου των Evrenos Ogullari.
Ο Γαζή Εβρένος μπέης υπήρξε ιδρυτής του οθωμανικού οίκου Εβρενόζογλου, τουρκικού κλάδου του βυζαντινού οίκου των Ουρανών. 

Την εκ νέου κατάκτηση των Σερρών και την προσάρτησή της πόλης οριστικά πλέον στην 
Οθωμανική Αυτοκρατορία, την τεκμηρίωνε 
μια επιγραφή που υπήρχε στην πόρτα του 
Εσκί Τζαμί, του πιο παλιού και μεγαλύτερου 
τεμένους της πόλης. Σύμφωνα με την 
επιγραφή αυτή το τέμενος χτίστηκε το 787 
(1385), την εποχή του Μουράτ Χαν, γιου του 
Ορχάν (Καφταντζής, 1996, σ.179). Σύμφωνα 
με το Cihannüma (Παγκόσμιο Άτλας ) 
στην πόλη υπήρχαν 10 τεμένη, 8 λουτρά, 
καταστήματα, αγορά και πτωχοκομείο. 

Ο ιστορικός Δούκας αναφέρει καταστροφή της Θεσσαλονίκης το 1391 από τον Βαγιαζήτ Α΄ με αιτία τη δραπέτευση του Μανουήλ Β´ από τη σουλτανική αυλή και την ανάδειξή του σε αυτοκράτορα.



John V.A. Fine. (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. The University of Michigan Press. ISBN 0-472-08260-4
George C. Soulis, The Serbs and Byzantium during the reign of Emperor Stephen Dusan (1331-1355) and his successors, Athens, 1995. ISBN 0-88402-137-8
Jean W. Sedlar, East Central Europe in the Middle Ages, 1000-1500, University of Washington Press, 1996.
Ljubomir Maksimovic, «Η εποχή της Άλωσης και οι Σέρβοι», Πανεπιστήμιο Κρήτης-τμ.Ιστορίας και Αρχαιολογίας, 1453 Η άλωση της Κωνσταντινουπόλης και η μετάβαση από τους μεσαιωνικούς στους νεώτερους χρόνους, επιστημ. επιμ. Τόνια Κιουσοπούλου, εκδ.Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης,Ηράκλειο 2005, σελ.197-207
Fine, John Van Antwerp (1994), The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest, University of Michigan Press, ISBN 978-0-472-08260-5
Soulis, George Christos (1995), The Serbs and Byzantium during the reign of Emperor Stephen Dušan (1331–1355) and his successors, Dumbarton Oaks, ISBN 0-88402-137-8
Conflict and chaos in Eastern Europe. Palgrave Macmillan. 1995. ISBN 978-0-312-12116-7.
Mitchell, Laurence (2010), Serbia, Bradt Travel Guides ed. 3. p. 149. ISBN 1-84162-326-1
Vizantološki institut, Zbornik radova Vizantološkog instituta, (Naučno delo, 1996), 194.
Nicol (1993), p. 121: "The resulting assimilation of Byzantine culture by the Serbians helped to fortify the ideal of a Slavo-Byzantine Empire, which came to dominate the mind of Milutin's grandson, Stephen Dusan, later in the fourteenth century".
Radoman Stankovic, The Code of Serbian Emperor Stephan Dushan, Serbian Culture of the 14th Century. Volume I: "Powerful Byzantium started to decline, and young Serbian King Stephan Dushan, Stephan of Dechani's son, wanted, by getting crowned in 1331, to replace weakened Byzantium with the powerful Serbian-Greek Empire. [...] By proclaiming himself emperor of the Serbs and Greeks, Dushan showed that he aspired to a legitimate rule over the subjects of the Byzantine Empire".
«Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
Ćirković, Sima (2004). The Serbs. Malden: Blackwell Publishing.
Twelfth Century to the Ottoman Conquest. Ann Arbor, Michigan: University of Michigan Press.
Miodrag Al Purković (1975). Jelena: žena cara Dušana. Izdanje Srpske pravoslavne eparhije za zapadnu Evropu.
Soulis, George Christos (1984). The Serbs and Byzantium during the reign of Tsar Stephen Dušan (1331-1355) and his successors. Washington: Dumbarton Oaks Library and Collection..
Nicol, Donald M. (1993) [1972]. The Last Centuries of Byzantium, 1261-1453. Cambridge: Cambridge University Press.
Nicol, Donald M. (1996). The Reluctant Emperor: A Biography of John Cantacuzene, Byzantine Emperor and Monk, c. 1295-1383. Cambridge: Cambridge University Press.
Ostrogorsky, George (1956). History of the Byzantine State. Oxford: Basil Blackwell.
Pavlikianov, Cyril (2001). The Medieval Aristocracy on Mount Athos: Philological and Documentary Evidence for the Activity of Byzantine, Georgian and Slav Aristocrats and Eminent Churchmen in the Monasteries of Mount Athos from the 10th to the 15th Century. Sofia: Center for Slavo-Byzantine Studies.
Popović, Tatyana (1988). Prince Marko: The Hero of South Slavic Epics. New York: Syracuse University Press.
Sedlar, Jean W. (1994). East Central Europe in the Middle Ages, 1000-1500. Seattle: University of Washington Press.
K. Kâni, “Evrenos Bey”, Kaynak, III/36, İstanbul 1936, s. 923-925; IV/37 (1936), s. 17-19; IV/38 (1936), s. 60-64.
Vasilis Demetriades, “The Tomb of Ghazi Evrenos Bey at Yenitsa and its Inscription”, BSOAS, XXXIX (1976), s. 328-332.
 P. Voutierides, “Neai Ellenikai Poleis-Yenitsa” Panathinaia 25 (1912-13), p. 210.
 Μπλιάτκας Θωμάς. Νάουσα, Νιάουστα, Neguš, Agoustos, Njaušta, Neaguš, Agostos, Naoussa, Něgušă, Niausa, Niaousa, Augusta. Bliatkas Thomas. σελίδες 24-25. ISBN 9789609337625.
 Περιφέρεια Ηπείρου: Περιφερειακή Ενότητα Ιωαννίνων: Όπου η Ομορφιά Περισσεύει
 «Ιμαρέτ Κομοτηνής». Οδυσσεύς - Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2012.
 «Εκκλησιαστικό Μουσείο Ιεράς Μητροπόλεως Μαρωνείας και Κομοτηνής». Οδυσσεύς - Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού.
Σουλτάνα Δ. Λάμπρου, Ο αυτοκράτωρ Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος ως Θεολόγος. Συμβολή στην έρευνα της Παλαιολόγειας Γραμματείας, Θεσσαλονίκη 2012. ISBN 978-960-6668-11-1.
G. Dennis, The Riegen of Manuel II Palaeologus in Thessalonica 1382-1387, Ρώμη 1960.
J. J. Norwich, «Byzantium», Vol. III-The Decline and Fall.
Athanasios D. Angelou, Manuel Palaiologos, Dialogue with the Empress - Mother on Marriage. Introduction, Text and Translation, Βιέννη, Ακαδημία Επιστημών της Αυστρίας 1991.
A. Vasiliev, «History of the Byzantine Empire, 324-1453.
G. Ostrogorsky, «History of the Byzantine State».
Şemseddin Sami IV, 1996, s.2755- 2757
Âşık Mehmed, Menâzırü’l-avâlim, Süleymaniye Ktp., Hâlet Efendi, nr. 616, II, vr. 20a.
Selânik Vilâyeti Salnâmesi, 19. def‘a, Selânik 1324, s. 431-438.
M. Tayyib Gökbilgin, Rumeli’de Yürükler, Tatarlar ve Evlâd-ı Fâtihân, İstanbul 1957, s. 69, 262, 324.
G. Ostrogorski, Serska Oblast posle Dušanove smrti, Posebna Izdanja Vizantinološkog Instituta IX, Beograd 1965, tür.yer.
Apostolos Vakalopoulos, History of Macedonia, Thessaloniki 1973, s. 53-54, 208, 666-668.
Aleksandar Stojanovski, Gradovite na Makedonija od krajot na XIV do XVII vek, Skopje 1981, tür.yer.
G. Stivaras, “Demir Issarion”, Makedonikon Imerologion (1910), s. 213-214

Σχόλια