Translate

Αιμίλιος Κούης ή Κου (ΑιμίλιοςΡιάδης)

Ο Αιμίλιου Κούης ή Κου (καλλιτεχνικό Αιμίλιος Ριάδης, 13 Μαΐου 1880 - 17 Ιουλίου 1935), γεννήθηκε στις 13 Μαΐου 1880 στη Θεσσαλονίκη, στην περιοχή της Αγίας Τριάδας, σε οικία που βρισκόταν επί της οδού που σήμερα φέρει το όνομά του — αν και το συγκεκριμένο κτίσμα δεν σώζεται πλέον. Υπήρξε πρωτότοκος γιος του Χάινριχ Κου, χημικού αυστριακής καταγωγής, και από νωρίς διακρίθηκε για την κλίση του στις τέχνες.

Αρχικά, επέλεξε ως ψευδώνυμο το όνομα Αιμίλιος Χ. Ελευθεριάδης, ωστόσο αργότερα το αντικατέστησε με το όνομα με το οποίο καθιερώθηκε: Αιμίλιος Ριάδης. Η συμβολή του στην ελληνική μουσική είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους συνθέτες της Ελληνικής Εθνικής Σχολής, κινήματος που στόχευε στη δημιουργία εθνικής μουσικής ταυτότητας μέσα από τη σύνθεση έργων εμπνευσμένων από τη δημοτική παράδοση και την ελληνική ψυχοσύνθεση. Παράλληλα, υπήρξε και αξιόλογος ποιητής, με έργο που συνδυάζει ευαισθησία και λυρισμό.

Ο Αιμίλιος έζησε και πέθανε στη γενέτειρά του, τη Θεσσαλονίκη, στις 17 Ιουλίου 1935, αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο καλλιτεχνικό αποτύπωμα που συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση της ελληνικής μουσικής και πνευματικής ζωής στις αρχές του 20ού αιώνα.

Η Μουσική Παιδεία και Καλλιτεχνική Διαμόρφωση του

Ο Αιμίλιος ξεκίνησε τη μουσική του εκπαίδευση στη γενέτειρά του, τη Θεσσαλονίκη, όπου φοίτησε στο πιάνο και στα θεωρητικά της μουσικής υπό την καθοδήγηση του διακεκριμένου μουσικού Δημητρίου Λάλλα, μαθητή του συνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ. Οι πρώιμες αυτές σπουδές έθεσαν τα θεμέλια για τη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία, την οποία συνέχισε και ολοκλήρωσε το 1910 στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου, ενός από τα σημαντικότερα μουσικά κέντρα της εποχής στη γερμανόφωνη Ευρώπη.

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στη Γερμανία, μετέβη στο Παρίσι, όπου διέμεινε για πέντε χρόνια. Εκεί εμβάθυνε τη μουσική του κατάρτιση μελετώντας με κορυφαίους Γάλλους μουσουργούς, όπως ο Γκιστάβ Σαρπαντιέ και ο Μορίς Ραβέλ, αποκομίζοντας πολύτιμα στοιχεία από το γαλλικό ιμπρεσιονιστικό ρεύμα και εμπλουτίζοντας το προσωπικό του ύφος.

Με την επιστροφή του στη Θεσσαλονίκη, διορίστηκε αρχικά ως καθηγητής πιάνου και, μετά το 1918, ανέλαβε τη θέση του υποδιευθυντή στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης (ΚΩΘ), στο οποίο παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του. Το 1923, σε αναγνώριση της καλλιτεχνικής του προσφοράς, του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Τέχνης και Επιστήμης, μια διάκριση που επισφράγισε τη συμβολή του στην ελληνική μουσική και πνευματική ζωή.

Ο Αιμίλιος και η Τέχνη του Λιντ

Η συμβολή του στο είδος του λιντ —της έντεχνης μουσικής σύνθεσης για φωνή και πιάνο— υπήρξε καθοριστική για την ελληνική μουσική δημιουργία του 20ού αιώνα. Τα τραγούδια του χαρακτηρίζονται από εξαιρετική οικονομία μέσων και βαθύ λυρισμό, αποτελώντας μικρές μουσικοποιητικές συμφύσεις, συχνά αποκαλούμενες «συμπυκνωμένα αριστουργήματα». Η ποιότητα και η ιδιοτυπία της γραφής του τον κατέστησαν αντικείμενο συγκρίσεων με κορυφαίους Ευρωπαίους συνθέτες του είδους, όπως ο Ούγκο Βολφ και ο Μοντέστ Μουσόργκσκι, των οποίων το έργο διακρίνεται επίσης για την έντονη εσωτερικότητα και την άμεση σύνδεση ποίησης και μουσικής.

Συνέθεσε περίπου 200 σειρές τραγουδιών, πολλά από τα οποία έγραψε και σε δική του ποίηση. Το corpus αυτό περιλαμβάνει τόσο τυπωμένα όσο και ανέκδοτα έργα. Μεταξύ των ανέκδοτων ξεχωρίζουν έργα με τίτλους όπως ο Βιβλικός Χορός και τα Ελληνικά Τραγούδια. Περαιτέρω, διασώζονται 12 τραγούδια σε δικούς του στίχους, 6 σε ποίηση του Γιάννη Γρυπάρη, 7 σε ποίηση του Ζαν Βαλκλέρ, 3 σε ποίηση του Χοσέ Ερεντιά, 3 σε ποίηση του Πιερ Ρονσάρ και 2 σε ποίηση του Πολ Φορ. Η επιλογή ποιητών με γαλλική και νεοελληνική καλλιτεχνική ταυτότητα αποκαλύπτει το εύρος των αισθητικών του αναφορών, που συνδύαζαν το ευρωπαϊκό πνεύμα με το εθνικό ύφος.

Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στη λόγια μουσική δημιουργία. Στο πλαίσιο της συμμετοχής του στη δημόσια και πολιτιστική ζωή της Θεσσαλονίκης, ανέλαβε την ενορχήστρωση του επίσημου ύμνου της ποδοσφαιρικής ομάδας Άρης Θεσσαλονίκης, της οποίας υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής. Η πράξη αυτή μαρτυρεί την πολυσχιδή του προσωπικότητα, αλλά και τη διάθεσή του να προσφέρει σε ποικίλα επίπεδα του πολιτισμικού γίγνεσθαι της εποχής του.

Η Εργογραφία του : Ένα Πολυσχιδές Δημιουργικό Σύμπαν

Η εργογραφία του  συνιστά μια πολυσύνθετη και πλουσιότατη συμβολή στην ελληνική μουσική και πνευματική ζωή των αρχών του 20ού αιώνα. Το δημιουργικό του εύρος εκτείνεται σε ποικίλα είδη μουσικής – από τη σκηνική και τη συμφωνική δημιουργία έως τη μουσική δωματίου και τα θρησκευτικά έργα, αλλά και στον χώρο της ποίησης, όπου διακρίθηκε για τη λυρική και στοχαστική γραφή του.

Σκηνικά Έργα
Στην κατηγορία των σκηνικών έργων, ξεχωρίζουν οι τίτλοι: Γαλάτεια, Ο Πράσινος Δρόμος, Σαλώμη, Εκάβη και Ο Ρικές με το Τσουλούφι. Τα έργα αυτά αναδεικνύουν το ενδιαφέρον του για το δραματικό στοιχείο, καθώς και για τον διάλογο μεταξύ λόγου και μουσικής σε θεατρικό πλαίσιο, είτε μέσα από την αρχαία ελληνική τραγωδία είτε μέσα από πιο νεωτερικές και φαντασιακές θεματικές.

Μουσική Δωματίου
Στη μουσική δωματίου ο Ριάδης παρουσιάζει ιδιαίτερη ευαισθησία και τεχνική αρτιότητα. Ενδεικτικά αναφέρονται τα έργα: Νανούρισμα σε λα ελάσσονα, Δύο Σονάτες για τσέλο και πιάνο, Δύο Σονάτες για τέσσερις και Δύο Κουαρτέτα Εγχόρδων. Η μουσική δωματίου του χαρακτηρίζεται από εσωτερικότητα, λεπτότητα έκφρασης και ισορροπία μεταξύ παραδοσιακών μορφών και μοντέρνας γλώσσας.

Έργα για Ορχήστρα
Η συμφωνική του γραφή εκδηλώνεται μέσα από έργα όπως η Επίκληση στην Ειρήνη, η Αγροτική Συμφωνία, οι Τρεις Χοροί Ρωμέικοι, το Εγκώμιο στον Ραβέλ και οι Μακεδονικές Σκιές. Τα έργα αυτά αναδεικνύουν όχι μόνο τον πατριωτικό και στοχαστικό του χαρακτήρα, αλλά και την ενσωμάτωση εθνικών στοιχείων σε συμφωνικά συμφραζόμενα, φανερώνοντας επιρροές από τον γαλλικό ιμπρεσιονισμό αλλά και τις λαϊκές μελωδίες της Μακεδονίας.

Θρησκευτικά Χορωδιακά Έργα
Στην εκκλησιαστική μουσική, η οποία κατέχει ξεχωριστή θέση στο έργο του, συγκαταλέγονται οι συνθέσεις: Ιερά Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Μικρά Δοξολογία, Χριστός Ανέστη και Ακολουθία της Μεγάλης Παρασκευής. Τα έργα αυτά αποπνέουν σεβασμό προς την ορθόδοξη παράδοση, ενώ συγχρόνως αναδεικνύουν μια νέα αισθητική προσέγγιση, όπου η πνευματικότητα και η μουσική αρμονία συνυπάρχουν δημιουργικά.

Τυπωμένα Τραγούδια
Η εκδομένη μουσική παραγωγή του περιλαμβάνει πλήθος έργων φωνητικής μουσικής, μερικά από τα οποία είναι: Chansonette Orientale, Γιασεμιά και Μιναρέδες, Ράικα, Η Οδαλίσκη, Νανούρισμα, Πέντε Μακεδονικά Τραγούδια, 13 Μικρές Ελληνικές Μελωδίες, 12 Ελληνικά και 3 Αλβανικά Δημοτικά Τραγούδια, 5 Χορευτικά Τραγούδια, 2 Χορευτικά Τραγούδια, 9 Μικρά Ρωμέικα Τραγούδια και 3 Μοιρολόγια. Τα έργα αυτά φανερώνουν τη στενή του σχέση με τον λαϊκό μουσικό πλούτο των Βαλκανίων, τον οποίο μετουσίωνε σε λόγια μουσική μορφή.

Ποιητικές Συλλογές
Υπήρξε και δραστήριος ποιητής, με τρεις σημαντικές συλλογές:

  • Σκιαί και Όνειρα (1907)

  • Το Πέρασμα των Δύο Αγαπημένων (1920)

  • Μακεδονικόν Ημερολόγιον (1920)
    Στο ίδιο έτος εκδίδεται και το δοκιμιακό του έργο Μία Ιστορία της Μουσικής, το οποίο εντάσσεται στον φιλολογικό και θεωρητικό του στοχασμό γύρω από την τέχνη.

Η εργογραφία του αποκαλύπτει έναν δημιουργό βαθύτατα αφοσιωμένο στην αναζήτηση της ελληνικής καλλιτεχνικής ταυτότητας, μέσα από την πρόσληψη τόσο της δυτικής μουσικής παράδοσης όσο και της ελληνικής λαϊκής και πνευματικής κληρονομιάς. Το έργο του παραμένει σημαντικό όχι μόνο για την ιστορία της νεοελληνικής μουσικής, αλλά και για τη συνολική πορεία του ελληνικού μοντερνισμού.

Σχόλια