Translate

Ιωάννης Βλάχος (Δασκαλογιάννης)

Ο Ιωάννης Βλάχος, γνωστός ευρύτερα με το προσωνύμιο Δασκαλογιάννης, γεννήθηκε στην Ανώπολη Σφακίων το 1725 και εκτελέστηκε στο Ηράκλειο στις 17 Ιουνίου 1771. Υπήρξε από τις πιο εμβληματικές μορφές του προεπαναστατικού αγώνα στον ελληνικό χώρο και πρωταγωνίστησε στην εξέγερση των Σφακίων κατά την περίοδο των Ορλωφικών.

Η εξέγερση στην οποία ηγήθηκε εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των αναταραχών που ξέσπασαν την άνοιξη του 1770, κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768–1774). Με πρωτοβουλία της Ρωσικής αυτοκρατορίας και ειδικότερα των αδελφών Ορλώφ, στενών συνεργατών της αυτοκράτειρας Αικατερίνης Β΄, οργανώθηκαν επαναστατικά κινήματα σε διάφορες περιοχές του υπόδουλου ελλαδικού χώρου. Στόχος των Ρώσων ήταν να υπονομεύσουν την Οθωμανική κυριαρχία, υποκινώντας τις χριστιανικές κοινότητες να εξεγερθούν.

Στην Κρήτη, επίκεντρο της εξέγερσης υπήρξαν τα Σφακιά, με ηγέτη τον Δασκαλογιάννη. Προερχόμενος από εύπορη οικογένεια, με ταξίδια και εμπειρίες στο εξωτερικό, ο Δασκαλογιάννης διέθετε μόρφωση και πολιτική οξυδέρκεια. Πίστεψε στις ρωσικές υποσχέσεις για βοήθεια και ανεξαρτησία, και οργάνωσε την αντίσταση με την ελπίδα ότι η Κρήτη θα απελευθερωθεί. Ωστόσο, η αναμενόμενη ρωσική στήριξη δεν ήρθε ποτέ, και η εξέγερση κατεστάλη με σκληρότητα από τους Οθωμανούς, οδηγώντας στη μαρτυρική θυσία του Δασκαλογιάννη και σε βαριές συνέπειες για τον πληθυσμό της περιοχής.

Η μορφή του πέρασε στη λαϊκή μνήμη ως σύμβολο ηρωισμού και ανιδιοτελούς προσφοράς στον αγώνα για ελευθερία, ενώ η ιστορία της εξέγερσης των Σφακίων κατέχει ξεχωριστή θέση στο πάνθεον των προεπαναστατικών κινημάτων του ελληνισμού.

Η αρχή της λεβεντιάς και ο αγώνας του

Ο Ιωάννης Βλάχος γεννήθηκε στην Ανώπολη Σφακίων, πιθανότατα γύρω στο 1725. Το επίθετό του προέρχεται από προσωνύμιο που είχε δοθεί στην οικογένειά του, επειδή οι πρόγονοί του είχαν αναπτύξει εμπορική δράση στις περιοχές της Μολδοβλαχίας, όπως συνέβαινε και με άλλους Σφακιανούς πλοιοκτήτες της εποχής. Ο πατέρας του, έχοντας αποκτήσει σημαντικά έσοδα από το εμπόριο, κατάφερε να τον στείλει για σπουδές στο εξωτερικό. Χάρη στη μόρφωσή του, ο Ιωάννης απέκτησε το παρατσούκλι «Δασκαλογιάννης», όνομα με το οποίο έμεινε γνωστός στην ιστορία.

Τον Φεβρουάριο του 1770, με την άφιξη των ρωσικών δυνάμεων στη Μάνη, ο Δασκαλογιάννης, που στο μεταξύ είχε έρθει σε επαφή με τους Ορλώφ, έστειλε μερικές εκατοντάδες Σφακιανούς για να ενισχύσουν τους επαναστάτες της Πελοποννήσου. Λίγο αργότερα, την άνοιξη της ίδιας χρονιάς, η φλόγα της εξέγερσης άναψε και στα Σφακιά, με τον ίδιο τον Δασκαλογιάννη να τίθεται επικεφαλής.

Συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 1770, αφού πρώτα οι Σφακιανοί είχαν συγκεντρώσει τρόφιμα και πολεμοφόδια και είχαν οχυρώσει τα πιο κρίσιμα περάσματα στα βουνά, έδιωξαν τον Οθωμανό εισπράκτορα που είχε έρθει να μαζέψει τον κεφαλικό φόρο. Στη συνέχεια επιτέθηκαν και σκότωσαν αρκετούς Οθωμανούς που ζούσαν σε πεδινά μέρη της περιοχής, ενώ άρπαξαν τις περιουσίες τους, εξαναγκάζοντας τους υπόλοιπους να καταφύγουν σε κοντινά φρούρια. Αυτή η πρώτη επίθεση κατά των μουσουλμάνων της Κρήτης έγινε το Πάσχα του 1770 – μια ημερομηνία που είχε ιδιαίτερο συμβολισμό, καθώς πολλοί υπόδουλοι Ορθόδοξοι πίστευαν πως, με θεία βοήθεια, το γένος των Ρωμαίων θα απελευθερωνόταν κάποτε από τους Τούρκους. Σύμφωνα με έναν από τους τότε διαδεδομένους μύθους, κάθε Πάσχα οι Άγγελοι τελούν τη θεία λειτουργία μέσα στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας.

Η αντίδραση των Οθωμανών δεν άργησε. Οι πασάδες της Κρήτης, εκτελώντας διαταγή του ίδιου του σουλτάνου, συγκρότησαν στρατιωτικό σώμα περίπου 15.000 ανδρών για να καταπνίξουν την εξέγερση. Πριν όμως ξεκινήσουν οι επιχειρήσεις, οι Οθωμανοί έστειλαν στους Σφακιανούς δύο κληρικούς, με σκοπό να τους μεταπείσουν και να τους πείσουν να καταθέσουν τα όπλα. Ο Δασκαλογιάννης, ωστόσο, αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Η επίθεση των Οθωμανών ξεκίνησε με τη βοήθεια του πυροβολικού, και κατέλαβαν σημαντικά οχυρά σημεία που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι επαναστάτες, καθώς και μερικά χωριά. Εκεί προχώρησαν σε σφαγές και λεηλασίες. Τότε, οι επαναστάτες, μαζί με τον Δασκαλογιάννη, αποσύρθηκαν στα ψηλά και απρόσιτα βουνά, όπου οι Οθωμανοί δεν μπορούσαν εύκολα να φτάσουν, και άρχισαν τον αγώνα με τη μορφή κλεφτοπολέμου.

Ο κλεφτοπόλεμος στα Σφακιά συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του 1770 και κράτησε μέχρι τον βαρύ χειμώνα, οπότε οι συνθήκες έγιναν εξαιρετικά δύσκολες και για τις δύο πλευρές. Οι Σφακιανοί, εξαντλημένοι από τις κακουχίες, την έλλειψη τροφίμων και τη συνεχή πίεση των οθωμανικών δυνάμεων, αποφάσισαν τον Μάρτιο του 1771 να προτείνουν την παύση των εχθροπραξιών. Ζήτησαν ειρήνη με τον όρο να τους χορηγηθεί γενική αμνηστία για τη συμμετοχή τους στην εξέγερση.

Οι Οθωμανοί αποδέχθηκαν την πρόταση, αλλά έθεσαν μια σειρά αυστηρών όρων. Πρώτον, απαίτησαν να πληρώνεται στο εξής ο κεφαλικός φόρος «κατά κεφαλήν» — δηλαδή ατομικά για κάθε πρόσωπο — και όχι «κατ’ αποκοπήν», όπως ίσχυε μέχρι τότε για την περιοχή των Σφακίων. Ζήτησαν επίσης την απελευθέρωση όλων των Οθωμανών αιχμαλώτων που είχαν συλληφθεί κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, καθώς και τον τερματισμό της παροχής τροφίμων από τους Σφακιανούς στα ξένα πολεμικά πλοία που πλέανε γύρω από την Κρήτη — κυρίως σε ρωσικά σκάφη.

Επιπλέον, επιβλήθηκαν περιορισμοί στη δημόσια ζωή και την κοινωνική έκφραση των Σφακιανών: απαγορεύτηκε η ανέγερση νέων εκκλησιών και πύργων, ενώ μπήκαν αυστηροί κανόνες στην ενδυμασία τους. Οι Οθωμανοί αφαίρεσαν και τη δικαστική εξουσία από τους τοπικούς προεστούς, καταργώντας έτσι την αυτοδιοικητική τους λειτουργία. Το βαρύτερο όμως πλήγμα ήταν η απαίτηση για παράδοση των πρωταίτιων της επανάστασης, ώστε να δικαστούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά.

Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό κλίμα, ο Δασκαλογιάννης αποφάσισε να παραδοθεί στους Οθωμανούς, μαζί με μερικούς από τους συντρόφους του. Οδηγήθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), όπου φυλακίστηκε. Κατά μία εκδοχή, οδηγήθηκε στην παράδοση ύστερα από γράμμα του αδελφού του, ο οποίος είχε ήδη συλληφθεί από τις οθωμανικές αρχές. Στο γράμμα αυτό, ο αδελφός του τον διαβεβαίωνε ότι ο πασάς του Χάνδακα είχε καλές προθέσεις και του ζητούσε να εμφανιστεί ο ίδιος για να διευθετήσει την κατάσταση.

Στις 17 Ιουνίου του 1771, ο Δασκαλογιάννης εκτελέστηκε με φρικτό τρόπο. Σύμφωνα με την παράδοση, γδάρθηκε ζωντανός — μια πράξη παραδειγματισμού και ωμής βίας — ενώ άλλες πηγές αναφέρουν ότι απλώς κρεμάστηκε. Μαζί του εκτελέστηκαν και αρκετοί από τους συντρόφους του, επισφραγίζοντας έτσι το τραγικό τέλος της Σφακιανής εξέγερσης και του ίδιου του Δασκαλογιάννη, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως σύμβολο αυταπάρνησης και αγώνα για την ελευθερία.

Η Υστεροφημία του Δασκαλογιάννη: Μνημεία και Τιμές

Με σεβασμό και τιμή στη μνήμη του Δασκαλογιάννη, το όνομά του έχει χαραχθεί βαθιά στην ιστορική και πολιτιστική ταυτότητα της Κρήτης και της Ελλάδας γενικότερα. Το αεροδρόμιο των Χανίων φέρει το όνομά του, ενώ στη γενέτειρά του, την Ανώπολη, στέκει επιβλητικό το άγαλμά του, ως μνημείο της ηρωικής του προσωπικότητας. Στο κέντρο των Χανίων, στην πλατεία Μάχη της Κρήτης, γνωστή και ως πλατεία Κοτζάμπαση, δεσπόζει ο ανδριάντας του, ενώ στην παλιά πόλη, ο κεντρικός δρόμος της συνοικίας της Σπλάντζιας φέρει επίσης το όνομά του, διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη του στην καθημερινότητα των πολιτών.

Στην πόλη του Ηρακλείου, όπου μαρτύρησε και βρήκε τραγικό θάνατο, έχει τοποθετηθεί προτομή του σε κεντρικό σημείο, ενώ το όνομά του τιμάται σε κεντρική πλατεία δίπλα στην πλατεία Ελευθερίας. Επιπλέον, από το 1957, στο Περιστέρι της Αθήνας, πλατεία που φέρει το όνομά του φιλοξενεί προτομή προς τιμήν του. Τέλος, το μεγαλύτερο στρατόπεδο του Ηρακλείου φέρει το όνομά του, όπου και στεγάζεται η ιστορική Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), διατηρώντας ζωντανή την κληρονομιά του Δασκαλογιάννη στις νέες γενιές.

Έτσι, η μνήμη του Δασκαλογιάννη παραμένει αθάνατη, χαραγμένη στον δημόσιο χώρο και την καρδιά του κρητικού λαού, ως σύμβολο ηρωισμού και αγώνα για την ελευθερία.

Σχόλια